29/3/14

ΟΥΤΕ ΠΟΙΝΙΚΟΙ, ΟΥΤΕ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ;




 πρωτοδημοσιεύθηκε το 2010 στο έντυπο Γκρεμίστε τη Βασίλη:

 
ΟΥΤΕ ΠΟΙΝΙΚΟΙ, ΟΥΤΕ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ;
 
1.

Τον τελευταίο καιρό ο μιντιακός οχετός και το αστυνομικό/δημοσιογραφικό σύμπλεγμα έχουν εξαπολύσει μια γκαιμπελίστικη επίθεση στο αντιεξουσιαστικό κίνημα, με νουάρ μυθιστορηματικά σενάρια, περί ‘‘συγκοινωνούντων δοχείων’’ αναρχικών και οργανωμένου εγκλήματος. Κι ενώ μόνο κατά το μήνα Ιούλιο έχουν συλληφθεί:  ένας αρχιφύλακας της Αστυνομίας για εμπόριο χασίς (203 κιλά), δυο αστυνομικοί για εκβίαση, ένας λιμενικός για εμπόριο κοκαΐνης κι ένας σωφρονιστικός για διακίνηση ναρκωτικών στις φυλακές,  παρ’ όλα αυτά ούτε ένας δημοσιογράφος δε μίλησε για τα ‘‘συγκοινωνούντα δοχεία’’ μπάτσων και οργανωμένου εγκλήματος. Για να μη μιλήσουμε για τις διασυνδέσεις του κοινού εγκλήματος με τον πολιτικό και επιχειρηματικό κόσμο. Ενδεικτικά μόνο: Βατοπέδι, (σο)δομημένα ομόλογα, υπερτιμολογήσεις σε ΟΣΕ, Νοσοκομεία κλπ, μαύρη τρύπα στα ταμεία του ∆ήμου Θεσ/νικης, SIEMENS,  εξοπλισμοί, χρηματιστήριο’99, ολυμπιακά ακίνητα, offshore, πλαστογραφία και ‘‘δημιουργική λογιστική’’, παράνομη πρόσληψη υιού ∆ιώτη στο γραφείο του Χρυσοχοΐδη, παραδικαστικό κλπ.

Παρ’  όλα αυτά κι ενώ κανένας δε μιλά για τα ‘‘συγκοινωνούντα δοχεία’’ πολιτικών, δικαστικών, επιχειρηματιών, μπάτσων, σωφρονιστικών και οργανωμένου εγκλήματος, το παραμικρό σενάριο της Αντιτρομοκρατικής τροφοδοτεί τις γραφίδες των δημοσιογραφικών ψιττακών. Ο σκοπός είναι προφανής και όχι καινούριος: η πλήρης πολιτική απονοηματοδότηση της ενεργούς αντίστασης και η κοινωνική της απομόνωση (δυστυχώς πολλοί σύντροφοι το κάνουν αυτό εθελοντικά,  ρίχνοντας νερό στο μύλο της συστημικής προπαγάνδας). Τα ίδια άλλωστε ζήσαμε και στην υπόθεση της Ε.Ο. 17Ν το2002.

Σήμερα, όμως, η επίθεση είναι τόσο έντονη και απλωμένη σε διάρκεια που πλέον θυμίζει τον αντιεαμικό οχετό των ριψάσπιδων και των δωσίλογων στη μετακατοχική Ελλάδα. Η νέα κατοχή του ∆ΝΤ που έρχεται να συμπληρώσει τη διαχρονική κατοχή της κοινωνίας απ ’ το κεφάλαιο, έχει έτοιμο το ιδεολογικό της οπλοστάσιο: ληστοσυμμορίτες οι αναρχικοί και ανεύθυνοι εγκληματίες οι απεργοί...


2.

Ποια όμως (μπορεί να)  είναι η σχέση της ‘‘ποινικής’’ παραβατικότητας με το επαναστατικό κίνημα; Εδώ θα μπορούσαμε να πούμε πολλά: για τους Ισπανούς και Ιταλούς (1) αναρχικούς που χρηματοδοτούσαν τη δράση τους με ληστείες κι απαγωγές, για τους αναρχοατομικιστές ιλλεγκαλιστές, για τα λατινοαμερικάνικα αντάρτικα, για τον ηγέτη της μεξικάνικης επανάστασης λησταντάρτη Πάντσο Βίγια, για το γερμανικό και ισπανικό Κ.Κ. που χρησιμοποίησαν συστηματικά την τακτική της ληστείας, για τον Κόκκινο Στρατό του Μάο κι άλλα πολλά.

Θα μπορούσε κάποιος ν’  απαντήσει ότι αυτά τα παραδείγματα αποδεικνύουν και την εγκληματική φύση της ταξικής πάλης, οπότε ας δοξάσουμε όλοι μαζί την κοινωνική ειρήνη. Γι’  αυτό θα προτιμήσω να κάνω μια μικρή, αλλά ενδεικτική ιστορική αναδρομή στις σχέσεις του ελληνικού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα με το ‘‘κοινό έγκλημα’’, γωνίες αιχμηρές της ιστορίας μας, που η επίσημη κρατική ιστορία φροντίζει να αμβλύνει.

Η αλήθεια είναι πως η παράδοση της κοινωνικής ληστείας στα Βαλκάνια και τη Μικρά Ασία είναι πλούσια: κλέφτες, χαϊδούκοι, χαΐνηδες, ζεϊμπέκηδες είναι οι διαφορετικές όψεις της ίδιας λαϊκής παράδοσης ανταρσίας. Το πιο απολαυστικό, όμως, κομμάτι της ιστορίας αυτής είναι οι αμήχανες απαντήσεις των καθηγητάδων στην απλή ερώτηση των μαθητών: «Κύριε, γιατί οι Κλέφτες ονομάζονταν κλέφτες;». Η ηθική δικαιολόγηση της ληστείας πάντοτε εντυπωσίαζε τα, εμποτισμένα στην ιουδαιοχριστιανική ηθική του ‘‘ου κλέψεις’’, παιδιά (2).

Εάν, όμως, οι κλέφτες γλίτωσαν την υστεροφημία τους λόγω της εθνοκρατικής κολυμπήθρας του Σιλωάμ,  δε γλίτωσαν όμως απ’  την απαξίωση που τους επιφύλαξε το νεότευκτο ελληνικό βασίλειο.  Χιλιάδες κλέφτες,  πρωτοπόροι του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, ζούσαν σε συνθήκες πλήρους φτώχιας και εξαθλίωσης. Πολλοί εξ’ αυτών αποφασίζουν να ξαναβγούν στο ‘‘κλαρί’’  και να εγκαινιάσουν τη θρυλική περίοδο της ‘‘ληστοκρατίας’’ , που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η συνέχιση της παράδοσης της κλεφτουριάς.  Αν και η επίσημη ιστοριογραφία απαξιώνει τους νέους αυτούς κλαρίτες (όχι πάντα χωρίς αφορμές),  αυτοί ουδέποτε έχασαν την επαφή τους με τις κοινωνικές τους ρίζες. Το 1880, για παράδειγμα, ο λήσταρχος Νταβέλης με άλλους ληστές των βουνών στήνει ενέδρα και αιχμαλωτίζει στη θέση ‘‘Γιοφύρια’’  τη διορισμένη απ’  τους Οθωμανούς τριμελή επιτροπή (αποτελούμενη από έναν οθωμανό, ένα χριστιανό κι έναν εβραίο), που ανέβαινε στο Βουρβουτσικό για να κατασχέσει περιουσιακά στοιχεία κατοίκων του χωριού που είχαν χρέη.  Οι ληστές έδρασαν έπειτα από πληροφορία που τους έδωσε ο Μητροπολίτης Καστοριάς Καραβαγγέλης. (3)

Αλλά και κατά τη διάρκεια του ‘‘μακεδονικού αγώνα’’  το ελληνικό προξενείο της Θεσ/νίκης χρησιμοποίησε ληστές για να στελεχώσει το αντάρτικο σώμα που πολέμησε τόσο τους Οθωμανούς όσο και τους Βουλγάρους κομιτατζήδες.  Οι ληστές μάλιστα ‘‘χρεώθηκαν’’ και τα αντίποινα που έγιναν σε βάρος Βουλγάρων: «Τα περισσότερα ατοπήματα διεπράχθησαν κυρίως από συνεργαζόμενους ληστές και ιδιώτες οπλαρχηγούς, που δεν κατόρθωναν πάντοτε να εφαρμόζουν τον‘‘ πολιτικό” τρόπο δράσης που τους υποδεικνυόταν. Με δεδομένη όμως την απρόσκοπτη τρομοκρατική δράση της βουλγαρικής οργανώσεως επί σειρά ετών,  η λογική των αντιποίνων ήταν αναπόφευκτη».(4)

Αυτή η παράδοση της κοινωνικής ληστείας είναι η λεπτή κόκκινη γραμμή που ενώνει την επανάσταση του ’21  με την Αντίσταση στην τριπλή κατοχή του 41-44. Αρκετά πριν ιδρυθεί ο ΕΛΑΣ απ’  τον Άρη Βελουχιώτη, ήδη στα βουνά είχαν βγει άτακτα σώματα ληστών που αντιμετώπιζαν δυναμικά το λιμό και προστάτευαν τα χωριά τους. Πολλοί απ’  αυτούς τους κλαρίτες προσχώρησαν στον ΕΛΑΣ, όπως ο Μπάφας, ο Πλιατσικολουκάς, οι Καραλιβαναίοι κλπ.  Ένας απ’ τους ‘‘λήσταρχους’’ που εντάχθηκαν στον ΕΛΑΣ ήταν ο καπετάνιος Θεοχάρης,  ο οποίος σκοτώθηκε απ’  τους Άγγλους κατά τις συγκρούσεις του Δεκέμβρη του 1944. (5) Ο πλέον θρυλικός για τη γενναιότητά του έμεινε ο ∆ήμος Καραλίβανος (ή Φτεροδήμος), που προσχώρησε στον ΕΛΑΣ το 1942 και σκοτώθηκε τον Αύγουστο του 1946 σε ενέδρα της χωροφυλακής. Τη γενναιότητα του φυγόδικου κλαρίτη μαρτυρά ακόμα και ο αντίπαλος του Άγγλος ταξίαρχος Μάγιερς (ηγέτης της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής στην Ελλάδα), ο οποίος έγραφε μετά την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου: «Μου έγιναν πολλές αναφορές για την προσωπική γενναιότητα που έδειξε ο Καραλίβανος και η μικρή του ομάδα.  Ζήτησα, για το λόγο αυτό, απ’ τον Άρη να ξεχάσει όλα όσα του είχα πει για εκείνον.  Αναζήτησα τον Καραλίβανο και μιλώντας του για πρώτη φορά από τότε που τον είχα κατσαδιάσει στη Στρώμη, του ζήτησα να τα θεωρήσει όλα περασμένα ξεχασμένα και του έσφιξα το χέρι, συγχαίροντάς τον ταυτόχρονα για τη γενναία συνεισφορά του στην επιτυχία της επιχείρησης».(6)

Αλλά και πέρα απ’ τη συμμετοχή κλαριτών στον ΕΛΑΣ, η πρώτη ενέργεια του αντάρτικου στρατού θα χαρακτηρίζονταν σήμερα απ’ τους φωστήρες των ΜΜΕ ως ‘‘πράξη του κοινού ποινικού δικαίου’’:  μια ομάδα ανταρτών με επικεφαλής τον Άρη εκτέλεσε τον μεγαλοκτηματία Μαραθέα και απήγαγε το γιο του και το γιο του επιστάτη των κτημάτων του, απαιτώντας ως ‘‘λύτρα’’ την αποζημίωση 11 οικογενειών χωρικών που εκτελέστηκαν απ’ τις κατοχικές δυνάμεις για τη κλοπή αγαθών απ’ το κτήμα του Μαραθέα. (7)

3.

Ιστορικά, λοιπόν, βλέπουμε πως η σύνδεση του ‘‘ποινικού’’ με το πολιτικό εντοπίζεται, όχι μόνο σε καθαρά ταξικά κινήματα (αναρχισμός, κομμουνισμός, αγροτική μεταρρύθμιση κλπ), αλλά και σε εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. Και όχι μόνο στην Ελλάδα ή στα Βαλκάνια, αλλά και σε όλο τον κόσμο.(8) Και η παραβατικότητα εκφράζεται τόσο με τη χρήση παραβατικών μέσων απ’ τους ίδιους τους επαναστάτες, όσο και με την προσχώρηση παράνομων σε επαναστατικά κινήματα. Φυσικά, ισχύει και το αντίστροφο. Πολλοί παράνομοι χρησιμοποιήθηκαν απ’ την εξουσία για να βοηθήσουν στην κατάπνιξη επαναστατικών κινημάτων. Και στην Ελλάδα φιλοκατοχικές οργανώσεις χρησιμοποίησαν ληστές για να πολεμήσουν εναντίον του εαμικού κινήματος.

Η ‘‘συνεργασία’’  παράνομων και επαναστατών, όμως, εδράζονταν πάνω στο φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας, το οποίο δεν ήταν ένα περιφερειακό ή περιθωριακό φαινόμενο, αλλά ένας αποδεκτός και κεντρικός μηχανισμός άμυνας της παραδοσιακής αγροτικής κοινωνίας.  Βάση της κοινωνικής ληστείας ήταν οι σχέσεις της κοινοτικής αλληλεγγύης των αγροτικών πληθυσμών. Μπορούμε, όμως, σήμερα να μιλάμε για κοινωνική ληστεία;

4.

«Ο πληθυσμός της φυλακής διατρέχεται αιωνίως απ’ την αντίφαση των ‘‘Άθλιων’’, ανάμεσα στο μεγαλείο των Γαβριάδων και τη φριχτή χορωδία των Θερναδιέρων (...)  Τα χαμηλότερα ένστιχτα της ιδιωτικής οικειοποίησης, της λατρείας των χρημάτων, της ηθικής μιζέριας των κοινωνιών μας συμπλέουν με τις εκφάνσεις μιας κουλτούρας αντίστασης, μια κάποια έννοια μοιρασιάς, τα όνειρα μιας άλλης τύχης μ’ οποιοδήποτε κόστος».
Ζαν Μαρκ Ρουϊγιάν– φυλακή της Arles (9)

Και η κοινωνική ληστεία έπεσε θύμα της αστικοποίησης. Αστικοποίηση σημαίνει πρώτα απ’  όλα διάρρηξη των σχέσεων κοινοτικής αλληλεγγύης, αλλά και της έντονης ταξικής αλληλεγγύης που υπήρχε στο αναδυόμενο προλεταριάτο. Το βασίλειο της εξατομίκευσης και του κατακερματισμού ψάχνει ατομικές λύσεις εξόδου απ’ τα προβλήματα, σε βάρος της συλλογικής αλληλεγγύης. Μαζί με την κοινωνία αστικοποιήθηκε και το ‘‘έγκλημά’’ της. Για όσους ζούνε στη φυλακή είναι ολοφάνερο πως η συνειδητή παραβατικότητα, η ακατέργαστη αυτή εξέγερση του καταπιεσμένου, είναι μια απειροελάχιστη μειοψηφία στον κόσμο της σύγχρονης παρανομίας. Η λογική του φιλοτομαρισμού, που ενισχύεται απ’ την πρέζα, είναι η βάση ύπαρξης του σημερινού ‘‘παράνομου’’. Απ’ την άλλη μεριά η πολιτική παραβατικότητα μόνο στη μορφή ενδέχεται μερικές φορές να μοιάζει με το ‘‘κοινό έγκλημα’’. Παρά τα κάποια κοινά εξωτερικά χαρακτηριστικά τους, το περιεχόμενό τους είναι εκ διαμέτρου αντίθετο ή και εχθρικό.

Πέρα απ’ όλα αυτά όμως, ποινικοί και πολιτικοί κρατούμενοι ζούμε από κοινού στις ίδιες άθλιες συνθήκες , στην ίδια σωφρονιστική αυθαιρεσία και βαρβαρότητα, στο ίδιο κατασταλτικό μένος. Κι έτσι ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες, συναντιόμαστε στον ίδιο αγώνα εναντίον του φασισμού του σωφρονιστικού συστήματος. Ας μην ξεχνάμε ότι η ίδια η φύση των φυλακών είναι ένα ‘‘μαλθουσιανό όπλο εναντίον της φτωχολογιάς’’ (Μαρξ), καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των φυλακισμένων ανήκουν στα αποκλεισμένα και φτωχότερα κοινωνικά στρώματα και ο ίδιος ο καπιταλισμός τους σπρώχνει στην παραβατική συμπεριφορά. Ζώντας με όλους αυτούς τους ανθρώπους η αλληλεγγύη μας (και όχι η ταύτισή μας) είναι μέγιστο ταξικό καθήκον. Κι όταν σφυρηλατούνται σχέσεις αλληλεγγύης μέσα από κοινούς αγώνες, τότε μόνο έχει νόημα και το γνωστό σύνθημα:

‘‘Ούτε ποινικοί, ούτε πολιτικοί/ Μπουρλότο και φωτιά σε κάθε φυλακή’’.



Σημειώσεις

1. Εκτός απ’ τους Ιταλούς αναρχικούς, υπήρξαν και πολλές κομμουνιστικές οργανώσεις που χρησιμοποίησαν την τακτική των ένοπλων ληστειών ή απαγωγών, όπως οι ‘‘Κομμουνιστές ληστές’’, οι ‘‘Ένοπλοι Προλεταριακοί Πυρήνες’’, οι ‘‘Ένοπλοι Προλετάριοι για τον Κομμουνισμό’’, οι ‘‘Οργανωμένοι Κομμουνιστές για την Απελευθέρωση του Προλεταριάτου’’ κλπ.  Βλ: «Αντάρτες πόλεων και ποινικοί» του Δημήτρη ∆εληολάνη, Ποντίκι 12/8/2010

2. Εκτός απ’ τους κλέφτες στη στεριά, ‘‘πλιάτσικο’’ κάναν και οι ναυτικοί των νησιών. Μοίραζαν μάλιστα το ‘‘πλιάτσικο’’ με τον παρακάτω τρόπο: ⅓ στους ναυτικούς αγωνιστές, ⅓ στον πλοιοκτήτη και ⅓ στην κοινότητα για τη συνέχιση του αγώνα. Βλ: ∆ημήτρης Φωτιάδης: «Κανάρης»  εκδ. ∆ωρικός

3. Βλ. ∆ημήτρης Τσίγκαλος : «Η ζωή του λαού μας τραγουδισμένη»,  Θεσ/νίκη1985

4. Για τη χρησιμοποίηση ληστών, όπως ο Γιαγλής,  στην πρώτη φάση του Μακεδονικού Αγώνα, βλ: «Πολιτικές προτεραιότητες του Μακεδονικού Αγώνα»,  του ιστορικού Δημήτρη Λυβανίου, στη συλλογή κειμένων «Η συγκρότηση του Νεοελληνικού κράτους», εκδ. Ε- ιστορικά.

5. Βλ. Σόλων Γρηγοριάδης: «Δεκέμβρης ’44: το ανεξήγητο λάθος», εκδ. Φυτράκη

6. Βλ. ∆ημήτρης ∆ημητρίου: «Γοργοπόταμος: Έλληνες αντάρτες εναντίον του Ρόμελ» , εκδ. Φυτράκη

7. Βλ. ∆. Χαριτόπουλος: «Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων»,  εκδ. Τόπος

8. Πως θα χαρακτήριζε άραγε ο μιντιακός οχετός την τακτική της υποχρεωτικής εισφοράς (‘‘επαναστατική φορολογία’’) που εγκαινίασε ο Μπολιβάρ στους εθνικοαπελευθερωτικούς αντιαποικιακούς αγώνες στη Λατινική Αμερική;  Βλ. Βιρχίλιο Ολάνο: «Σιμόν Μπολιβάρ, ο ελευθερωτής της Νότιας Αμερικής»,  Αθήνα 1983.

9. Βλ. «Μια σελίδα, μια σφαίρα. Action Directe.  Κείμενα- Χρονικά- Συνεντεύξεις», εκδ. ∆αίμων του Τυπογραφείου

ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑ∆ΗΣ
ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ
2010

27/3/14

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ (ECOFIN)


ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ - ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ - ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣΓΙΑ ΤΗΝ ΟΞΥΝΣΗ ΤΗΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΜΕ ΤΟ ΞΕΝΟ & ΤΟ ΝΤΟΠΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ, ΤΗΝ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ, ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ  ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ 1 ΑΠΡΙΛΗ 6ΜΜ
 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ (ECOFIN) KAI THN ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ.

  Συνέλευση Αναρχικών-Κομμουνιστών για την Ταξική Αντεπίθεση ενάντια στην Ε.Ε




Κάλεσμα για την ανάληψη και τη συνδιαμόρφωση δράσεων ενάντια στην Ε.Ε, την ελληνική πρoεδρία της και τις ευρωεκλογές

Ι.

Η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει. Η ταξική αφαίμαξη και η κοινωνική λεηλασία αποτελούν καθεστώς. Το κράτος μόνιμης έκτακτης ανάγκης είναι εδώ. Μέσα σ’ αυτή τη ζοφερή συνθήκη, το συγκεκριμένο κάλεσμα αποτελεί τον καρπό μιας πολιτικής πρωτοβουλίας συντρόφων και συντροφισσών που διακρίνουμε και αναδεικνύουμε τη δυνατότητα και την αναγκαιότητα για τη μετατροπή της κρίσης σε δική μας ευκαιρία. Σε μια ευκαιρία όλων των συντρόφων και των συντροφισσών, όλων των αγωνιστών και των αγωνιστριών, όλων των προλεταριακών και των λαϊκών στρωμάτων. Σε μια ευκαιρία για την εξαπόλυση της ταξικής αντεπίθεσης ενάντια στο διεθνοποιημένο και το ντόπιο κεφάλαιο, ενάντια στα κράτη του και τους διακρατικούς μηχανισμούς του, ενάντια στα διευθυντήρια του και την εξουσία του. Μια εξουσία που με τη βία και τον τρόμο επιβάλλει την φτώχεια, την εξαθλίωση και το θάνατο για να επεκτείνει την κοινωνική καταλήστευση και να θωρακίσει τα σύνορα της και τα πλούτη της.

ΙΙ.

Μέσα από μια αναλυτική προσέγγιση όπου η χρεοκοπία του ελληνικού κράτους, η απονομιμοποίηση της αστικής δημοκρατίας του και ο σύγχρονος ολοκληρωτισμός του δεν γίνονται αντιληπτά ως αφηρημένα «ουδέτερα» φαινόμενα και αποκομμένες «δυσάρεστες» εξελίξεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση  αναδεικνύεται ξεκάθαρα σ’ αυτό που πραγματικά αποτελεί από τη σύσταση της ως σήμερα: ένα διακρατικό συνασπισμό των μητροπολιτικών και των περιφερειακών ευρωπαϊκών αστικών τάξεων που συνασπίστηκαν και επεκτάθηκαν μεταπολεμικά, αντιπαραθετικά στο σοβιετικό μπλοκ, για να επενδύουν και να εκστρατεύουν, με τους καπιταλιστικούς ομίλους τους και τα στρατεύματα τους, τόσο μέσα όσο και έξω από την επικράτεια τους. Έναν επεκτατικό συνασπισμό που μαζί με τον υπέρ-ατλαντικό νατοϊκό σύμμαχο του συνεχίζουν ν’ αποτελούν τους κατεξοχήν ιμπεριαλιστικούς πόλους του καπιταλιστικού κόσμου, του οποίου οι προπαγανδιστές αφού πρώτα ιδεολογικοποίησαν τον ανιστόρητο συσχετισμό φασισμού-κομμουνισμού δεν διστάζουν πλέον, όπως δείχνουν και τα γεγονότα στην Ουκρανία, να στηρίζουν ανοικτά αντιδραστικά-ναζιστικά αποβράσματα παρουσιάζοντας τα σαν «λαούς που μάχονται για την ελευθερία τους και την είσοδο τους στην μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια». Η ιμπεριαλιστική λειτουργία αυτού του επεκτατικού συνασπισμού του αποτυπώνεται όχι μόνο έξω από τα σύνορα του αλλά και στο εσωτερικό του, αναλογικά με τη «βαρύτητα» των αστικών τάξεων των κρατών-μελών του και με βασικό όπλο το δημόσιο χρέος των κρατών, δηλαδή τη διαχρονική καπιταλιστική διαδικασία ιδιωτικοποίησης των κερδών και κοινωνικοποίησης των χρεών. Μια διαδικασία που αποτυπώνεται και στην τεχνοκρατική ορολογία περί ηγετικών κρατών & χρεοκοπημένων κρατών (leader states & failed states).

ΙΙΙ.

Από τη σύσταση του, το «ευρωπαϊκό οικοδόμημα» αποτελεί έναν καπιταλιστικό συνασπισμό η πρόσδεση και η συμπόρευση με τον οποίο αποτέλεσε και αποτελεί, εδώ και σαράντα χρόνια, την κυρίαρχη ιδεολογία και τον «εθνικό στόχο» της ελληνικής αστικής τάξης, των μηχανισμών προπαγάνδας και χειραγώγησης και του συνόλου του πολιτικού προσωπικού της: εθνικόφρονες και συντηρητικοί, «προοδευτικοί» και «δημοκράτες», νεοφιλελεύθεροι και σοσιαλφιλελεύθεροι,  δόμησαν τη μεταπολιτευτική εθνική ενότητα και οικοδόμησαν την «ανάπτυξη» της «εκσυγχρονιστικής» περιόδου (1996-2004) πάνω στην «ευρωπαϊκή πορεία της χώρας», συμμετέχοντας ως «εταίροι» αυτού του δολοφονικού συνασπισμού στο μοίρασμα της λείας που προέκυψε πάνω στα συντρίμμια του τείχους του Βερολίνου, ιδιαίτερα στα Βαλκάνια, και αναλαμβάνοντας το ρόλο του κράτους-χωροφύλακα της Ευρώπης-φρούριο. Από το «Ανήκομεν εις την Δύσιν» του «εθνάρχη», μέχρι την πασοκική «εθνική συμφιλίωση» μέσω των πακέτων Ντελόρ, με όλους τους ενδιάμεσους σταθμούς (του Μάαστριχτ, της Λισαβόνας, της Οικονομικής Νομισματικής Ένωσης (Ο.Ν.Ε), της «ισχυρής Ελλάδας»…), μέχρι το «Σύμφωνο Δημοσιονομικής Προσαρμογής», την έλευση της Τρόικας, τα μνημόνια και το εκβιαστικό«ευρώ η χάος» του προέδρου του συνδικάτου των αφεντικών (Σ.Ε.Β) το 2012, το ελληνικό κεφάλαιο και το κράτος του εξακολουθούν αταλάντευτα να πορεύονται υπηρετώντας αυτήν την «ευρωπαϊκή πορεία της χώρας», αυτόν τον «εθνικό στόχο» τους. Τον «εθνικό στόχο» της διαιώνισης της κυριαρχίας τους πάνω στην κοινωνική πλειοψηφία των εργαζόμενων και άνεργων, των προλεταριακών και των λαϊκών στρωμάτων.

ΙV.

Το σάρωμα της τελευταίας πενταετίας γκρέμισε κοινωνικές συναινέσεις, κατεδάφισε κατακτήσεις και κεκτημένα, περιθωριοποίησε μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού, διέψευσε ψευδαισθήσεις και βεβαιότητες, φτωχοποίησε μεσοστρώματα, έχτισε στρατόπεδα συγκέντρωσης και όρθωσε φράχτες, προκάλεσε (ιδιαίτερα τη διετία 2010-12) ισχυρές -αλλά ασυνεχείς- κοινωνικές εκρήξεις, αναδιέταξε το αστικό πολιτικό σκηνικό και τους συσχετισμούς δυνάμεων, ανέδειξε την πολιτική πόλωση, έβγαλε στον αφρό φασίστες και νεοναζί και ανάμεσα στ’ άλλα έπληξε στον πυρήνα του το ιδεολόγημα της «Ευρωπαϊκής Ένωσης της σύγκλισης και της αλληλεγγύης». Οι τεκτονικές πλάκες που μετακινούνται μπορούν να προκαλέσουν σεισμούς. Σεισμούς που μπορούν να οδηγήσουν είτε στο σκοτάδι του ακόμα πιο αντιδραστικού, του ακόμα πιο ολοκληρωτικού καπιταλισμού είτε στο χάραμα εκείνων των συνθηκών που θ’ ανοίξουν το δρόμο για τον στρατηγικό στόχο μας, για την Κοινωνική Επανάσταση, ο οποίος παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένος με την αναγκαιότητα της συγκρότησης ενός ανατρεπτικού-επαναστατικού κινήματος. Ένας στρατηγικός στόχος που δεν μπορεί παρά να παραμένει διακηρυκτικός όσο δεν συνδέεται και με τον τακτικό στόχο της σύγκρουσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια προλεταριακή θέση για το άνοιγμα ρηγμάτων στο «ευρωπαϊκό οικοδόμημα», τη στιγμή που αυτό αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στην πλήρη τραπεζιτική-χρηματοπιστωτική του ένωση και την πλήρη διάλυση -κάτω από την πίεση των (αντιδρ)αστικών -«ευρωσκεπτιστικών» δυνάμεων- της ευρωζώνης του. Ένα ανοιχτό κάλεσμα για την ανάληψη και τη συνδιαμόρφωση δράσεων και κινητοποιήσεων με προτάγματα διεθνιστικά-προλεταριακά και όχι εθνικά-(αντιδρ)αστικά, με φυσικούς διεθνείς σύμμαχους τους προλετάριους και τους λαούς της Ευρώπης και όλου του κόσμου και όχι κάποια άλλη ιμπεριαλιστική «σφαίρα επιρροής».

V

Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα η περίοδος που διανύουμε, το εξάμηνο της ελληνικής προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι επερχόμενες ευρωεκλογές αναδεικνύονται σε μια κομβική συγκυρία, σ’ ένα έδαφος που μπορεί να καταστεί γόνιμο για τη συνάντηση και τη συλλογικοποίηση των αντιστάσεων και των αγώνων, για την αναζωπύρωση του κοινωνικού-ταξικού πολέμου. Έντεκα χρόνια πριν, εν μέσω «οικονομικής ανάπτυξης» και «εθνικής υπερηφάνειας» για τους επερχόμενους ολυμπιακούς αγώνες, κατά τη διάρκεια μιας άλλης ελληνικής προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο αναρχικός - αντιεξουσιαστικός χώρος και το ευρύτερο αντικαπιταλιστικό κίνημα είχε πράξει και είχε παράξει αυτό που μπόρεσε. Τώρα;

Ο εχθρός είναι εδώ. Μέσα στην Ελλάδα. Μέσα στην Ευρώπη.

πολιτική πρωτοβουλία συντρόφων-συντροφισσών

Σκέψεις σχετικά με το ζήτημα της δέσμευσης, της ευθύνης και της αυτοπειθαρχίας


Aπό: Αναρχική Ομοσπονδία του Ρίο ντε Τζανέιρο (Federação Anarquisa do rio de JaneiroFARJ)
μετάφραση: kostav
 
To υποκείμενο που έχει ελευθεριακή ηθική, γνωρίζει γιατί αγωνίζεται και κατανοεί τα ιδεολογικά αίτια του αγώνα, αναλαμβάνοντας την δέσμευση και έχοντας την αυτοπειθαρχία να πραγματοποιήσει τα καθήκοντα που ανέλαβε”
Ιdeal Peres


'Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της FARJ είναι η μαχητική δέσμευση των μελών της. Θεωρούμε ότι για να μπορέσει ο αγώνας μας να αποφέρει καρπούς, είναι απαραίτητο τα μέλη μας να διακατέχονται από ένα υψηλό επίπεδο δέσμευσης, ευθύνης και αυτοπειθαρχίας. Τα παραπάνω λόγια του Ideal Peres εκφράζουν σε μια και μόνο πρόταση μια σειρά απόψεων μεγάλης σημασίας για την οργάνωσή μας. Στην πρόταση αυτή δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην σημαντικότητα που έχει η συνείδηση των αγωνιστών σχετικά με τα κίνητρα του αγώνα. Πράγμα το οποίο σημαίνει πως οι αναρχικοί αγωνιστές δεν πρόκειται ποτέ να καταλήξουν να  υπακούνε αυτούς οι οποίοι καθορίζουν μια κατεύθυνση αποκομμένη από την βάση ή να χρησιμοποιούνται απλά ως “πιόνια” από μια ελίτ ανθρώπων για να εξυπηρετήσουν τις προσωπικές τους βλέψεις για κυριαρχία και/ή τα ανήθικα τους συμφέροντα, κατά την γνώμη μας. Ο αναρχικός αγωνιστής είναι ένα υποκείμενο το οποίο συμμετέχει ενεργά σε όλες τις συζητήσεις οι οποίες λαμβάνουν χώρα εντός της ομοσπονδίας. Από τον οποίο αναμένεται να συμμετέχει ενεργά στις συζητήσεις οι οποίες διαδραματίζονται, να τοποθετηθεί ο ίδιος επί των ζητημάτων, συνεισφέροντας στην προσπάθεια επίλυσης των υπό συζήτηση θεμάτων, καθώς και στις τακτικές και στρατηγικές κατευθύνσεις της οργάνωσης.
Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο όλοι οι αγωνιστές πρέπει να έχουν ξεκάθαρους τους λόγους για τους οποίους αγωνίζονται, ενάντια σε ποιους αγωνίζονται και για ποιο πράγμα αγωνίζονται. Για να επιτευχθεί αυτό, θεωρούμε πως η δέσμευση του καθενός σε συνάρτηση με την αυτο-μόρφωση του, ανεξάρτητα από τις δράσεις πολιτικής επιμόρφωσης που πραγματοποιούνται από την ίδια την ομοσπονδία, αποτελεί ένα ζήτημα θεμελιώδους σημασίας. Είναι υποχρέωση του κάθε αγωνιστή να επιζητά την διαρκή πληροφόρηση και πολιτική επιμόρφωσή του, έτσι ώστε να είναι σε θέση να γνωρίζει όσο το δυνατόν καλύτερα τους στόχους της ομοσπονδίας, τις συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα καθώς και τις δραστηριότητες που αναπτύσσονται. Με αυτόν τον τρόπο οι αγωνιστές είναι σε θέση να καταλάβουν τις κατευθύνσεις της ομοσπονδίας (σε πρακτικό και θεωρητικό επίπεδο) και μπορούν να συμμετάσχουν ουσιαστικά στις συζητήσεις, και τις συνελεύσεις και ακόμα να μιλήσουν δημόσια όταν κάτι τέτοιο συμβεί λόγω κάποιων περιστάσεων, και με αυτόν τον τρόπο αυτές οι δραστηριότητες να μην περιορίζονται στα χέρια των λίγων. Βέβαια είναι ιδιαιτέρα σημαντικό η ομοσπονδία να στηρίζει τους αγωνιστές της, και να βοηθάει στο μέγιστο δυνατό βαθμό αυτούς που μπορεί να αντιμετωπίζουν κάποιου είδους δυσκολίες στα παραπάνω.
Οι αναρχικοί αγωνιστές δεν είναι αποξενωμένοι, και δεν ακολουθούν εντολές που έρχονται από τα πάνω, ούτε είναι η βάση για τα συμφέροντα κάποιας πρωτοπορίας (ή ελίτ), όπως συμβαίνει στα πολιτικά κόμματα και στις λοιπές ιεραρχικές οργανώσεις. Οι απόψεις των αναρχικών αγωνιστών εντός της ομοσπονδία δεν είναι απλά γνωμοδοτικές, αλλά και διαβουλευτικές, μιας και είναι τα ίδια τα μέλη της οργάνωσης τα οποία αποφασίζουν για την κατεύθυνσή της και δεν υπάρχουν πρωτοπορίες των οποίων η γνώμη να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από των υπολοίπων. Για εμάς οι απόψεις όλων των μελών της ομοσπονδίας έχουν ακριβώς το ίδιο βάρος σε οποιαδήποτε συζήτηση. Όταν ο Ideal Peres αναφέρθηκε στην δέσμευση και αυτοπειθαρχία, μιλούσε ουσιαστικά για την ατομική δέσμευση πάνω στις συλλογικές αποφάσεις. Όμως πως ακριβώς το παραπάνω λειτουργεί;
Είναι συχνό φαινόμενο στις οργανώσεις που ισχυρίζονται πως είναι οριζόντιες και μη κομματικές να παρατηρείται σημαντική έλλειψη δέσμευσης σχετικά με τα ζητήματα της ευθύνης και της αυτοπειθαρχίας. Κλασσικό παράδειγμα αποτελεί ο μεγάλος αριθμός ατόμων σε ανοιχτές συνελεύσεις, οι οποίοι παραθέτουν απόψεις πάνω σε ζητήματα που δεν έχουν απολύτως καμία γνώση ή αναλαμβάνουν ευθύνες τις οποίες γνωρίζουν εκ των προτέρων πως δεν μπορούν να φέρουν εις πέρας. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτά τα άτομα δεν εμφανίζονται στις επόμενες συνελεύσεις ούτε κάνουν αυτά τα οποία είχαν συμφωνήσει, ισχυριζόμενοι πως για κάποιον λόγο δεν μπορούσαν, και ούτε βέβαια ικανοποιούν τις συλλογικές αποφάσεις. Το χειρότερο όλων είναι πως αρκετοί από αυτούς, όταν τους ζητείται να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις τους, θεωρούν τους εαυτούς τους θύματα κάποιου είδους εξουσιασμού. 
Παραθέτουμε ένα πολύ αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της προαναφερόμενης κατάστασης, σε ένα “ελεύθερο” ραδιοφωνικό σταθμό στην νότια Βραζιλία (του οποίου το όνομα προτιμούμε να μην αναφέρουμε), ο οποίος ξεκίνησε να λειτουργεί ως αυτοδιαχειριζόμενος σταθμός, έτσι ώστε  οποιοσδήποτε επιθυμούσε μπορούσε να παρευρεθεί στις συνελεύσεις και ύστερα από συλλογική συμφωνία να έχει ένα δικό του πρόγραμμα σε κάποιες συμφωνημένες ώρες. Ύστερα από αυτό πολλά από τα άτομα τα οποία είχαν συμφωνήσει να έχουν δικό τους πρόγραμμα, απλά δεν εμφανίστηκαν ποτέ αφήνοντας τον σταθμό χωρίς άτομα να τρέξουν το πρόγραμμα και ταυτόχρονα στερώντας την ευκαιρία από άλλα άτομα. Όταν αργότερα άλλα μέλη της ραδιοφωνικής συλλογικότητας ήρθαν σε επικοινωνία μαζί τους, οι πρώτοι κατηγόρησαν τους υπόλοιπους ως εξουσιαστές, μιας και -σύμφωνα με τους ίδιους- ήταν εντός των δικαιωμάτων τους ασκώντας την “ελευθερία” τους να μην εμφανιστούν και να μην κάνουν το πρόγραμμά τους, παρά την όποια δέσμευση είχαν πάρει οι ίδιοι εξαρχής.
To παραπάνω περιστατικό δυστυχώς δεν είναι κάποιο μεμονωμένο περιστατικό, αλλά μια συνηθισμένη κατάσταση, στον επονομαζόμενο ελευθεριακό χώρο. Για εμάς, αυτό το οποίο στην ουσία συμβαίνει, είναι μια διαστρέβλωση των (ελευθεριακών) αξιών, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την θεώρηση και κατάδειξη συγκεκριμένων συμπεριφορών ως εξουσιαστικές, κοινώς αυτοί οι οποίοι δεσμεύτηκαν (οι ίδιοι) να κάνουν κάποια δράση, ύστερα από συλλογική συμφωνία, την οποία τελικώς ποτέ δεν έκαναν, θεωρούν τους εαυτούς τους θύματα του εξουσιασμού.
Η “δέσμευση και η αυτοπειθαρχία για την πραγματοποίηση των καθηκόντων που ανέλαβε” τις οποίες τονίζει ο Ideal Peres χάνουν οποιοδήποτε νόημα και καταρρίπτονται όταν επικρατούν οι προαναφερόμενες καταστάσεις και νοοτροπίες. Εμείς συμφωνώντας με τον Ideal σχετικά με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται την δέσμευση και την αυτοπειθαρχία, εντός της ομοσπονδίας, θεωρούμε πως πρέπει να υπάρχει όλος ο απαραίτητος χώρος, έτσι ώστε όλες οι απόψεις και οι συζητήσεις να αναλυθούν προσεκτικά, μιας -και όπως αναφέραμε προηγουμένως- όλες τους έχουν ακριβώς το ίδιο “βάρος” στην διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός της οργάνωσης. Έτσι όλες οι δράσεις της ομοσπονδίας, που προφανώς θα πραγματοποιηθούν από τα μέλη της, τίθενται υπό διαβούλευση στις συνελεύσεις. Ούτως ή άλλως η ομοσπονδία δεν μπορεί να κάνει κάτι από μόνη της, δεν έχει κάποιον εγκέφαλο, χέρια ή πόδια για να πραγματοποιεί δραστηριότητες. Έτσι όλες οι δράσεις που αποφασίζονται και τίθενται κάτω από την ευθύνη της ομοσπονδίας, θα πρέπει προφανώς με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να διεκπεραιωθούν από τα μέλη της. Ο Μπακούνιν ήδη από τον 19ο αιώνα φαίνεται να έχει πάρει θέση στο ζήτημα της πειθαρχίας:
“Όντας ο ίδιος πολέμιος της εξουσιαστικής αντίληψης περί πειθαρχίας, αναγνωρίζω παραταύτα πως  ένα κάποιο είδος πειθαρχίας, όχι αυτόματο αλλά προαιρετικό και σωστά κατανοημένο, είναι -και θα συνεχίσει να είναι- απαραίτητο κάθε φορά που ένας μεγάλος αριθμός ατόμων αναλαμβάνει μια συλλογική δράση. Αυτή η πειθαρχία δεν είναι τίποτα παραπάνω από την ελεύθερη και μετά από σκέψη συμφωνία όλων των ατόμων σχετικά με τις ατομικές ενέργειες τους για την επίτευξη του συλλογικού στόχου. Κατά την διάρκεια των δράσεων, εν μέσω του αγώνα, οι διάφορες ξεχωριστές δραστηριότητες διανέμονται φυσικά βάσει με τις  δεξιότητες του καθενός, βάσει της συλλογικής κρίσης: κάποιοι από αυτούς υποδεικνύουν και προτείνουν ενώ άλλοι δέχονται να εκτελέσουν τις υποδείξεις. Όμως καμία υπόδειξη και λειτουργία δεν είναι παγιωμένη, ούτε παραμένει αμετάκλητα συνδεδεμένη με ένα συγκεκριμένο άτομο, μιας και δεν υπάρχει κάποια ιεραρχική αρχή και δομή, έτσι αυτός που μπορεί να έδινε μια εντολή χθες σήμερα θα είναι αυτός που θα εκτελεί τις εντολές  κάποιου άλλου. Κανείς δεν θέτει τον εαυτό του πάνω από τους υπολοίπους, και ακόμα και αν το κάνει θα καταρριφθεί το αμέσως επόμενο λεπτό, όπως τα κύματα της θάλασσας επανέρχονται στο σωτήριο επίπεδο της ισότητας. Εντός αυτού του συστήματος δεν υπάρχει καμία εξουσία και δύναμη, μιας και  αυτές διαχέονται εντός του συλλογικού έχοντας ως αποτέλεσμα την ειλικρινή έκφραση της ελευθερίας του κάθε ατόμου μέσω της πραγματικής και σοβαρής αναγνώρισης και υλοποίησης της βούλησης όλων [...] ” (Μπακούνιν, Τhe Knouto-Germanic Empire, από το Frank Mintz. Bakunin: crítica y acción. Buenos Aires: Colección Utopia Libertaria pp. 74-75. )
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να κάνουμε μια παρένθεση και να πούμε, πως όπως ακριβώς δεν υπάρχει κάποιο “πνεύμα της ομοσπονδίας” το οποίο επιλύει τα προβλήματα και υλοποιεί τις δράσεις, είναι εξίσου βασικό, όταν παίρνονται συλλογικές αποφάσεις να επιμερίζονται και οι ευθύνες, τις οποίες τα μέλη πρέπει να φέρουν εις πέρας. Αυτό είναι εξίσου σημαντικό μιας και ένα συχνό πρόβλημα στις οριζόντιες οργανώσεις είναι το να παίρνονται αποφάσεις για δράσεις και να αποχωρούν όλοι από την συνέλευση χωρίς να έχει υπάρξει καμία συνεννόηση για το ποιος θα διεκπεραιώσει ποια δραστηριότητα. Σε αυτή την περίπτωση συμβαίνουν δύο τινά, είτε κανείς δεν διεκπεραιώνει τις δράσεις, είτε όλες οι δράσεις γίνονται μόνο από τα πιο δραστήρια και ενεργά μέλη της οργάνωσης. Γι αυτό τον λόγο θεωρούμε πως πρέπει να υπάρχει διαμοιρασμός των δραστηριοτήτων μεταξύ των αγωνιστών, με τον κατάλληλο τρόπο ώστε οι δραστηριότητες να κατανέμονται ορθά και χωρίς αυτές να συγκεντρώνονται στα χέρια των πιο δραστήριων και “ικανών” αγωνιστών.
Από την στιγμή που ένας αγωνιστής αναλαμβάνει μια ή περισσότερες δράσεις, αναλαμβάνει ταυτόχρονα και την υποχρέωση να φέρει εις πέρας αυτή την δράση καθώς και την ευθύνη απέναντι στην ομάδα, πρόκειται στην ουσία για την δεσμευτική σχέση που οι αγωνιστές συνάπτουν με την ομοσπονδία. Από την στιγμή που όλες οι συζητήσεις και συνελεύσεις εντός της ομοσπονδίας είναι αμιγώς δημοκρατικές και κανείς δεν αναλαμβάνει καμία απολύτως ευθύνη επειδή είναι υποχρεωμένος, κάθε δέσμευση πρόκειται για μια δέσμευση που ανέλαβε ο κάθε αγωνιστής ύστερα από δική του πρωτοβουλία, καθιστώντας την αποκλειστικά δική του υποχρέωση. Σε περίπτωση που  για οποιονδήποτε λόγο ο αγωνιστής τελικώς δεν μπορέσει να φέρει εις πέρας την δράση που ανέλαβε είναι δική του ευθύνη να ενημερώσει την ομοσπονδία και η δράση αυτή να μεταφερθεί σε κάποιον άλλο. Σε καμία περίπτωση δεν θεωρούμε πως ο έλεγχος από πλευράς της ομοσπονδίας σχετικά με την διεκπεραίωση ή μη των δραστηριοτήτων από τους αγωνιστές είναι κάτι το εξουσιαστικό. Είναι κάτι απαραίτητο και σε περίπτωση που υπάρχει μια συνεχόμενη ασυνέπεια από οποιονδήποτε αγωνιστή, τότε οι υπόλοιποι θα πρέπει να συζητήσουν μαζί του με ειλικρίνεια αυτό το ζήτημα έτσι ώστε το πρόβλημα να επιλυθεί και να μην πληγούν οι δράσεις της ομοσπονδίας.
Η αυτοδιαχείριση είναι η “μηχανή” μιας αυτοδιαχειριζόμενης οργάνωσης, έτσι σε μια τέτοιου είδους οργάνωση όπως είναι η FARJ δεν υπάρχουν ηγέτες και αρχηγοί, οι οποίοι διευθύνουν τους υπολοίπους ή ορίζουν και ελέγχουν την εκτέλεση των δραστηριοτήτων, ο καθένας ο οποίος αναλαμβάνει κάποια δραστηριότητα πρέπει να έχει και την κατάλληλη (αυτο)πειθαρχία για να την φέρει εις πέρας. Παρομοίως όταν η ομοσπονδία αποφασίζει να ακολουθήσει κάποια γραμμή ή να αναλάβει κάποια δράση, είναι η ατομική πειθαρχία η οποία θα επιφέρει την διεκπεραίωση της συλλογικής απόφασης.  Δεν θα έπρεπε να υπάρχει κάποια ανάγκη για εποπτεία, μιας και αναμένεται πως ο καθένας αναθέτει στον εαυτό του την υλοποίηση των δραστηριοτήτων που αποφασίστηκαν από την ομοσπονδία, έτσι το κάθε άτομο αναμένεται να ενημερώνει για την πρόοδο των δραστηριοτήτων που ανέλαβε, και σε περίπτωση που αυτές δεν πραγματοποιούνται, να εξηγεί στους υπολοίπους τον λόγο, λαμβάνοντας πιθανώς κυρώσεις γι αυτό. Όταν υπάρχουν προβλήματα σχετικά με την πρόοδο και την ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων κάποιου μέλους, η ομοσπονδία μπορεί να “κατηγορήσει” τους υπεύθυνους, και έτσι ώστε να μην παρεμποδίζεται το γενικότερο έργο και ο αγώνας. Προφανώς η μορφή του ελέγχου πρέπει να είναι εντός των ορίων του αμοιβαίου σεβασμού και της αναρχικής ηθικής.
Το 1920, συζητώντας πάνω στο ζήτημα της πειθαρχίας ο Μαλατέστα είχε την ακόλουθη προσέγγιση: 
“Πειθαρχία: αυτή είναι η κατάλληλη λέξη για να παραλληλιστεί με την θέληση του συνειδητοποιημένου εργάτη. Ζητάμε επίσης την πειθαρχία, μιας και χωρίς την κατανόηση, και τον συντονισμό των προσπαθειών του καθένα από εμάς για κοινή και ταυτόχρονη δράση, η νίκη είναι πρακτικά αδύνατη. Όμως η πειθαρχία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να είναι μια δουλική και τυφλή αφοσίωση στους ηγέτες, ούτε βέβαια η υπακοή σε αυτούς που δίνουν διαταγές. Η επαναστατική πειθαρχία είναι η συνέπεια στις συμφωνημένες ιδέες, η αφοσίωση στις ευθύνες που έχουν παρθεί, είναι το να αισθάνεται κανείς υποχρεωμένος να  μοιραστεί την εργασία και τα ρίσκα του αγώνα με τους συντρόφους του.”(Errico Malatesta. Anarquistas, Socialistas e Comunistas. Sao Paulo: Cortes p. 24.)
Είναι σημαντικό για εμάς να δώσουμε έμφαση στα παραπάνω λόγια του Μαλατέστα, συμφωνώντας πως αυτή η πειθαρχία και ο έλεγχος δεν θα πρέπει να ακολουθούν εξουσιαστικές πρακτικές και λογικές, τόσο στον έλεγχο των μελών της ομάδας και στις μορφές των κυρώσεων, οι οποίες όπως ήδη αναφέρθηκε πρέπει να λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν τον σεβασμό και την ηθική ανάμεσα στα μέλη της ομάδας. Είναι πολύ σημαντικό για εμάς να διαχωρίσουμε την αυτοπειθαρχία την οποία προάγουμε από την στρατιωτική πειθαρχία, η οποία είναι εκμεταλλευτική και καταπιεστική και η οποία κατά την γνώμη μας δεν διαφέρει σε τίποτα από τις υπόλοιπες γνωστές εξουσιαστικές μεθόδους.
Σχετικά με το ζήτημα της πειθαρχίας στον ελευθεριακό χώρο, αξίζει να μελετήσουμε προσεκτικά την συζήτηση που έλαβε χώρα γύρω από την Οργανωτική Πλατφόρμα των ελευθεριακών κομμουνιστών, που δημοσιεύτηκε από την εξόριστη στην Γαλλία ομάδα  Dielo Trudo. Ύστερα από την δημοσίευσή της το 1926 υπήρξε ένας πλούσιος διάλογος που περιείχε αρκετές διαφορετικές απόψεις, κυρίως σχετικά με ζητήματα οργάνωσης του αναρχισμού, αλλά σχετικά και με άλλα σημαντικά ζητήματα, μεταξύ των οποίων και το ζήτημα της πειθαρχίας, στο οποίο θα επικεντρωθούμε στις επόμενες παραγράφους.
Τόσο η ίδια η Πλατφόρμα, όσο και οι απαντήσεις και οι συζητήσεις που έλαβαν χώρα αργότερα όπως η “Σύνθεση” και η “Απάντηση στην Πλατφόρμα” που γράφτηκε από τον Violin και άλλα μέλη της ΝΑΒΑΤ (αναρχική ομοσπονδία της Ουκρανίας), η πιο αναλυτική κριτική πάνω στην Πλατφόρμα από τον G.P. Maximov με τίτλο “Εποικοδομητικός Αναρχισμός”,  η συζήτηση μεταξύ Νέστωρ Μάχνο και Ερίκο Μαλατέστα με τα γράμματα που αντάλλαξαν μεταξύ τους την περίοδο 1927-1929, η απάντηση του Piotr Arshinov στον Μαλατέστα με τίτλο “Ο παλιός και νέος Αναρχισμός”, μαζί με διάφορα άλλα κείμενα της εποχής αποτελούνε όλα πλούσια πηγή για την συζήτηση μας. Θα μπορούσαμε επίσης να παραθέσουμε κάποια ακόμα σπουδαία κείμενα όπως το  La Response aux Confusionistes de l’Anarchism του Piotr Arshinov, ή τα κείμενα του Alexandre Schapiro που εκδόθηκαν το 1932 στην Solideriedad Obrera, καθώς και τα διάφορα κείμενα του Volin και άλλων στοχαστών όπως των Sebastien Faure, Luigi Fabbri και Camilo Berneri. Επίσης υπάρχουν κείμενα του Μάχνο (Προς Υπεράσπιση της Επανάστασης και Σχετικά με την Επαναστατική πειθαρχία) και του Μαλατέστα (Σχετικά με την συλλογική ευθύνη) τα οποία επίσης θέτουν αρκετά επιχειρήματα και απόψεις στην γενικότερη συζήτηση  πάνω στο ζήτημα της Πλατφόρμας.
Αναφορικά με το υπό εξέταση θέμα στο κείμενο μας, θεωρούμε πως η πιο ενδιαφέρουσα πηγή είναι τα γράμματα μεταξύ Μάχνο και Μαλατέστα. Σκοπός μας βέβαια δεν είναι να υπερασπιστούμε κάποια από τις δυο πλευρές, αλλά να εξετάσουμε τις συνεισφορές και των δυο πλευρών, μιας και έχουμε μια βαθιά εκτίμηση και στους δυο αγωνιστές και πιστεύουμε πως υπάρχουν αξιόλογα και σωστά επιχειρήματα και από τους δυο.
Συμφωνούμε με τους ρώσους εξόριστους όταν αναφέρουν πως “η  άθλια κατάσταση του αναρχικού κινήματος, το οποίο φυτοζωεί, οφείλεται σε αρκετούς λόγους, με βασικότερο την έλλειψη οργανωτικών αρχών και πρακτικών εντός του κινήματος”. Επίσης τονίζουν πως υπάρχει “μια εσφαλμένη ερμηνεία όσον αφορά την ατομικότητα στον αναρχισμό, βάσει της οποίας η ατομικότητα συγχέεται με την έλλειψη οποιασδήποτε υπευθυνότητας”. Θεωρούμε πως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα εντός του ελευθεριακού χώρου αποτελεί το γεγονός πως συχνά οι αρχές της ελευθερίας και της αντιεξουσίας αντιλαμβάνονται ως έλλειψη οποιασδήποτε δέσμευσης, όπως ακριβώς η “έλλειψη υπευθυνότητας” επισημάνθηκε από τους ρώσους συντρόφους. Επίσης πρέπει να συμφωνήσουμε πως όπως οι ίδιοι επισήμαναν “τα ατομικιστικά και χαοτικά χαρακτηριστικά που εντάσσονται στον τίτλο 'αναρχικές αρχές' στην ουσία μεταφράζονται ως πολιτική αδιαφορία, αμέλεια και απουσία κάθε ευθύνης”.
Γνωρίζουμε πως η κριτική των ατομικιστικών αρχών εντός του αναρχισμού είναι σημαντική και απαραίτητη και γι αυτό συμφωνούμε πως “οι ομοσπονδιακές (federalist) αρχές εντός του αναρχισμού έχουν παραμορφωθεί, μιας και πολύ συχνά αντιλαμβάνονται ως το δικαίωμα, υπεράνω όλων, της υποδήλωσης του εγώ κάποιου, χωρίς καμιά υποχρέωση να λαμβάνει υπόψιν του τα καθήκοντα του σε σχέση με την οργάνωση”. Συμφωνούμε με τους Ρώσους όταν αναφέρουν πως “όλοι οι συμμετέχοντες εντός της συμφωνίας και της ένωσης, εκπληρώνουν απόλυτα τα καθήκοντα που ανέλαβαν και συμμορφώνονται με τις συλλογικές αποφάσεις” και πως “οι ομοσπονδιακές αρχές της αναρχικής οργάνωσης, ενώ σαφώς αναγνωρίζουν το δικαίωμα του κάθε μέλους στην ανεξαρτησία του, την ελεύθερη γνώμη, την ατομική ελευθερία και την πρωτοβουλία, απαιτούν παράλληλα από κάθε μέλος να αναλάβει τα προκαθορισμένα καθήκοντα της οργάνωσης καθώς και την εκπλήρωση των συλλογικών αποφάσεων”.
Επίσης οφείλουμε να παραθέσουμε και να μελετήσουμε τις συνεισφορές του Μαλατέστα μέσω της απάντησης του με τίτλο Ένα Σχέδιο αναρχικής Οργάνωσης, στο οποίο τονίζει:
“Αντί να επιδιώκουμε την μεγαλύτερη επιθυμία για οργάνωση εντός των αναρχικών (Πλατφόρμα), φαίνεται σκόπιμο να εξαλείψουμε την προκατάληψη που πολλοί σύντροφοι τρέφουν ως προς την οργάνωση, θεωρώντας πως αυτή σημαίνει την υποταγή σε κάποιον αρχηγό, καθώς και την ύπαρξη μιας συγκεντρωτικής και εξουσιαστικής οργάνωσης, που καταστέλλει οποιαδήποτε ελεύθερη πρωτοβουλία”.
Επίσης αξίζει να εστιάσουμε στα ζητήματα τα οποία δεν είναι πολύ ξεκάθαρα στην Πλατφόρμα. Αν και ο Μαλατέστα υπερέβαλε σε κάποιο βαθμό, αξίζει να σημειωθεί το σχόλιο του, έτσι ώστε να γίνει κατανοητό πως η ανάγκη για ευθύνη την οποία υπερασπιζόμαστε, δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ιεραρχία και εξουσία. Τα σχόλια του Μαλατέστα καταδεικνύουν ακριβώς τα μέσα τα οποία χρησιμοποιούμε για να πετύχουμε τους σκοπούς μας, έτσι τόνισε πως:  “είναι αδιανόητο οι άνθρωποι οι οποίοι πρεσβεύουν τις αναρχικές ιδέες και θέλουν να φέρουν την αναρχία ή τουλάχιστον να συνεισφέρουν στην πραγματοποίηση της σήμερα αντί για αύριο, να ακυρώνουν τις βασικές αρχές του αναρχισμού στην οργάνωση που χρησιμοποιούν για να πολεμήσουν για την νίκη του (αναρχισμού)”. Ενώ τονίζει πως ο σχεδιασμός της αναρχικής οργάνωσης πρέπει να περιλαμβάνει: “την πλήρη αυτονομία, την πλήρη ανεξαρτησία και γι αυτό την πλήρη ατομική και συλλογική ευθύνη, την ελεύθερη συμφωνία μεταξύ αυτών που θεωρούν χρήσιμο να ενωθούν και να συνεργαστούν συλλογικά, καθώς και την ηθική υποχρέωση να τηρούν τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν και να μην δρουν σε αντίθεση με το συμφωνημένο πρόγραμμα”. Τέλος και επιστρέφοντας στην συζήτηση περί μέσων, αναφέρει πως “για να ζήσουμε και να νικήσουμε, δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε τους λόγους για τους οποίους ζούμε και να παραμορφώσουμε τον χαρακτήρα της ενδεχόμενης νίκης. Θέλουμε να πολεμήσουμε και να νικήσουμε, όμως ως αναρχικοί και για την αναρχία”. Και εδώ συμφωνούμε με τον Μαλατέστα, αφού εάν θέλουμε να πετύχουμε τους στόχους μας, δεν πρέπει να παραμερίσουμε τις αρχές μας στο πως θα το κάνουμε αυτό.
Στην απάντηση του ο Μάχνο δηλώνει σωστά: “Αγαπητέ Μαλατέστα, και εσύ ο ίδιος συμφωνείς με την αναρχική επαναστατική ατομική ευθύνη και την υποστήριξες καθόλη την διάρκεια της ζωής σου ως αγωνιστής”. Κάτι το οποίο είναι αληθές αν κοιτάξει κανείς το προαναφερόμενο απόσπασμα του Μαλατέστα για την πειθαρχία, το οποίο συντάχθηκε το 1920 και χρησιμοποιεί τα ίδια επιχειρήματα με τον Μάχνο. Πολύ σωστά, και συμφωνώντας με τις δηλώσεις του Μαλατέστα, ο Μάχνο λέει ότι “Κανένας από εμάς δεν έχει το δικαίωμα να αποφύγει αυτή την ευθύνη, αντιθέτως αν μέχρι τώρα αυτή έχει αγνοηθεί από τους αναρχικούς, χρειάζεται να γίνει, για εμάς του αναρχοκομμουνιστές, αντικείμενο του θεωρητικού και πρακτικού μας προγράμματος”. Επίσης: “μόνο το συλλογικό πνεύμα και η συλλογική ευθύνη των αγωνιστών του θα επιτρέψουν στον σύγχρονο αναρχισμό να βγάλει από τους κύκλους του την  -ιστορικά λάθος- ιδέα, πως ο αναρχισμός δεν μπορεί να είναι ένας οδηγός, στην θεωρία και πράξη, για τις εργατικές μάζες σε μια επαναστατική περίοδο και γιαυτό δεν μπορεί να απαιτεί την συνολική ευθύνη”.
O Μαλατέστα απάντησε και πάλι, συμφωνώντας σε έναν βαθμό με τον Μάχνο, γράφοντας: “Σαφώς, δέχομαι και υποστηρίζω το όραμα, που έχει ο καθένας ο οποίος δρα και συνεργάζεται με άλλους για έναν κοινό σκοπό, πράγμα που απαιτεί την ανάγκη συντονισμού των ενεργειών του με αυτές των συντρόφων του, και την μη υπονόμευση των ενεργειών των υπολοίπων και ως αποτέλεσμα του κοινού στόχου, και κατ επέκταση τον σεβασμό των συλλογικών συμφωνιών, εκτός από την περίπτωση που σκοπεύει να αποχωρήσει από την οργάνωση λόγω διαφοράς απόψεων, ή αλλαγής των περιστάσεων, ή  διένεξης σχετικά με τις επιλεγμένες μεθόδους που καθιστούν την συνεργασία αδύνατη και ακατάλληλη. Έτσι υποστηρίζω ότι όσοι δεν συμμερίζονται ή ασκούν αυτά τα καθήκοντα, θα πρέπει να διώχνονται από την οργάνωση. Πιθανόν όταν μιλάς για συλλογική ευθύνη αναφέρεσαι ακριβώς στην συμφωνία και την αλληλεγγύη που θα πρέπει να υπάρχουν μεταξύ των μελών μιας οργάνωσης. Εάν ναι, τότε η έκφραση σου, υποδηλώνει κατά την γνώμη μου μια εσφαλμένη χρήση της γλώσσας, πράγμα το οποίο θα αποτελούσε μια άσχετη ερώτηση περί φρασεολογίας, και τελικώς θα καταλήγαμε σύντομα σε συμφωνία”.
Θεωρούμε σημαντικό να παραθέσουμε κάποια σημεία από ένα κείμενο το 1926 του Μάχνο με τίτλο Σχετικά με την Επαναστατική Πειθαρχία, όπου αναφέρει: “Η επαναστατική πειθαρχία θεωρώ πως σημαίνει την αυτοπειθαρχία του ατόμου, που τίθεται στα πλαίσια μιας αυστηρώς καθορισμένης συλλογικής δράσης εξίσου επιβαλλόμενης σε όλους, η υπεύθυνη πολιτική γραμμή των μελών αυτής της συλλογικότητας, που οδηγεί στην σύγκλιση και συμφωνία μεταξύ θεωρίας και πράξης”. Ο Μάχνο κλείνει το κείμενο με μια πολύ σημαντική φράση: “Η ευθύνη και η πειθαρχία δεν πρέπει να φοβίζουν τους επαναστάτες, μιας και είναι οι συνταξιδιώτες της πράξης του κοινωνικού αναρχισμού” .
Ένα χρόνο μετά από την μεταξύ τους συζήτηση ο Μαλατέστα εξέδωσε ένα κείμενο με τίτλο Σχετικά με την Συλλογική Ευθύνη, στο οποίο δηλώνει: “H ηθική ευθύνη (και στην περίπτωση μας δεν μπορούμε να μιλάμε για τίποτα άλλο εκτός από ηθική ευθύνη) είναι ατομική εκ φύσεως”. Εν συνεχεία υποστηρίζει πως: “εάν μια ομάδα συμφωνήσει να προχωρήσει σε μια δράση και κάποιος από τους εμπλεκόμενους δεν πραγματοποιήσει όσα είχε δεσμευτεί να κάνει έχοντας ως αποτέλεσμα την αποτυχία της δράσης, τότε όλοι θα πούνε πως ήταν δικό του λάθος, και επομένως αυτός είναι υπεύθυνος και όχι οι υπόλοιποι που έκαναν αυτό που είχαν συμφωνήσει να κάνουν μέχρι τέλους”.
Θεωρούμε πως όλα τα παραπάνω αποσπάσματα προσφέρουν διδάγματα στους ελευθεριακούς σε σχέση με το υπό εξέταση ζήτημα. Σκοπός της ομοσπονδίας μας είναι να έχει μια τέτοια οργάνωση και σχεδιασμό, ώστε να αναδειχθούν αυτά τα στοιχεία της δέσμευσης, της ευθύνης και της αυτοπειθαρχίας, χωρίς να δίνονται αφορμές για αυταρχικές στάσεις, που ξεπερνούν τα αποδεκτά ηθικά όρια, όπως έχουμε ήδη αναφέρει. Η ηθική για εμάς είναι ένας από τους κεντρικούς άξονες της οργάνωσής μας.
Αυτά τα χαρακτηριστικά, σήμερα και πάντα, είναι θεμελιώδους σημασίας για την πραγμάτωση δράσεων οποιασδήποτε οργάνωσης ισχυρίζεται πως είναι σοβαρή και έχει ως στόχο τον κοινωνικό μετασχηματισμό.
Ας δούμε αυτό το ζήτημα χρησιμοποιώντας πρακτικά παραδείγματα από την ομοσπονδία μας. Η FARJ όπως είναι γνωστό δραστηριοποιείται σε δυο μέτωπα, αυτό της κοινότητας και αυτό των καταλήψεων. Για παράδειγμα για τις δραστηριότητες του μετώπου της κοινότητας, η διαχείριση του Centro de Cultura Social do Rio de Janeiro (CCS-RJ, Κοινωνικό Πολιτιστικό Κέντρο) απαιτεί την υπάρξη κάποιου προγράμματος, έτσι ώστε να υπάρχουν άτομα της ομοσπονδίας στο κέντρο τις συμφωνημένες μέρες, με στόχο την επίτευξη των προγραμματισμένων δράσεων και την διατήρηση του χώρου ως ένα ζωντανό κέντρο. Η διαχείριση έχει να κάνει κυρίως με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων προς τις κατευθύνσεις που έχουν παρθεί από την ομοσπονδία, την διασφάλιση πως οι λογαριασμοί του νερού, του ρεύματος κλπ. πληρώνονται στην ώρα τους (αξίζει να προσθέσουμε μια παρένθεση εδώ και να παραφράσουμε μια φράση ενός συντρόφου, που χρησιμοποιούσε για να μας υπενθυμίζει (την εξόφληση των λογαριασμών), λέγοντας πως δεν είναι και πολύ χρήσιμο να περιμένουμε το τέλος του μήνα για να πληρώσουμε τους λογαριασμούς του σουπερμάρκετ και να λέμε στον ταμεία “μα είμαι αναρχικός, είμαι εναντίον του καπιταλισμού”, μιας και αυτό δεν επιλύει τα προβλήματα αυτών που ζουν ακόμα εντός του καπιταλισμού). Τέλος πάντων, υπάρχει μια ολόκληρη σειρά καθηκόντων που η οργάνωση έχει να κάνει και τα οποία, αν δεν υλοποιηθούν, εμποδίζουν τους στόχους που έχουν τεθεί. Η δέσμευση ενός αγωνιστή λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο, εάν συμφωνηθεί πως κάποιος αγωνιστής πρέπει για παράδειγμα να ανοίξει το CCS-RJ, αναμένεται από τους υπόλοιπους πως ο εν λόγω αγωνιστής θα παραβρεθεί την συμφωνημένη ώρα στο μέρος και θα υλοποιήσει την δράση. Το ίδιο προφανώς ισχύει και για όλες τις υπόλοιπες δράσεις που λαμβάνουν χώρα από το μέτωπο της κοινότητας, έτσι ώστε η βιβλιοθήκη Fabio Luz να λειτουργεί τις συμφωνημένες ώρες, τα βιβλία να κατηγοριοποιούνται, οι θεωρητικές συζητήσεις και η συγγραφή μπροσούρων να πραγματοποιούνται στην ομάδα Marques da Costa κλπ.   
Στο μέτωπο των καταλήψεων τα πράγματα λειτουργούν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Υπάρχει μια μεγάλη ανάγκη οι αγωνιστές να παρευρίσκονται στις συνελεύσεις των καταλήψεων και γιαυτό πρέπει να είναι ενήμεροι για τις μέρες, τις ώρες και τα θέματα των συνελεύσεων. Εν συνεχεία είναι σημαντικό οι αγωνιστές να συμμετέχουν στις συνελεύσεις σύμφωνα με τον τρόπο που είχε συμφωνηθεί με το μέτωπο, σεβόμενοι και τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί προς επίτευξη. Οι αγωνιστές πρέπει επίσης να λειτουργούν με τέτοιο τρόπο ώστε οι καταλήψεις να συνδέονται με άλλες, στο συντονιστικό φόρουμ που ονομάζουμε Διεθνιστικό Μέτωπο Αστέγων (Frente Internacionalista dos Sem-Teto, FIST). Η δέσμευση στην περίπτωση των καταλήψεων είναι ακόμα πιο σημαντική από αυτή του μετώπου της κοινότητας, μιας και στο μέτωπο της κοινότητας, ο καθένας δρα σε ένα περιβάλλον που υπάρχουν κυρίως σύντροφοι με παρόμοιες ηθικές αξίες, που έχει ως αποτέλεσμα τον βαθμό της οργάνωσης και δέσμευσης να είναι πιο χαλαρός. Στο περιβάλλον των μητροπολιτικών καταλήψεων, όπως και σε αυτά άλλων κοινωνικών κινημάτων,  υπάρχουν πολλές διαφορετικές ομάδες και, σε διάφορα χρονικά διαστήματα, έχουμε να αντιμετωπίσουμε εχθρούς, όπως τις συμμορίες, την εκκλησία, τα πολιτικά κόμματα, τις καιροσκοπικές αριστερές οργανώσεις, καθώς και άλλους. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να επισημάνουμε την σημασία της οργάνωσης, της δέσμευσης και της πειθαρχίας, μιας και υπάρχει μια έντονη διαμάχη πάνω στο πολιτικό πεδίο (και δύναμη), το οποίο σημαίνει πως αν οι αναρχικοί δώσουν χώρο ή έχουν προβλήματα δέσμευσης κλπ, θα δώσουν την ευκαιρία στις υπόλοιπες οργανώσεις που δραστηριοποιούνται να αποκτήσουν τον έλεγχο του ίδιου του κοινωνικού κινήματος. Δεν υπάρχει κανένα απολύτως πολιτικό περιθώριο, γιαυτό οποιαδήποτε έλλειψη δέσμευσης και ευθύνης στην πραγμάτωση των δράσεων μας δημιουργεί τον χώρο και την ευκαιρία στους υπόλοιπους να επωφεληθούν από αυτό. Εάν θέλουμε οι ελευθεριακοί να είμαστε σε θέση να μπορούμε να επηρεάσουμε ένα κοινωνικό κίνημα περισσότερο από τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις που δραστηριοποιούνται σε αυτό είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι πρέπει να εργαστούμε με τη μεγαλύτερη δυνατή υπευθυνότητα.
Καταλήγουμε τονίζοντας ότι το έργο μας δεν μπορεί να είναι κάτι που λαμβάνει χώρα περιστασιακά και ότι είναι κάτι που μπορούμε να κάνουμε κάποιες φορές, όποτε μας κάνει κέφι. Η δέσμευση που παίρνουμε ως ομοσπονδία, απαιτεί να είμαστε υπεύθυνοι για την αντίστοιχη συνέπεια των δράσεων μας. Αυτό είναι αρκετά δύσκολο μιας και πολλές από τις μάχες που δίνουμε χάνονται. Είναι όμως η μαχητική μας θέληση και δέσμευση που θα μας κάνουν να προχωρήσουμε μέρα με τη μέρα, για να αναπτύξουμε τις δράσεις της ομοσπονδίας και έτσι να μπορέσουμε να ξεπεράσουμε τα εμπόδια και να προετοιμάσουμε το έδαφος για τους μακροπρόθεσμους στόχους μας. Έτσι αντιλαμβανόμαστε πώς μπορούμε να βαδίσουμε προς την ελευθερία.