21/11/13

Ο ΑΝΤΙΕΞΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (και άλλα συναφή)

                           Από το ενδέκατο τεύχος της ασύμμετρης απειλής


    1
«Ελάχιστοι είναι ικανοί να σκεφθούν, όλοι όμως θέλουν να έχουν άποψη».
 Αρτούρ Σοπενχάουερ: η τέχνη του να έχεις πάντα δίκαιο

Τον Ιανουάριο του 2012 αναρτήθηκε στα Indymedia ένα κείμενο κριτικής στην Ασύμμετρη Απειλή, με τίτλο: «Για την συνέχιση και τη διάδοση του ιδεολογικού πολέμου». Για εμάς η κριτική και η αυτοκριτική διαδικασία είναι αναπόσπαστο τμήμα της εν κινήσει και αδογμάτιστης θεωρητικής/πρακτικής ενότητας. Καθόλου δεν μας ενοχλεί η κριτική, ακόμα κι αν αυτή είναι “κακοπροαίρετη”! Η κομμουνιστική τάση του ευρύτερου α/α χώρου έχει εγγράψει στο πολιτικό της  DNA την (αυτο)κριτική διαδικασία, η οποία δεν κατευθύνεται από κάποια εξαρτημένα αντανακλαστικά άμυνας, αλλά εντάσσεται ως οργανικό στοιχείο της αντιεξουσιαστικής μας κοσμοθέασης: ως αντιεξουσιαστές κομμουνιστές κάνουμε μπόλικη κριτική μεταξύ μας και το απολαμβάνουμε κιόλας!

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο καθόλου δεν μας ξένισε η κριτική που μας έγινε, ακόμα και από μια αντίπαλη ματιά. Υπάρχει όμως μια αδυναμία απάντησης σ ‘αυτήν, καθώς υπήρξε τέτοια διαστρέβλωση των θέσεων της Ασύμμετρης, ώστε αρκεί να ανατρέξει κανείς στα προηγούμενα τεύχη για να την εντοπίσει. Από τα σχόλια του προαναφερθέντος κειμένου είναι φανερό πως οι συντάχτες  δεν φρόντισαν να γνωρίσουν έστω και στοιχειωδώς το αντικείμενο της κριτικής τους και επιπλέον η ελλιπής ανάγνωση που έκαναν ενός και μόνο κειμένου, σκόνταψε σε έναν ιδεολογικό παραμορφωτικό καθρέφτη και μια αντίστοιχη μεθολογική ασυναρτησία. Στην ουσία ουδέποτε έγινε στο προαναφερθέν κείμενο κριτική στην Ασύμμετρη Απειλή (ειδικά) ή στον αντιεξουσιαστικό κομμουνισμό (γενικά). Απλά κατασκευάστηκε μια καρικατούρα των θέσεων μας και στο τέλος αντί για να γίνει κριτική στις πραγματικές μας θέσεις, κριτικαρίστηκε ο μαρξισμός- λενινισμός (κι αυτός στις χειρότερες στιγμές του…).

Ωστόσο, αντί για “απάντηση” κρίθηκε αναγκαίο με το παρόν κείμενο να προχωρήσουμε σε ένα εγχείρημα διαύγασης των θέσεων μας σε τρία ζητήματα:  Πρώτον κατά πόσο ο κομμουνισμός είναι οικονομισμός ή αντίθετα είναι ο μόνος πραγματικός πολέμιος της οικονομίας και του κόσμου της. Δεύτερον γιατί θεωρούμε ως δυνάμει υποκείμενο της κοινωνικής επανάστασης το προλεταριάτο και όχι το “άτομο” (το καθαρό άτομο του ιδεαλισμού). Τρίτον τι σημαίνει για εμάς η μαρξική σκέψη και γιατί τη θεωρούμε κομμάτι του λόγου μας.

Υπάρχει πλήρης γνώση πως όσες απόψεις εκφραστούν εδώ δεν είναι ολοκληρωμένες και επιδέχονται περισσότερης βελτίωσης, αλλά θα τολμήσουμε να τις εκφράσουμε ακούγοντας τον Μπούκτσιν: «οι μισοτελειωμένες ιδέες θα πρέπει να προωθούνται εσκεμμένα, όχι επειδή είναι δύσκολο να διαμορφώσουμε ολοκληρωμένες ιδέες, αλλά μάλλον επειδή η ολοκλήρωση μέχρι του σημείου λεπτομερειών θα υπονομεύσει το διάλογο -και είναι ο διάλογος καθ’ αυτός που είναι ουσιαστικός για τις πολιτικές σχέσεις». (1)

Όσο για την κριτική, είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτη, αρκεί να στηρίζεται στις πραγματικές μας θέσεις και όχι σε μία κατασκευασμένη καρικατούρα τους (κι αν ζητηθεί θα δοθεί χώρος και στο έντυπο). Θα μείνουμε πάντα “πιστοί” στην εικονοκλαστική συμβουλή του Μαρξ, που καλούσε σε ανελέητη κριτική των πάντων, κριτική δε θα διστάσει ούτε μπροστά στα ίδια της τα συμπεράσματα…


                                                      2
«Η καρδία του ανθρώπου είναι ένα παράξενο πράγμα, ιδίως όταν ο άνθρωπος την καρδία του την έχει στην χρηματοσακούλα του»
Κ. Μαρξ Το Κεφάλαιο
«Κατά την υλιστική αντίληψη της ιστορίας ο καθοριστικός παράγοντας στην ιστορία είναι σε τελευταία ανάλυση η παραγωγή και αναπαραγωγή της πραγματικής ζωής. Ούτε ο Μαρξ, ούτε εγώ δηλώσαμε ποτέ τίποτε περισσότερο. Αν κάποιος διαστρεβλώσει αυτή τη θέση, υπό την έννοια ότι ο οικονομικός παράγοντας είναι ο μόνος καθοριστικός, την μετατρέπει σε φράση κενή, αφηρημένη και παράλογη»
Ένγκελς προς Μπλοχ(2)

Μέχρι πριν από λίγα χρόνια επικρατούσε στον ευρύτερο α/α χώρο μια τεράστια πνευματική οκνηρία. Είτε βαριόμασταν, είτε αδυνατούσαμε (όχι όλοι βεβαίως, αλλά σαφώς οι περισσότεροι) να ασχοληθούμε με τον τρόπο διάρθρωσης της κοινωνικής ζωής, παραμένοντας δέσμιοι ενός χυδαίου “ακατέργαστου” εμπειρισμού. Και φυσικά αν κάποιος τολμηρός έβρισκε τη διάθεση να ασχοληθεί λιγάκι και με τον τρόπο παραγωγής και αναπαραγωγής της υλικής ζωής και των κοινωνικών σχέσεων, τότε σπεύδαμε χωρίς καθυστέρηση να του κολλήσουμε την ρετσινιά του οικονομιστή. Ίσως από κεκτημένη ταχύτητα, εξ αιτίας μιας αντανακλαστικής αντίδρασης στον τεχνοκρατικό οικονομισμό του παραδοσιακού μαρξισμού- λενινισμού και άλλων συναφών προσωπολατρικών –ισμων. Τα τελευταία χρόνια όμως, κυρίως μετά το 2008 τα πράγματα άλλαξαν. Σπρωγμένοι από τις ίδιες τις αντικειμενικές συνθήκες ψάξαμε και βρήκαμε εργαλεία ανάλυσης και απασχοληθήκαμε με ζητήματα που μέχρι πρότινος αποτελούσαν ταμπού για τον “χώρο” μας και αφορίζονταν επιφανειακά ως δήθεν “οικονομισμός”. Η ίδια η πραγματικότητα μας ανάγκασε: οι μέρες τις πνευματικής οκνηρίας του ευρύτερου α/α χώρου είναι μετρημένες… Τις εύπεπτες απαντήσεις και τις καταψυγμένες ιδεολογίες τις κατάπιε αμάσητες η εποχή μας. Ο εξουσιαστικός τρόπος οργάνωσης της κοινωνικής ζωής δεν έχει πέσει από τον ουρανό, ούτε έχει φυτρώσει από το έδαφος. Είναι αδιάρρηκτα δεμένος με τον τρόπο παραγωγής και αναπαραγωγής της υλικής ζωής και μόνο ο ιδεαλισμός μπορεί να τεμαχίσει αυτήν την οργανική ενότητα. Πάνω στο έδαφος της παραγωγικής ανθρώπινης δραστηριότητας χτίζεται ολόκληρη η κοινωνική ζωή, αφού μέσα από αυτήν την δραστηριότητα όλοι οι άνθρωποι (μετέχοντες στην παραγωγή και μη) εξασφαλίζουν την απαραίτητη αναπαραγωγή της βιολογικής τους ύπαρξης. Πρώτα επιβιώνεις κι ύστερα σκέπτεσαι, έλεγαν οι ρωμαίοι( 3). Πρώτα παράγεις και αναπαράγεις την υλική ζωή σου κι ύστερα  θεσμίζεις, αμφισβητείς, επαναστατείς ή εφησυχάζεις. Πρώτα υπάρχεις ως φυσικό/ βιολογικό ον κι ύστερα ως κοινωνικό/ ατομικό ον . Η βιολογική ύπαρξη και η παραγωγή της υλικής ζωής είναι πρωτογενής (όχι πρωτεύουσες) δραστηριότητες, πάνω στις οποίες χτίζονται οι κοινωνικές σχέσεις ( πράγμα που καθόλου δεν σημαίνει πως αυτές είναι δευτερεύουσες..)

Αλλά ακόμα κι αν χρησιμοποιήσουμε την λέξη “οικονομία” με την τρέχουσα στενή χρήση της (ως μία απλή τεχνοκρατική λειτουργία), πάλι είναι σαφές πως αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές παραμέτρους που συναρθρώνουν την κοινωνική ζωή και δεν μπορούμε να την αγνοούμε στρουθοκαμηλίζοντας, μπας και μολυνθούμε από τον “οικονομισμό”. Δεν είναι ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός που το αποφασίζει αυτό, είναι η ίδια η πραγματικότητα! Ο κομμουνισμός ως πόλεμος εναντίον της κοινωνικής σχέσης/ Κεφάλαιο και ως πρόταγμα επαναστατικής αυτοκατάργησης του προλεταριάτου, όχι μόνο δεν είναι “οικονομισμός”, αλλά το αντίθετο: είναι η κατάργηση της οικονομίας!!

 Ο αριστερός ιστορικός Νίκος Ψυρούκης  γράφει για την μετατροπή του ανθρώπου από τον καπιταλισμό σε Οικονομικό Άνθρωπο (Homo Economicus) : «Ο homo economicus θεωρεί για ανώτατο σκοπό της ζωής του όχι την ελευθερία του ανθρώπου (άρα και την ευτυχία του) μα το κέρδος. Μα το κέρδος είναι αποτέλεσμα και προϋπόθεση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Έτσι οι πολίτες της καπιταλιστικής κοινωνίας, με τη δίψα τους για κέρδος, έρχονται σε αντίθεση με την ιστορική τάση της ιστορικής εξέλιξης […] Χάνοντας το αληθινό νόημα της ζωής, μη έχοντας καμία προοπτική στην ζωή οι πολίτες, το άβουλο και άμορφο αλλοτριωμένο πλήθος, αναζητάει τη φυγή και τη βρίσκει στην αλόγιστη κατανάλωση […] Οι πολίτες των καιρών μας καταναλώνουν ό,τι το σύστημα τους προσφέρει σαν το μυστικό φάρμακο της ευτυχίας και έτσι ταυτόχρονα αυτοκαταναλίσκονται […] Οι πολίτες των ημερών μας, όχι μονάχα δεν γνωρίζουν το αγαθό της ελευθερίας, μα και το φοβούνται (όλοι τους θέλουν το κράτος πατέρα και κηδεμόνα) […] Ο homo economicus είναι πια προϊόν της μαζικής καπιταλιστικής παραγωγής» (4)

Δεν είναι λοιπόν ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός που οικονομικοποιεί τον σύγχρονο άνθρωπο (5), αλλά ο καπιταλισμός που θέλουμε να καταστρέψουμε και όχι να ζήσουμε παράλληλα μ΄ αυτόν με οποιονδήποτε ιδιαίτερο ρόλο, ταυτότητα και διαχωρισμό (του “επαναστατικού” ρόλου συμπεριλαμβανομένου…) Κομμουνισμός είναι η πραγματική κίνηση εναντίον της αποικιοποίησης της ζωής από το κεφαλαίο και την οικονομία του. Και ως πραγματική κίνηση (δηλαδή ως κοινωνική/ ιστορική κίνηση) γνωρίζει πως στην παρούσα κοινωνική οργάνωση παίζει εκτός έδρας, στο γήπεδο του αντιπάλου. Ως επαναστατικό/ ανατρεπτικό πρόγραμμα ξέρει καλά πως : « για να πάρεις θέση ενάντια στην κυρίαρχη κοινωνική δομή, θα πρέπει να μπορείς να την αναγνωρίσεις» (Ν. Luhmann).

Να γιατί πρέπει να γνωρίζουμε καλά τον αντίπαλο, να χαρτογραφήσουμε τα εδάφη του, να μελετήσουμε κάθε σπιθαμή του γηπέδου του. Τι είναι τελικά αυτή η περιβόητη “οικονομία” που δεν πρέπει να την αγγίζουμε μήπως κολλήσουμε τον ιό του “οικονομισμού” και πως μπορεί να διαχωριστεί ετσιθελικά από το σύνολο της κοινωνικής ζωής; Πόση δόση “οικονομίας” κρύβεται άραγε πίσω από την αυτοκτονία στα κρατητήρια νεαρής άνεργης μητέρας ανηλίκου παιδιού, όταν την συλλάβανε να κλέβει ρούχα αξίας 58 ευρώ; Πόση “οικονομία” κρύβεται πίσω από τον θάνατο από το ψύχος 65 χρόνου άστεγου στην Κρήτη ή 75χρονού άστεγου στο Ρίο; Πόση δόση “οικονομίας” υπάρχει στον θάνατο εκατοντάδων αστέγων στην πρωτοκοσμική Ευρώπη, λόγω μιας ολιγοήμερης επέλασης ψύχους; Πόση “οικονομία” κρύβεται άραγε πίσω από τους 1500 πνιγμούς μεταναστών το 2011, όταν προσπάθησαν να διασχίσουν τη Μεσόγειο; Πόση “οικονομία” συναντάμε στο θάνατο από κρυοπαγήματα ενός άραβα μετανάστη και μιας 19χρονής μετανάστριας που εγκλωβίστηκαν σε νησίδα του ποταμού Έβρου, το Γενάρη του 12; Πόση “οικονομία” βρίσκεται πίσω από την επιδημία λοιμώξεων του αναπνευστικού σε παιδιά της Φλώρινας, εξαιτίας της ραγδαίας αύξησης χρήσης καυσόξυλων, μετά την άνοδο της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης; Πόση “οικονομία” βρίσκεται άραγε πίσω από τις λιποθυμίες παιδιών από ασιτία στα ελληνικά σχολειά; Πόση “οικονομία” βρίσκεται πίσω από το γεγονός πως κάθε 3 δευτερόλεπτα πεθαίνει ένα παιδί από την πείνα, από την έλλειψη νερού και από ασθένειες ιάσιμες στον δυτικό κόσμο; Πόση “οικονομία” κρύβεται στον θάνατο 35.000 βρεφών και παιδιών κάτω των 5 ετών, από ασιτία (κάθε χρόνο!); Πόση “οικονομία” βρίσκεται πίσω από τα 2 εκατομμύρια νεκρούς προλετάριους ετησίως από “εργατικά ατυχήματα” και “επαγγελματικές ασθένειες”; Πόση “οικονομία” καταστρέφει τη Φύση και τον Άνθρωπο στο όνομα της μεγιστοποίησης των ιδιωτικών κερδών;

Πόση οικονομία, πόση στατιστική, πόση ιατρική, πόση βιογεωγραφία, πόση μετεωρολογία, πόση κοινωνιολογία, πόση ψυχολογία, πόση θεολογία, πόση σκατολογία τέλος πάντων βρίσκεται πίσω από αυτά τα εξουσιαστικά εγκλήματα του Κεφαλαίου; Ή μήπως τα εγκλήματα αυτά είναι –μεταφυσικώ τω τρόπω- διαταξικά και υπερταξικά; Δεν δικαιούμαστε να σηκώνουμε έτσι απλά αδιάφορα ή αμήχανα τους ώμους και να λέμε πως  «οικονομική ανισότητα υπάρχει και δυστυχώς διευρύνεται»! Όχι, δεν είναι δυστύχημα, δεν σκόνταψε η ανθρωπότητα πάνω στον καπιταλισμό έτσι απλά, δεν τράκαρε με το Κεφάλαιο! Δεν είναι ούτε δυστύχημα, ούτε “φυσικό δίκαιο”. Είναι η διαρθρωτική ταξική βία του Κεφαλαίου (ως κοινωνική σχέση και όχι ως πράγμα) πίσω από αυτές τις ταξικές δολοφονίες και όχι το “δυστύχημα” της οικονομικής ανισότητας! Κάθε θάνατος από πείνα, από σφαίρα μπάτσου, στους δρόμους, στις φυλακές, στον τόπο εργασίας είναι μια ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΣΥΜΠΥΚΝΩΜΕΝΗ και όχι ένα δυστύχημα ή μια στατιστική ή ένα “οικονομικό γεγονός”. Δεν μπορούμε έτσι εύκολα, λοιπόν, να αγνοήσουμε ελέω ιδεολογικοποιημένης άγνοιας, έναν από τους ιδιαίτερους τομείς (εν προκειμένω την οικονομία, με την τρέχουσα έννοια του όρου) συνάρθρωσης του κυρίαρχου εξουσιαστικού σχηματισμού, ούτε μπορούμε να αγνοούμε την πολυπλοκότητα και αλληλοδιείσδυση των κοινωνικών φαινομένων. Και φυσικά δεν μπορούμε να αγνοούμε πως όλα τα κοινωνικά φαινόμενα αναπτύσσονται πάνω στο απαραίτητο έδαφος της παράγωγης και αναπαραγωγής της υλικής ζωής, όποια άποψη κι αν έχει κάποιος για όρους και έννοιες όπως βάση/ εποικοδόμημα, υποδομή/ υπερδομή.

Για εμάς λέξεις και όροι όπως: Κεφάλαιο, Προλεταριάτο, Ταξική πάλη, Υπεραξία, Αξία Χρήσης, Αλλοτρίωση κλπ. δεν είναι απλές οικονομικές κατηγορίες! Εκφράζουν βαθύτερα νοήματα από την επιφανειακή ανάγνωση ενός χυδαίου μαρξισμού και ενός εξίσου χυδαίου αντιμαρξισμού.

Επιπλέον, όποιος διαβάσει έστω κι ένα έντυπο της κομμουνιστικής τάσης α/α χώρου θα δει ολοκάθαρα πως κανείς δεν μιλά για οικονομική/ τεχνοκρατική κρίση του καπιταλισμού, όπως κάνει η κυρίαρχη συστημική προπαγάνδα, αλλά και η ιδεολογικοποιημένη άγνοια. Το αντίθετο συμβαίνει: διαρκώς τονίζεται πως η τρέχουσα κρίση είναι μια ΚΑΘΟΛΙΚΗ κρίση αναπαραγωγής του υπάρχοντος status quo και των κοινωνικών σχέσεων (της σχέσης- Κεφάλαιο). Είναι μια ΣΥΝΟΛΙΚΗ συστημική κρίση που παίρνει διάφορες μορφές. Μπορεί σημείο εκκίνησης να είναι η κρίση υπερσυσσώρευσης του Κεφαλαίου, αλλά αυτό δεν είναι ένα σκέτο “οικονομικό” γεγονός: « Η κρίση θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως ένα κοινωνικό, και όχι οικονομικό, φαινόμενο, ως κρίση της κοινωνικής σχέσης μεταξύ Κεφαλαίου και προλεταριάτου» (Bruno Astarian) (6). Γράφαμε στο “έκλειψη και “επανεμφάνιση της προλεταριακής ανταρσίας” : «[…] είναι φανερό πως πλέον ζούμε σε συνθήκη καθολικής κρίσης αναπαραγωγής του υπάρχοντος status quo, όχι μονάχα στο επίπεδο της λεγόμενης οικονομίας, αλλά σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής. Η ύπαρξη της αστικής κοινωνίας αμφισβητείται όλο και πιο απειλητικά, ή πιο ορθά: η κρίση διευρύνει τα πλαίσια μέσα στα οποία μπορεί να πραγματωθεί η ολική επίθεση στην αστική κοινωνία».

Ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός, λοιπόν, όχι μόνο δεν είναι “οικονομισμός” αλλά είναι ο κατ’ ουσία αντιοικονομισμός: η καταστροφή της οικονομίας και των κρίσεων της, η καταστροφή της οικονομίας και της ομαλότητας της, μέσα από την επαναστατική διαδικασία, την κομμμουνιστικο-ποίηση των κοινωνικών σχέσεων και τη διαμόρφωση της αταξικής (αναρχικής και κομμουνιστικής) κοινωνίας. Το γνήσιο αντι- οικονομιστικό περιεχόμενο του κομμουνισμού περιγράφεται από τον Ζιλ Ντωβέ: για να ξαναγίνουμε ανθρώπινοι πρέπει να καταστραφεί η εμπορευματική παραγωγή που στοχεύει στη συσσώρευση κεφαλαίου, δηλαδή να καταστρέψουμε τη μισθωτή εργασία, το χρήμα, την αγορά, την επιχείρηση, το κράτος! (στο “έκλειψη και επανεμφάνιση του κομμουνιστικού κινήματος”, εκδ. κόκκινο νήμα)

Αυτός είναι ο κομμουνισμός: όχι η επιφανειακή, αλλά η κατ’ ουσίαν αναρχία! Δεν εκφράζει κάποιον “ευσεβή πόθο”, αλλά περιγράφει μία ήδη υπαρκτή τάση μέσα στην κοινωνία, μία τάση που βρίσκεται σε σπερματική μορφή. Δεν μιλάει πλέον για ιδανικές κοινωνίες, παρά μόνο για ηδονικές κοινωνίες. Δεν είναι ιδέα σφηνωμένη σε μυαλά, είναι η πραγματική κίνηση που προκύπτει από τις ίδιες τις υπάρχουσες προϋποθέσεις. Δεν δίνει έτοιμες συνταγές και manual επαναστατισμού. Είναι η ανακάλυψη των δυνατοτήτων μας, είναι η ανάδυση της επινοητικής/ δημιουργικής μας ικανότητας ή με τα λόγια του Μαρξ προς τον Ρούγκε: «πρέπει και ο καθένας μας να ομολογήσει στον εαυτό του ότι δεν έχει καμία επακριβή ιδέα για το τι  πρέπει να γίνει. Ωστόσο, αυτό ακριβώς αποτελεί το προτέρημα της νέας τάσης- ότι δεν προβλέπουμε, με δογματικό τρόπο τον καινούργιο κόσμο, αλλά θέλουμε να τον βρούμε μέσα από την κριτική του παλιού»(1843). Τον δρόμο για τον κομμουνισμό τον ανοίγουμε περπατώντας, μέσα από την πρακτική μας κίνηση (που εμπεριέχει και την υλική βία) εναντίον του κεφαλαίου και του κράτους του, εναντίον του υπάρχοντος status quo.

Ποτέ δε θα μιλήσουμε με νεφελώδη προτάγματα που ακροβατούν στα όρια του υποκειμενιστικού παραληρήματος, όπως η περιβόητη (ολίγο νετσαγιεφική, ολίγο πριμιτιβιστική): «ολική καταστροφή του υπάρχοντος». Αλήθεια πιο είναι το καλά κρυμμένο περιεχόμενο του πράγματος αυτού; Για παράδειγμα, μέσα στον πανκαταστροφικό παροξυσμό μας πρέπει να καταστρέψουμε και τα μέσα παραγωγής; Μα αν γίνει κάτι τέτοιο θα σταματήσουν οι άνθρωποι να είναι τροφοπαραγωγοί και θα επιστρέψουν στο στάδιο των κυνηγών/ τροφοσυλλεκτών. Αλλά κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε λιμοκτονία δισεκατομμυρίων ανθρώπων, αφού ο τροφοσυλλεκτικός τρόπος κοινωνικής οργάνωσης μπορεί να ικανοποιήσει την αναπαραγωγή της βιολογικής ύπαρξης περιορισμένου μόνο αριθμού ανθρώπων! Άρα μια “ολική καταστροφή” (που ως “ολική” περιλαμβάνει και τα μέσα παραγωγής και αναπαραγωγής της υλικής ζωής), θα δημιουργήσει ένα είδος πρωτόγνωρης τυραννίας που όμοια της δεν θα έχει ζήσει ποτέ η ανθρωπότητα (7). Η “απόλυτη ελευθερία” της “ολικής καταστροφής”, όμως, στην πραγματική ζωή μπορεί να πραγματωθεί μόνο αν οι αντιφάσεις του κεφαλαίου φτάσουν σε τέτοιο σημείο που θα προκαλέσουν ένα πυρηνικό πόλεμο ή μία οικολογική καταστροφή! Αυτός είναι ο μεγαμηδενισμός του Κεφαλαίου, το οποίο πολεμάει με λύσσα και συνείδηση ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός. Μέχρι να τον πετάξει μια και καλή στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας, μαζί με την οικονομία του, το κράτος, το χρήμα (8), το εμπόρευμα, τη μισθωτή σκλαβιά, την ιδιωτική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και αναπαραγωγής του υλικού βίου. Μέχρι να πετάξουμε στα σκουπίδια τον “ελεύθερο ανταγωνισμό”, μέχρι να δημιουργήσουμε την κοινωνία των αλληλέγγυων κοινωνικών σχέσεων (γιατί ο κομμουνισμός προτάσσει την αλληλεγγύη πρωτίστως ως κοινωνική σχέση και δευτερευόντως ως εσωτερική λειτουργία του “χώρου”). Μέχρι να χτίσουμε την παγκόσμια κομμούνα: « Η χειραφέτηση δεν είναι τίποτα λιγότερο από τον μετασχηματισμό της παγκόσμιας αγοράς σε μια παγκόσμια κομμούνα, όπου η ιδιωτική ιδιοκτησία θα έχει δώσει τη θέση στην από κοινού ρύθμιση της ζωής». (φίλες και φίλοι της αταξικής κοινωνίας- 28 Θέσεις για την ταξική κοινωνία μτφ. Conghnorti).

Κομμουνισμός είναι η επαναοικειοποιήση των συνθηκών ύπαρξης μας, η πλήρης ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και δημιουργικότητας, η ανάδυση της ελεύθερης καθολικής ατομικότητας. Για εμάς μόνο ο κομμουνισμός είναι γνήσια αναρχία, μόνο η αναρχία είναι γνήσιος κομμουνισμός και μόνο η αναρχία και ο κομμουνισμός είναι γνήσιος ατομικισμός (βλ. “κομμουνισμός: το ανώτατο στάδιο του ατομικισμού” στο 4ο τεύχος της ασύμμετρης).


Ο κομμουνισμός δεν είναι ένα όραμα για το μέλλον( είναι ΚΑΙ αυτό). Δεν είναι εμπειρικό βίωμα στο εδώ κα στο τώρα (είναι ΚΑΙ αυτό). Δεν είναι μια νοσταλγία για τον “χαμένο παράδεισο” του αρχέγονου κομμουνισμού (κάποτε ήταν ΚΑΙ αυτό). Είναι πραγματική κίνηση στο υπάρχον, επικαιρικοποιεί το περιεχόμενο του από την αρχαιότητα (9) ως σήμερα μέσα στα πλαίσια των πραγματικών κοινωνικών σχέσεων και δεν αποτελεί με κανέναν τρόπο μια υπερβατική ιδέα, μια αλήθεια, ένα κοινό καλό (και άλλα τέτοια ιδεολογικά περιττώματα).

Ως πραγματική κίνηση ο κομμουνισμός μετέχει στον κοινωνικό/ ταξικό ανταγωνισμό που υπάρχει στο σήμερα, όχι επειδή λατρεύει το διεκδικητισμό. Όπως έλεγε ο Μαρξ, μια αύξηση των μισθών απλώς χαλαρώνει για λίγο την χρυσή αλυσίδα που σφυρηλάτησε για τον εαυτό του ο προλετάριος. Και συμπλήρωνε ο Μπορντίγκα πως η αθλιότητα (miseria) του προλεταριάτου: «δεν αλλάζει αν κάποια μέρα οι μισθοί ορισμένων εξ αυτών, σε συγκεκριμένα επαγγέλματα, τους επιτρέψουν το μπουρδέλο, το σινεμά και ΤΗΝ απόλαυση, μια συνδρομή στην Unita. Το προλεταριάτο δεν γίνεται φτωχότερο όταν πέφτουν και οι μισθοί, ούτε πλουσιότερο όταν οι μισθοί ανεβαίνουν και οι τιμές πέφτουν. Δεν είναι πλουσιότερο όταν εργάζεται και φτωχότερο όταν είναι άνεργο. Όποιος έχει ξεπέσει στην τάξη των μισθωτών είναι φτωχός με ένα απόλυτο τρόπο».

Το κομμουνιστικό κίνημα ως πραγματική κίνηση ενάντια στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων μετέχει σε όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού/ ταξικού ανταγωνισμού γιατί γνωρίζει καλά πως: «η δράση ξεπηδά από άμεσα υλικά αίτια και όχι από τις φράσεις που το συνοδεύουν» (10). Και η δράση αυτή είναι που ενίοτε σπάει το διεκδικητικό κέλυφος των κοινωνικών αγώνων και τους επαναστατικοποιεί. Έτσι γίνονται οι επαναστάσεις: από τη γαλλική επανάσταση ως τη ρωσική και από την κομμούνα του 1871 ως την Ισπανία του 36. Έτσι δημιουργείται η ιστορία, μέσα στον πραγματικό κόσμο μέσα στην κοινωνία, ξεκινώντας από υλικά αίτια: όταν οι καταπιεσμένοι δεν θέλουν πια να καταπιέζονται, όταν οι πεινασμένοι δεν θέλουν πια να πεινούν. Από αυτά τα “βάναυσα” υλικά αίτια οι καταπιεσμένοι πλάθουν ιστορία, μεταστοιχειώνουν κοινωνικές σχέσεις και όχι από μια σφηνωμένη στα κεφάλια ιδέα περί “Ελευθερίας- ισότητας- αδελφοσύνης” (στη Γαλλική Επανάσταση) ή “απόλυτης ελευθερίας” (στον αναρχισμό). Αυτά είναι απλώς τα συνθήματα που συνοδεύουν την πραγματική υλική δράση (η οποία προκύπτει από εξίσου υλικά αίτια) και όχι το περιεχόμενο της δράσης αυτής.

Επαναστατική ιστορία δημιουργούν π.χ. οι εξεγερμένοι της πλατείας Ταχρίρ: δημιουργούν ιστορία στην πράξη και όχι απλά προβλήματα αστυνόμευσης! Αν δεν συμπράττεις σε αγώνες για “ψωμί και επιβίωση”, επειδή τους θεωρείς “βάναυσους” (με την αριστοτελική έννοια) (11), τότε είναι που δεν μπορείς να αγωνιστείς για μια ζωή χωρίς μισθούς, χρήμα , κράτος, εξουσία, σχέσεις καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Γιατί τότε αποκόβεσαι από την κοινωνική πραγματικότητα και από τις συνθήκες που γεννούν την επαναστατική διαδικασία (ως κοινωνική/ ιστορική δραστηριότητα και όχι ως απλή ατομική- υπαρξιακή ανταρσία, α λα Στίρνερ). Επιπλέον, μόνο αυτοί οι αγώνες εμπεριέχουν δυνητικά το ενδεχόμενο διάρρηξης του διεκδικητικού κελύφους, ώστε να δημιουργήσουν επαναστατική κρίση. Ακόμη και μια ποσοτική συσσώρευσή τους, ενδέχεται να δημιουργήσει ποιοτικές μεταβολές, να δημιουργήσει μία καθ’ οδόν ριζοσπαστικοποίηση. Και αυτό δεν είναι αφηρημένο θεωρητικό σχήμα, είναι η ίδια η διαλεκτική της ιστορίας. Και ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω…


3
«Το προλεταριάτο δεν είναι η εργατική τάξη. Είναι η τάξη της κριτικής της εργασίας. Είναι η πανταχού παρούσα καταστροφή του παλιού κόσμου, αλλά μόνο δυνητικά» Ζιλ Ντωβέ (12)

Η δυσανάλογη κεντρικοποίηση των κοινωνικών αντιφάσεων και η εύπεπτη απάντηση του (υπαρκτού ως ένα βαθμό) φαινομένου της “εθελοδουλίας” είναι ένας ακόμη ιδεολογικός παραμορφωτικός καθρέφτης που συσκοτίζει. Οι αναρχικοί του 21ου αιώνα νομίζαμε πως καινοτομούσαμε όταν καταγγέλλαμε σε όλους τους τόνους τον μικροαστισμό, αλλά απλώς “ανακαλύπταμε” το προφανές. Ήδη ένα αιώνα πριν από μας, ο Λένιν θεωρούσε τον μικροαστισμό ως κοινωνικό στήριγμα της αστικής τάξης, πλάι στην αστυνομία και τον στρατό (που αποτελούν τα κατασταλτικά της στηρίγματα). Για να μην μιλήσουμε και για χιλιάδες χρόνια πριν, όταν ο Σόλωνας σχολίαζε γι’ αυτό που σήμερα αποκαλούμε “κοινωνική εθελοδουλεία” : «Εσείς οι ίδιοι κάνατε τους τυράννους μεγάλους, δίνοντας σ’ αυτούς οχυρά.  Γι’ αυτό πέσατε σε κακή δουλεία. Ο καθένας από εσάς περπατάει με προσοχή σαν αλεπού και όλοι μαζί έχετε αποχαυνωμένο μυαλό) (13). Αρκεί όμως αυτό;

Η μεταφυσική ανάγνωση ενός φαινομένου το θέλει αναλλοίωτο και αμετάβλητο, πιάνεται από ένα υπαρκτό μεν φαινόμενο, αλλά το μουμιοποιεί, το κεντρικοποιεί, αρνούμενη να δει τη διαρκή κοινωνική ρευστότητα. Έτσι, ο ιδεολογικός παραμορφωτικός καθρέφτης εμποδίζει την αναγνώριση τις σημερινής δραστηριότητας κρίσης του προλεταριάτου, μέσα στην τρέχουσα όξυνση του κοινωνικού/ ταξικού ανταγωνισμού. Η αν- ιστορική ανάγνωση αρνείται πεισματικά να δει τις επαναστατικές δυνατότητες που εμπεριέχονται στην παρούσα ιστορική στιγμή: «Η Ιστορία έχει δείξει ότι κάθε στιγμή το απρόβλεπτο της ενδεχομενικότητας των εξελίξεων μετατρέπεται σε ιστορική τάση με τρόπους και παραλλαγές που ξεπερνούν την όποια “έγκυρη” πρόβλεψη. (14)

Τον 19ο αιώνα, που ήταν ένας αιώνας γενικότερης υπεραισιοδοξίας, ο επαναστατικός οπτιμισμός γέννησε και έναν συνακόλουθο ιστορικό και οικονομικό ντετερμινισμό, ορατό ακόμα και στους Μαρξ, Μπακούνιν, Κροπότκιν κλπ. Σήμερα, όμως, μετά την ενσωμάτωση στον καπιταλισμό της δυτικής εργατικής τάξης, έχει χαθεί πλέον η έννοια ενός προκάτ επαναστατικού υποκειμένου, που έχει ως ιστορική αποστολή την ανθρώπινη χειραφέτηση. Γράψαμε στο “American Beauty” : « Η μικροαστικοποιήση φυσικά, δε σημαίνει το τέλος του ταξικού πολέμου, αλλά το τέλος των μύθων  γύρω από αυτόν: καμιά κοινωνική τάξη δεν είναι από τη φύση της επαναστατική. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε εργαλειοποίηση των ζωντανών υποκειμένων και πλήρη άγνοια των διεργασιών και της κινητικότητας στο εσωτερικό της κοινωνίας. Η κοινωνία είναι ένα πεδίο πολλαπλών δυνατοτήτων και η πραγματικότητα διαρκώς ρέουσα». Γι’ αυτό και δε μιλάμε για “επαναστατικό υποκείμενο” γενικά και αόριστά, αλλά για εν δυνάμει επαναστατικό υποκείμενο: « το προλεταριάτο είναι δυνάμει επαναστατικό υποκείμενο […] μετατρέπεται σε εν ενεργεία υποκείμενο εκείνο το τμήμα του (ως άτομα, ως ομάδες και ως τάξη την ίδια στιγμή) όταν ενεργοποιεί την λανθάνουσα επαναστατικότητά του και από αντικείμενο της παραγωγής και αναπαραγωγής του καπιταλισμού, μετατρέπεται σε υποκείμενο της επανάστασης, από τάξη καθ’ αυτή γίνεται τάξη διεαυτή». (Ασύμμετρη 10). Εδώ πρέπει ν’ ανοίξουμε μια απαραίτητη παρένθεση. Η διάκριση ανάμεσα σε “τάξη καθεαυτή” και “τάξη διεαυτή ” (από δύναμις σε ενέργεια, με την αριστοτελική έννοια) και η  “μετάβαση” από τη μία κατάσταση στην άλλη, δεν είναι χωρισμένη με απαράβατα σύνορα: είναι μια δυναμική διαδικασία. Επιπλέον, πριν κάνουμε τέτοιου είδους μεθοδολογικές διακρίσεις, θα πρέπει να κατανοήσουμε πως δεν αποτυπώνουν πλήρως την πραγματικότητα, άλλα ως ένα βαθμό, μετατρεπόμενες σε δίκοπο μαχαίρι: «Κάθε τέτοια προσπάθεια για τον προσδιορισμό σταδίων σε ένα οποιοδήποτε εξελικτικό ή αναπτυξιακό συνεχές […] είναι διπλά καταδικασμένη ως ατελής. Πρώτον, επειδή κάθε στάδιο αναπτύσσεται μέσα από κάποιο προγενέστερο στάδιο, η χάραξη ορίων αποβαίνει αναπόφευκτα αυθαίρετη […] Δεύτερον, οι αλληλουχίες μιας αναπτυξιακής πορείας δεν είναι σταθερές, επομένως περιπτώσεις οι οποίες ταξινομούνται στο ίδιο στάδιο, αναπόφευκτα αποδεικνύονται ετερογενής […] Παρ’ όλα αυτά, τα αυθαιρέτως διαγραμμένα στάδια εξασφαλίζουν μία χρήσιμη συντομογραφία για να εξετάσει κανείς τη ποικιλομορφία[…] των ανθρώπινων κοινωνιών, υπό τον όρο ότι έχει κανείς κατά νου τις παραπάνω επιφυλάξεις.» (15)

Μ’ αυτές τις επιφυλάξεις, λοιπόν, χρησιμοποιούμε και τη διάκριση του προλεταριάτου σε “τάξη καθεαυτή” (που υπάρχει αντικειμενικά) και σε “τάξη διεαυτή” (όταν γίνεται υποκείμενο επαναστατικής/ιστορικής δημιουργίας), γνωρίζοντας πως δεν αποτυπώνει ολοκληρωμένα την πολυπλοκότητα και την δυναμική- εξελικτική κοινωνική κίνηση. Μ΄ αυτό δε λέμε πως η διάκριση ανάμεσα σε “καθεαυτή” και  “διεαυτή” τάξη είναι λανθασμένη, όπως θεωρούν αρκετοί σύντροφοι (π.χ. Blaumachen) αλλά πως από μόνη της είναι ανεπαρκής.  Κλείνει παρένθεση.

Γιατί, όμως, θέτουμε ως επαναστατικό υποκείμενο το προλεταριάτο ( έστω και δυνητικά) και όχι το “άτομο”; Πρώτα από ‘όλα όταν μιλάμε για επανάσταση δεν εννοούμε τη στιρνερικού τύπου ατομική-υπαρξιακή ανταρσία. Με τον όρο επανάσταση εννοούμε την κοινωνική- ιστορική διαδικασία που μεταβάλει την πραγματική ζωή. Και τέτοιου είδους επαναστάσεις δε γίνονται από “άτομα” (από τα Καθαρά Άτομα του Ιδεαλισμού: εξωκοινωνικά και υπερταξικά). Μια ολιστική προσέγγιση (υλιστική και διαλεκτική)  βλέπει το άτομο όχι ως ξεκομμένο ον, αλλά ως αδιάσπαστο κομμάτι της κοινωνίας στην οποία εντάσσεται, είναι οργανωμένο κομμάτι της. Μέσα σ’ αυτή τη κοινωνία συγκροτεί την Ατομικότητα του, την ξεχωριστή του προσωπικότητα (με αριστοτελικούς όρους, το κάθε άτομο εντάσσεται στο “προσεχές γένος” ως πολιτικό- κοινωνικό ον, αλλά η ξεχωριστή του προσωπικότητα είναι η “ειδοποιός διαφορά” που το κάνει μοναδικό και ανεπανάληπτο, ως ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΑΤΟΜΟ.) Το κοινωνικό άτομο δεν είναι μια σταθερή και αμετακίνητη οντότητα, άλλα αποτελεί μια ρέουσα πραγματικότητα. Δεν είναι σκέτο άτομο (παρά μονό σε μεταφυσικά κεφάλια), άλλα είναι ταυτόχρονα, τη ίδια στιγμή : Εξατομικευμένο- Κοινωνικό- Ιστορικό- και Ταξικό Ον. Ως αδιάσπαστο και αξεχώριστο κομμάτι ενός ευρύτερου συνόλου, όχι μόνο δεν χάνει την ατομικότητα του, αλλά αντιθέτως εκεί την διαμορφώνει, υπερβαίνοντας την απλή ζωική/ βιολογική λειτουργία. Ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που δημιουργεί δυναμικά την κοινωνική του ιστορία. Μια γνωστή ιδεαλιστική μπούρδα λέει: « γύρισα όλο τον κόσμο, είδα πολλούς ανθρώπους, αλλά πουθενά δεν είδα την Ανθρωπότητα». Δεν υπάρχει Ανθρωπότητα σαν υπερβατική ουσία, αλλά σε κάθε Άτομο αντανακλάται ολόκληρη η ανθρωπότητα και η Ιστορία της…

Στην ταξικά κατακερματισμένη κοινωνία, η κάθε κοινωνική τάξη (προσοχή! ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ και όχι οικονομική τάξη…) δεν είναι μια απλή συνένωση ατόμων, μια άλλη ποσοτική ένωση. Δημιουργεί μια διαφορετική ποιότητα. Αν θέλουμε να βλέπουμε την επανάσταση ως κοινωνική μεταστοιχείωση, ως μεταβολή κοινωνικών σχέσεών, ως κοινωνική- ιστορική διαδικασία, τότε θα δούμε πως κάθε φορά πραγματικό υποκείμενο της ιστορικής αλλαγής υπήρξε η κοινωνική τάξη και όχι το Καθαρό Άτομο: τη Γαλλική Επανάσταση δεν την έκανε ο Ροβεσπιέρος, αλλά οι λεγόμενοι “Τρίτη Τάξη”, την κομμούνα του 1871 δεν την έκανε ο Μαρξ ή ο Μπακούνιν, την επανάσταση του ‘17 δεν την έκανε ο Λένιν ή ο Μάχνο, την επανάσταση της Ισπανίας δεν την έκανε ο Ντουρρούτι, την αντίσταση του 41-49 στην Ελλάδα δεν την έκανε ο Βελουχιώτης ή ο Ζαχαριάδης: ήταν τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, ήταν οι πληβειακές και προλεταριακές “μάζες” (κατά κύριο λόγω) που διαμόρφωσαν αυτές τις ιστορικό- κοινωνικές επαναστάσεις. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως οι ξεχωριστές ηγετικές προσωπικότητες (εν προκειμένω Ροβεσπιέρος, Μαρξ, Μπακούνιν, Λένιν, Μάχνο, Ντουρρούτι κλπ) δεν παίζουν κανένα ιστορικό ρόλο. Παίζουν και παραπαίζουν, αλλά δεν είναι αυτοί που διαμορφώνουν μονάχοι τους την Ιστορία, όπως νομίζει ο ιδεαλισμός.

Με δύο λόγια, δεν είμαστε εμείς που θέτουμε το προλεταριάτο (στην παρούσα ιστορική συγκυρία) ως εν δυνάμει επαναστατικό υποκείμενο, αλλά η ίδια η ιστορική πραγματικότητα.

Σε αντίθεση με την ολιστική προσέγγιση του αντιεξουσιαστικού κομμουνισμού, ο μεθοδολογικός ατομοκεντρισμός βλέπει την κοινωνία ως απλό άθροισμα ατόμων και τις κοινωνικές σχέσεις ως δι- ατομικές σχέσεις (ως άθροισμα ατάκτως ερριμμένων ποσοτικών σχέσεων). Η κοινωνική δράση είναι ένα απλό αποτέλεσμα υποκειμενικών νοηματοδοτήσεων και το άτομο γίνεται κύρια και έσχατη μονάδα ανάλυσης και οι υπερατομικές οντότητες προσεγγίζονται ως απλή προέκταση των ατόμων και των σκοποθεσιών τους (16). Ο ατομοκεντρισμός αν είναι συνεπής με την αποδομητική του λογική, τότε θα πρέπει να ξεπεράσει τον ίδιο του τον εαυτό, να προκαλέσει τη ίδια του την αυτοανάφλεξη μέσα από τον βιολογικό ντετερμινισμό: δεν υπάρχουν ούτε άτομα, παρά μόνο σύνολα από βιοχημικές αντιδράσεις! Στο τέλος, ο μεθοδολογικός ατομοκεντρισμός μέσα στο υποκειμενίστικο παραλήρημά του, ορίζει ως “επαναστατικό υποκείμενο” το Καθαρό Άτομο: αφού πρώτα έχει ακρωτηριάσει τόσο την Επανάσταση όσο και το Άτομο! Εκτρέπεται γρήγορα σε Κοινωνικό Δαρβινισμό, με αναρχίζουσα φρασεολογία, που υμνεί τη Δύναμη και αισθητικοποιεί τη βία.(17). Εκτρέπεται γρήγορα και σε πλατωνικού τύπου ιδεαλισμό, βλέποντας γύρω του “Ολικές Καταστροφές” και “Απόλυτες” Ελευθερίες : δεν υπάρχει πιο Ολικός και Απόλυτος Ιδεαλισμός από αυτόν!!
 Μέσα σ’ αυτόν τον ιλιγγιώδη υποκειμενισμό νομίζει πως υπάρχουν άτομα εντός των κυρίαρχων αλλοτριωτικών σχέσεων που με μαγικό τρόπο “αρνούνται κάθε ρόλο” και έχουν “απαλλαγεί από όλα τα συστατικά του σύγχρονου πολιτισμού”!!! Για παράδειγμα, ένας “αρνητής εργασίας” νομίζει πως αρνούμενος να εργασθεί παύει να δημιουργεί πλούτο για τ’ αφεντικά και έτσι “αρνείται κάθε ρόλο”. Μέγιστη αυταπάτη! Καπιταλισμός δεν είναι μόνο η παραγωγική διαδικασία των εμπορευμάτων, είναι και η κυκλοφορία και η κατανάλωσή τους. Δεν δημιουργούμε μόνο με την εργασία μας πλούτο για τ΄ αφεντικά, αλλά και με την κατανάλωσή μας. Κι έτσι η “άρνηση κάθε ρόλου” πάει περίπατο. Στο τέλος, ακόμα και οι απλές βιολογικές μας ανάγκες δεν απαλλάσσονται “από όλα τα συστατικά του σύγχρονου πολιτισμού”: δε χέζουμε στα βουνά και στα λαγκάδια, αλλά σε καθωσπρέπει πολιτισμένες τουαλέτες, που αποτελούν αποτέλεσμα της παραγωγικής ανθρώπινης δραστηριότητας.
 Κανένας δεν μπορεί να πηδήξει πάνω από την σκιά του! Και εδώ ισχύουν τα λόγια του εθνολόγου και κοινωνιολόγου Στάθη Δαμιανάκου, για τις παραβατικές αντι- κοινωνίες (τηρουμένων των αναλογιών): «Όμως δεν θα πρέπει να θεωρηθεί πως αυτή η απόρριψη και η προσχώρηση σε έναν άλλον, “αντικοινωνικό” κόσμο, είναι προϊόν ελεύθερης εκλογής, όπως από ρομαντισμό διακηρύσσουν ή υπαινίσσονται μερικοί. Οι κοινωνικοί καταναγκασμοί που ισχύουν για το σύνολο των τάξεων και στρωμάτων της κοινωνίας ισχύουν για τους παράνομους, μάλιστα περισσότερο γι’ αυτούς, δεδομένης της προοδευτικής σμίκρυνσης του πεδίου που οι ταξικοί καταναγκασμοί αφήνουν ελεύθερο στην ατομική πρωτοβουλία, όσο κατερχόμαστε τις κλίμακες της κοινωνικής ιεραρχίας […] Η απόδραση δεν μπορεί ποτέ να είναι ολοκληρωτική, ο κοινωνικός ροβινσωνισμός είναι ουτοπία. Πράγμα που σημαίνει πως ακόμα και μετά την αποβολή του στο περιθώριο ο λούμπεν προλετάριος εξακολουθεί να υπόκειται σε ιδεολογικούς και ψυχολογικούς καταναγκασμούς που προέρχονται τόσο από την ολική κοινωνία όσο και από τον ιδιαίτερο μικρόκοσμό στον οποίο συμμετέχει» (18).

Όταν ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός αναφέρεται σε λέξεις και γενικές έννοιες όπως “Ελευθερία”, τις προσγειώνει στις πραγματικές υλικές συνθήκες, στο κοινωνικό έδαφος. Σε αντίθεση με τον απεραντολόγο λεκτικό μαξιμαλισμό που αποεδαφικοποιεί, απολυτοποιεί και εξαϋλώνει τις λέξεις, ο κομμουνισμός λέει πως δεν υπάρχει τίποτα πιο ΥΛΙΚΟ από την ελευθερία, τίποτα πιο ΙΣΤΟΡΙΚΟ από την επανάσταση. Και η από-αλλοτρίωση δεν είναι μια διαδικασία που λαμβάνει χώρα άπαξ και διαπαντώς στο παρόν, ούτε είναι ένας όγκος πράξεων που είτε υπάρχει ολόκληρος είτε δεν υπάρχει καθόλου. Είναι μια διαρκής, δυναμική και διαλεκτική διαδικασία: δεν μιλάει μονάχα σε ενεστώτα χρόνο, δεν τεμαχίζει το χωροχρονικό συνεχές, μιλάει σε ΟΛΟΥΣ τους χρόνους: ενεστώτα, παρατατικό, μέλλοντα, αόριστο, παρακείμενο και υπερσυντέλικο. Γιατί, όπως έλεγε η Ρόζα Λούξεμπουργκ, η επανάσταση λέει ήμουν, είμαι, και θα είμαι! Η ελευθερία και η από-αλλοτρίωση είναι μια μακρά διαδικασία που ξεκίνησε στο παρελθόν, συνεχίζεται σήμερα (στο εδώ και τώρα) και θα ολοκληρωθεί- αν ποτέ ολοκληρωθεί- μονάχα σε μια ενδεχόμενη αταξική κοινωνία (αναρχική και κομμουνιστική). Και μια τέτοια κοινωνία μπορεί να δημιουργηθεί μονάχα από την προλεταριακή αυτενέργεια, από την ποιητική/ δημιουργική ικανότητα των καταπιεσμένων, του εν δυνάμει επαναστατικού υποκειμένου, των Κοινωνικών Ατόμων που συγκροτούν την τάξη που καταργεί τον εαυτό της, το διεαυτό προλεταριάτο…
 Δεν αρκεί λοιπόν να βλέπεις μόνο, ούτε να λες αυτό που βλέπεις. Αυτός είναι ακατέργαστος εμπειρισμός. Πρέπει να ξέρεις και να ερμηνεύεις αυτό που βλέπεις, να οπλιστείς με τα κατάλληλα εργαλεία ανάλυσης, να διαμορφώσεις την αντίληψη και την αίσθηση της ιστορικότητας, να κατανοήσεις την κίνηση, την ροή της πραγματικότητας. Επιπλέον, το να ερμηνεύεις είναι μόνο το μισό βήμα. Πρέπει να μπεις και στη διαδικασία της ιστορικής αλλαγής μέσα από την κοινωνική δράση. Γιατί ο επαναστάτης φαίνεται από το βαθμό συμμετοχής του στην πραγματική ιστορική κίνηση και όχι από την “ατομική” υπαρξιακή του ανταρσία. Όχι, δεν υποτιμάμε την υπαρξιακή ανταρσία, ο κομμουνισμός την εμπεριέχει ως συστατικό του στοιχείο, χωρίς όμως να την ξεχωρίζει ως αιχμιακό σημείο αναφοράς.


                                                4
«Μαρξ και αναρχία έχουν τόση σχέση μεταξύ τους,  όση μπορεί να καταλάβει ένας θιασώτης της αναρχίας».
Από το “Για τη συνέχιση και τη διάδοση”…

«Όμως είναι αλήθεια ότι κομμάτια του ριζοσπαστικού κινήματος κατά καιρούς επιστρέφουν στο μαρξικό έργο, το επανερμηνεύουν, το προχωρούν, το κριτικάρουνε και αντλούν εργαλεία, μεθόδους και περιεχόμενα για κριτική του σύγχρονου κόσμου, με τρόπους, συχνότητα και αποτελέσματα που διαφέρουν σημαντικά π.χ. από τον τρόπο που ο Μπλανκί, ο Μπακούνιν, οι τόσες άλλες φιγούρες του παρελθόντος είναι παρούσες στο σήμερα»
Coghnorti: «Σημείωμα για τον κομμουνισμό ως πραγματική κίνηση»
«Κουβαλάμε στις μνήμες μας τους αγώνες εκμεταλλευόμενων/ καταπιεζόμενων που στάθηκαν κάτω από διάφορες σημαίες (μαύρες, κόκκινες, μαυροκκόκινες) έχουμε θεωρητικές αναφορές σε διάφορες παραδόσεις θεωρίας και πολιτικής δράσης, διαφόρων πολιτικών συγκροτήσεων[…] Αρνούμαστε να κάνουμε ιδεολογία (παγωμένη θεωρία) τις θεωρίες του παρελθόντος, προσπαθώντας να χωρέσουμε την πραγματικότητα σε αυτές. Αντίθετα, κρατάμε από αυτές ότι μας είναι χρήσιμο στην προσπάθεια μας να ερμηνεύσουμε και να κατανοήσουμε αυτή τη πραγματικότητα».
Hobo 30/08/2011: « Ιούνης 2011: η εκτροπή των εκδοχών».

 Στο τρίτο τεύχος της Ασύμμετρης Απειλής γράφαμε, λίγο άκομψα είναι η αλήθεια, πως ναι μεν μπορεί να χρησιμοποιούμε στοχαστές σα τον Μαρξ, τον Ντεμπόρ και οποιονδήποτε άλλον μας δίνει εργαλεία ανάλυσης και μεθόδους πρακτικής δραστηριότητας, αλλά κατά τα άλλα τους έχουμε χεσμένους. Λίγο πιο κομψά, στο 9ο τεύχος γράφαμε: « η επαναστατική παράδοση έχει δώσει ένα πλήθος από ιδεολογίες, θεωρίες και πρακτικές, το θέμα δεν είναι η θρησκευτική προσκόλληση σε μια από αυτές, αλλά η ανάδυση των υλικών και πνευματικών προϋποθέσεων τις ανώτερης σύνθεσης, μέσα από ένα αντιεξουσιαστικό κομμουνιστικό κίνημα, που θα δίνει βάση περισσότερο στο περιεχόμενο παρά στο περιτύλιγμα. Και γι’ αυτό μπορεί να χρησιμοποιεί τον Μαρξ χωρίς να είναι μαρξιστικό ή τον Μπακούνιν, χωρίς να είναι Μπακουνικό κλπ. Αρκετά με τις θεολογίες, οποιαδήποτε μορφή κι αν έχουν». Για μας λοιπόν,  ο Μαρξ δεν είναι ιδρυτής του μαρξισμού αλλά θεωρητικός του κομμουνισμού! Ε, και ως κομμουνισμό δεν ορίζουμε ούτε τον μαρξισμό, ούτε πολύ περισσότερο τον λενινισμό/ μπολσεβικισμό στις διάφορές εκδοχές του. Κομμουνισμός είναι μια κοινωνική τάση μέσα στην ταξική κοινωνία και όχι μια ιδέα σφηνωμένη στο κεφάλι του τάδε ή του δείνα φιλόσοφου. Τόσο ο Μαρξ και οι “οπαδοί” του όσο και οι αναρχικοί, αλλά και άλλες τάσεις του επαναστατικού κινήματος (μπλανκιστές, ρώσοι μηδενιστές (19) και ναροτνικοί κλπ.), προέρχονται από την κοινή μήτρα αυτής της κομμουνιστικής κοινωνικής τάσης και οι επιμέρους διαφωνίες τους (εν πολλοίς ξεπερασμένες σήμερα) δεν αναιρούν το κοινό τους κομμουνιστικό περιεχόμενο.

Όσοι γνωρίζουν λίγη Ιστορία ξέρουν πως ο αναρχισμός ως πολιτικό κίνημα ξεκίνησε από τον ειρηνιστή σοσιαλιστή Προυντόν (προσωπικό φίλο του Μαρξ ως το 1847) και συνεχίστηκε από τον φεντεραλιστή σοσιαλιστή Μπακούνιν και τον αναρχικό κομμουνιστή Κροπότκιν. Τι σύμπτωση! Οι λέξεις αναρχία, σοσιαλισμός και κομμουνισμός δίπλα- δίπλα, να νοηματοδοτούν κοινό περιεχόμενο! Οι λέξεις είναι κομμάτι της ιστορικής ύλης, δεν νοηματοδοτούνται κατά το δοκούν από κάθε υποκείμενο, αλλά έχουν την δική τους ιστορική εξελικτική πορεία.  Η ταύτιση του κομμουνισμού με τον εξουσιαστικό μπολσεβικισμό δημιούργησε τέτοια σύγχυση στον αναρχικό χώρο που τελικά στρέβλωσε το αναρχικό πρόταγμα και δημιούργησε σε πολλές περιπτώσεις καρικατούρες αναρχισμού.
 Η αποκατάσταση του κομμουνισμού και του αντιεξουσιαστικού περιεχομένου του τα τελευταία χρόνια στον α/α χώρο, λοιπόν, δεν είναι ένα απλό καπρίτσιο, αλλά αποκατάσταση της επαναστατικής πρακτικής δραστηριότητας (20) που για χρόνια περιορίστηκε στα στενά πλαίσια της υπαρξιακής ανταρσίας. Σαφώς η υπαρξιακή ανταρσία εμπεριέχεται στην επαναστατική πρακτική, αλλά δεν ταυτίζεται με αυτήν. Τελικά ο Μαρξ και η αναρχία έχουν σχέση μεταξύ τους μόνο στη φαντασία μας; Και τότε γιατί ο Μπακούνιν και ο Νετσάγιεφ μετάφρασαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο και παρέπεμπαν σ’ αυτό όσους ενδιαφέρονταν για : «την πλήρη θεωρητική ανάπτυξη των κυριότερων θέσεων μας;». Ναι, ο Μαρξ και ο Μπακούνιν συγκρούστηκαν σκληρά στα πλαίσια της Διεθνούς Ένωσης των Εργαζομένων, αλλά αυτό έγινε περισσότερο για την κατάκτηση της ηγεμονίας στην Διεθνή και λιγότερο για θεωρητικές διαφορές. Αμφότεροι υπέπεσαν σε αμοραλιστικές μανούβρες και αμφότεροι, παρά τον αντιεξουσιαστικό πυρήνα της σκέψης τους, έφτασαν σε εξουσιαστικές παρεκκλίσεις. Γράφει ο Γκυ Ντεμπόρ, στην “Κοινωνία του θεάματος”: « Η ασυμφιλίωτη διαμάχη μεταξύ μπακουνιστών και μαρξιστών ήταν διττή- αφορούσε συγχρόνως την εξουσία στην επαναστατική κοινωνία και την σύγχρονη οργάνωση του κινήματος και περνώντας από τη μία όψη στην άλλη οι θέσεις των αντιπάλων ανατρεπόντουσαν […] Και οι δύο περιείχαν μια εξουσιαστική διάσταση που εγκατάλειπε τη συνειδητή αυτοχειραφέτηση της τάξης […] Έτσι ήρθαν σε αντίθεση οι δύο ιδεολογίες της εργατικής επανάστασης που η κάθε μία περιείχε μια κριτική μερικά σωστή, αλλά που είχαν την ενότητα της σκέψης της Ιστορίας και που θα τοποθετούνταν οι ίδιες σαν ιδεολογικές αρχές».

 Ναι, αλλά ο Μαρξ δεν σχετιζόταν μονάχα με τους αναρχικούς, αλλά και με τους μηδενιστές! Ως γνωστόν ο όρος “μηδενισμός” εισήχθη στο ρωσικό επαναστατικό κίνημα από το μυθιστόρημα του Τουργκένιεφ “Πατέρες και παιδιά”. Πρώτος που αποκάλεσε μηδενιστή τον εαυτό του, μετά την έκδοση του εν λόγω βιβλίου, ήταν ο οικονομολόγος και τερροριστής Τσερνισέφσκι. Ο Μαρξ θαύμαζε τον Τσερνισέφσκι και έμαθε ρώσικα (όπως αναφέρει ο ίδιος) για να μπορεί να διαβάζει Τσερνισέφσκι από το πρωτότυπο και όχι σε μετάφραση. Ζήτησε μάλιστα από τον ίδιο τον μηδενιστή επαναστάτη να αναλάβει την μετάφραση στα ρώσικα του πρώτου τόμου του “Κεφαλαίου”. Αλλά λόγω της σύλληψης και φυλάκισης του Τσερνισέφσκι, την μετάφραση ανέλαβαν τελικά δύο μέλη της τερροριστικής οργάνωσης “Ναρότναγια Βόγια” (Λαϊκή Θέληση). Ο Μαρξ και Ένγκελς διατηρούσαν επαφή με μέλη της οργάνωσης, παρά τη διαφωνία τους με την “μπλανκιστική μέθοδο δράσης”. Χαρακτηριστικό είναι ένα γράμμα του Ένγκελς προς την τερρορίστρια Βέρα Ζασούλιτς στις 23-04-1885 στο οποίο εκθειάζει την εκτέλεση του τσάρου από την ναρότναγια βόγια (21):
 «Όσα ξέρω ή νομίζω πως ξέρω για την κατάσταση στην Ρωσία μου δημιουργούνε την εντύπωση ότι η χώρα αυτή πλησιάζει στο 1789 της. Η επανάσταση θα ξεσπάσει οποιαδήποτε μέρα. Κάτω από τις συνθήκες αυτές η χώρα μοιάζει με νάρκη και δεν έχει παρά να ανάψει κανείς το φυτίλι. Ιδιαίτερα ύστερα από τις 13 Μαρτίου [σ.σ. εννοεί στις 13 -03 του 1881 που εκτελέστηκε ο τσάρος από τους μηδενιστές]. Είναι μια από εκείνες τις εξαιρετικές περιπτώσεις όπου είναι δυνατόν μια ομάδα ανθρώπων να πραγματοποιήσει μια επανάσταση. Δηλαδή, με ένα χτύπημα να κάνει να καταρρεύσει ένα ολόκληρο σύστημα που η ισορροπία του είναι περισσότερο από ετοιμόρροπη […] και να ελευθερώσει, με μια ενέργεια ασήμαντη καθαυτή, εκρηκτικές δυνάμεις που τίποτα πια δε μπορεί να τις δαμάσει. Ε, λοιπόν, αν ποτέ ο μπλανκισμός- η φαντασιοπληξία ότι μπορεί να ανατραπεί μια ολόκληρη κοινωνία με τη δράση μιας μικρής συνωμοσίας- έχει κάποιο λόγο ύπαρξης, αυτό συμβαίνει σίγουρα στην Πετρούπολη. Από τη στιγμή που θα πάρει φωτιά η μπαρούτι, από τη στιγμή που οι απελευθερωμένες δυνάμεις και η εθνική ενέργεια θα μεταβληθεί από δύναμις σε ενέργεια […], οι άνθρωποι που θα έχουν πυροδοτήσει τη βόμβα θα παρασυρθούν από την έκρηξη που θα είναι χίλιες φορές ισχυρότερη από αυτούς […]»

Αυτό το γράμμα του Ένγκελς είναι αρκετό να φέρει σε αμηχανία τόσο τους σύγχρονους μαρξιστές, όσο και τους αντιμαρξιστες. Όπως έλεγε και Πωλ Ματίκ σε συνέντευξη του στη Lotta Continua το 1977: «Για τους επαναστάτες είναι ψυχολογικά αρκετά δύσκολό, αν όχι απίθανο, να υψώσουν τις φωνές τους ενάντια στην μάταιη εφαρμογή της  “επαναστατικής δικαιοσύνης” από τερροριστικές ομάδες και άτομα. Ακόμα και ο Μαρξ, που απεχθανόταν κάθε μορφή μηδενιστικής δράσης, δεν μπορούσε να αποφύγει να συνεπαρθεί από τα τερροριστικά χτυπήματα της ρώσικης “λαϊκής θέλησης”» (μτφ. Πρακτορείο Rioters). Γιατί οι ρώσοι μηδενιστές γοήτευσαν τον Μαρξ; Γιατί υπήρξαν ένα πραγματικά αποτελεσματικό και μαζικό επαναστατικό κομμουνιστικό κίνημα και όχι μια υπεραπλουστευτική υπαρξιακή ανταρσία. Να γιατί οι Μαρξ και Ένγκελς γοητεύτηκαν τόσο από τους ρώσους νιχιλιστές, ενώ απαξίωναν και χλεύαζαν τον αντεπαναστάτη Στίρνερ!
 Εν κατακλείδι: αυτό που προτείνουμε δεν είναι μια άκριτη οικειοποίηση μιας πλευράς του επαναστατικού κινήματος (εν προκειμένω της μαρξικής σκέψης), ούτε μια απλή σύνθεση όλων μαζί των τάσεων, να βάλουμε δηλαδή στο μίξερ, μαρξισμό, αναρχισμό και μια τζούρα ατομικισμό για να βγει ένας ιδεολογικός χυλός. Αυτό που ονομάζουμε διαλεκτικό ξεπέρασμά και ανώτερη σύνθεση σε ένα σύγχρονο αντιεξουσιαστικό κομμουνιστικό κίνημα δεν είναι  ένα προσκύνημα σε αυθεντίες του παρελθόντος. Είναι αυτό που ο Καστοριάδης ονόμαζε μεταβολισμό, επεξεργασία και μεταμόρφωση των οικειοποιημένων στοιχείων (μιλώντας για τη μεταφορά των κοινωνικών φαντασιακών σημασιών..): «το νέο μόνο μέσω της σημασίας που προσδίδει στο παλαιό μπορεί να το οικειοποιηθεί. Ή για να αντιστρέψουμε την πρόταση, δεν είναι δυνατό να αφομοιωθεί από το νέο παρά μόνο με τη σημασία που το προσδίδει το νέο» (22).

Ο μαρξισμός, ο αναρχισμός, ο μπλανκισμός, ο ρώσικος μηδενισμός, οι λεγόμενοι “ουτοπική σοσιαλιστές” κλπ. δεν υπήρξαν τίποτε άλλο παρά προσωρινές ιστορικές εκφάνσεις της κομμουνιστικής τάσης μέσα στην ταξική κοινωνία, όπως κάποτε ήταν θαβωρίτες οι αναβαπτιστές, οι εσσαίοι, οι ζηλωτές, οι Βογόμιλοι κλπ.

Σήμερα που ο  αναρχομαρξιστικός καβγάς είναι εν πολλοίς ξεπερασμένος από τα ίδια τα πράγματα, ο αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός προτάσσει μια αντιμαρξιστική ανάγνωση του Μαρξ : «το σύνθημα μας είναι: μη διαβάζετε τους μαρξιστές, διαβάστε τον Μαρξ! Πρέπει να σχίσει κανείς το “μαρξιστικό” πέπλο για να καταλάβει τι είπε πραγματικά ο Μαρξ και τι σημαίνει ακόμα για εμάς» (Ζιλ Ντωβέ)

Σημειώσεις:
1.     Μαρέι Μπούκτσιν: “Προς μία οικολογική κοινωνία”, εκδ. παρατηρητής

2.     Βλ. Γιώργος Ρούσσης: «Μαρξ- Μπακούνιν για το σοσιαλιστικό κράτος», εκδ. Γκοβόστη. Όπως παρατηρεί ο Ένγκελς, αν αγνοηθεί η πολυπαραγοντική αλληλεπίδραση, τότε: «η εφαρμογή της θεωρίας σε οποιαδήποτε ιστορική περίοδο θα ήταν, μα την πίστη μου, πιο εύκολη από τη λύση μιας απλής εξίσωσης πρώτου βαθμού». Σε άλλο γράμμα του ο Ένγκελς κάνει αυτοκριτική για την ανάδυση του μηχανιστικού δυισμού και του οικονομισμού στους νεολαιίστικους κύκλους: « Απέναντι στους αντιπάλους μας ήμασταν υποχρεωμένοι να τονίζουμε τη βασική αρχή που αρνιόταν και έτσι δεν υπήρχε πάντα ο χρόνος, ο τόπος και η ευκαιρία να δώσουμε τη θέση που ταιριάζει και στους άλλους παράγοντες που συμμετέχουν στην αλληλεπίδραση»

3.     Primum vivire, deinde philosophari. Για να θέσει κάποιος υπαρξιακά προβλήματα πρέπει πρώτα να υπάρξει βιολογικά! Ως εκ τούτου, το σύνθημα των κινέζων εξεγερμένων της τιεν αν μεν : «Μπορούμε να ζήσουμε χωρίς τροφή, αλλά δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς ελευθερία», μπορεί να είναι όμορφο και ποιητικό αλλά είναι καθαρά ιδεοκρατικό. Όπως θα έλεγε και ο Καστοριάδης, είναι προτιμότερο αν ξεκινήσεις τρώγοντας… Μόνο πάνω στο “βασίλειο της αναγκαιότητας” μπορεί να χτιστεί “βασίλειο της ελευθερίας”

4.     Νίκος Ψυρρούκης: « ο Επίκουρος και η εποχή του» εκδ Αιγαίον- Κουκίδα

5.     Και όχι μόνον τον άνθρωπο όπως έλεγε ο ηγέτης του αναβαπτισμού Τόμας Μίντσερ: «όλη η πλάση έχει γίνει ιδιοκτησία: το ψάρι στο νερό, το πουλί στο αέρα, ο γόνος στη γη- η πλάση, επίσης, πρέπει να απελευθερωθεί».

6.     Στο  “Δραστηριότητα κρίσης του προλεταριάτου και κομμουνιστικοποίηση” μτφ. Πρακτορείο Rioters και blaumahen

7.     Όπως έλεγε η Χάνα Άρεντ, αν και έχουμε την δυνατότητα να εκτελέσουμε πράξεις, δεν είμαστε κύριοι των επιπτώσεων τους και συμπλήρωνε ο Καστοριάδης: ακόμα και όταν πιστεύετε ότι η δράση σας και η απόφαση σας βασίζονται στα καλύτερα κίνητρα του κόσμου, είναι πιθανό να παίρνετε τερατώδης αποφάσεις ή αποφάσεις τα αποτελέσματα των οποίων θα είναι τερατώδη»( στο “η ελληνική ιδιαιτερότητα τόμος β: οι πόλεις και οι νόμοι”, εκδ κριτική

8.     Νταβατζή ανθρώπων και εθνών, αποκαλεί το χρήμα ο Μαρξ στα “οικονομικά και φιλοσοφικά χειρόγραφα” (εκδ. γλάρος). Αλλά το χρήμα (όπως και το κράτος, η οικονομία κτλ.) δεν καταργείται με βολονταριστικά διατάγματα. Είδαμε που κατέληξε ο βολονταρισμός του Πωλ Ποτ…


9.  Βλ. το παράρτημα, μετά το τέλος του κειμένου

10.     Από την “κριτική της πολιτικής οικονομίας του Κ. Μαρξ”, του Φ.  Ένγκελς.

11. H “βάναυση” εργασία των τεχνιτών, εργατών γης κτλ. Κατά τον Αριστοτέλη, δημιουργούσε (νομοτελειακά, θα λέγαμε σήμερα) χοντροκομμένους και ακαλλιέργητους ανθρώπους, ανίκανους να συμμετέχουν στα “κοινά”. Ο Αριστοτελικός ελιτισμός (όπως και ο σύγχρονος),  ξεκινά από πραγματική βάση, διαπιστωμένη εμπειρικά, καταλήγει σε ένα απλό πρόταγμα διαιώνισης των συνθηκών που γεννούν “βάναυσους” και ανελεύθερους ανθρώπους.

12. Ζιλ Ντωβέ: «Έκλειψη και επανεμφάνιση του κομμουνιστικού κινήματος» εκδ. κόκκινο νήμα.

13.   Αντίστοιχα, ο Ρουσσώ στο “κοινωνικό συμβόλαιο” γράφει: «οι σκλάβοι χάνουν τα πάντα με τους αλυσίδες τους, ακόμα και την επιθυμία να τις αποτινάξουν. Αγαπούν την υποδούλωση τους όσο οι σύντροφοι του Οδυσσέα λατρεύουν την αποκτήνωση τους […] ο καταναγκασμός έφτιαξε τους πρώτους δούλους, η δειλία τους διαιώνισε». Σχολιάζει επ αυτού ο Καστοριάδης: «[…] είναι σίγουρο ότι κανένα σύστημα δε θα μπορούσε να διατηρηθεί αποκλειστικά και μόνο χάρη στην εσωτερική καταστολή. Μπορεί μόνο αν ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού έχει επίσης εσωτερικεύσει το σύστημα ως ένα βαθμό». (στο γ’ τόμο της ελληνικής ιδιαιτερότητας: «Θουκιδίδης, η ισχύς και το δίκαιο»)

14.    Θέσεις τ. 118 «αναζητώντας τον Βοναπάρτη: η αμηχανία των “από πάνω” και η οργάνωση των  “από κάτω”

15. Jared Diamond  : « όπλα, μικρόβια και ατσάλι : οι τύχες των ανθρωπίνων κοινωνιών» εκδ κάτοπτρο

16.           Βλ Θανάσης Αλεξίου: «κοινωνικός δαρβινισμός στην εκπαίδευση» θέσεις τ.117

17.    Αισθητικοποίηση της βίας δεν είναι ένα απλό φαινόμενο που μπορούμε να προσπεράσουμε. Ο Βάλτερ Μπενγιαμίν το χαρακτήριζε ως συστατικό στοιχείο του φασισμού (βλ. Μουσολίνι, Μπλανσώ, Μαρινέττι, Ντ' Ανούντσιο). Η αναρχική και κομμουνιστική επαναστατική βία, ως αναγκαίο κακό, δεν μπορεί να έχει καμιά σχέση με την αισθητικοποιημένη βία.

18.   Στάθης Δαμιανάκος: κοινωνιολογία του ρεμπέτικου» εκδ πλέθρον

19. Σχετικά με το κομμουνιστικό περιεχόμενο του ρωσικού μηδενισμού, βλ. “ιδεολογία και κληρονομιά του ρώσικου μηδενισμού”» στο 9ο τεύχος της Ασύμμετρης.

20.    « όμως η σύγχυση δεν είναι μόνο μια αθέμιτη χρήση των λέξεων που απλά θα αρκούσε να διορθώσουμε, αν οι λέξεις  χρησιμεύουν στο να θολώσουν τα πράγματα, αυτό συμβαίνει διότι η μάχη περί των λέξεων είναι αδιαχώριστη από τη μάχη περί των πραγμάτων»( Ζακ Ρανσιερ: «το μίσος για τη δημοκρατία» εκδ πεδίο)

21.     Βλ. Έλλη Παππά : «μύθος και ιδεολογία στη ρώσικη επανάσταση» εκδ. Άγρα



22.    Καστοριάδης, στον α’ τόμο της ελληνικής ιδιαιτερότητας: «από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο

15/11/13

Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
«Σήμερα, είτε της αρέσει είτε όχι, η παραδοσιακή Αριστερά αποτελεί οπουδήποτε τον κυριότερο υποστηρικτή του κρατικού καπιταλισμού. Οι παρεμβάσεις της, ανεξάρτητα από το αν κυβερνά ή όχι, συχνά βοηθούν το κράτος να συνέλθει απ’ τα αποτελέσματα των αγώνων της εργατικής τάξης, κατευθύνοντας για το λόγο αυτό ακόμα περισσότερο την οικονομία στον δρόμο του κρατικού καπιταλισμού»
 Φιλ Μίλερ: «Πορτογαλία: η “ανέφικτη” επανάσταση» (εκδ. Ανάκαρα)

Είναι πανούργα αυτή η τύχη: την ίδια ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας ταξιδεύει στην Αργεντινή για να λάβει τεχνογνωσία αριστερής διαχείρισης της κρίσης από την κυβέρνηση της Κριστίνα Φερνάντες, ξεσπάνε τεράστιες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις και οι Αργεντίνοι προλετάριοι απαντούν στην αριστερή λιτότητα με τον γνωστό παραδοσιακό τρόπο: βίαιες συγκρούσεις με τους μπάτσους, έφοδοι και λεηλασίες σε σουπερμάρκετ, φορτηγά με τρόφιμα και εμπορικά καταστήματα! Λίγες μέρες πριν, ακόμη μια αριστερή κυβέρνηση, αυτού “Ανορθωτικού Κόμματος Εργαζομένου Λαού” στην Κύπρο, ανακοίνωνε τη συμφωνία με την τρόικα και την εφαρμογή προγράμματος σκληρής λιτότητας. O “κομμουνιστής” Πρόεδρος Χριστόφιας (ένας χυδαίος σαμποταριστής του κινήματος αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό και ειλικρινής φίλος του ισραηλινού κρατικού τερρορισμού) μιμούμενος τη νεοφιλελεύθερη υπουργό εργασίας του Μόντι, με δάκρυα και λυγμούς, προσπάθησε να καλύψει τον πάταγο του αριστερού φαλιμέντου…(1)
Τι δείχνουν άραγε αυτά τα δύο γεγονότα; Πρώτα απ’ όλα πως μαζί με τη χρεοκοπία της αριστερής διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης, έχει χρεοκοπήσει και ο απίστευτος οπορτουνισμός και η διγλωσσία των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που κοιμούνται μαρξιστές και ξυπνάνε κεϋνσιανοί. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, μέσα στον καιροσκοπικό παροξυσμό της, παρουσιάζει το νεοφιλελευθερισμό και τη λιτότητα (με τη συνακόλουθη αυτοτροφοδοτούμενη ύφεση) ως γενεσιουργούς αιτίες της καπιταλιστικής κρίσης, συγκροτώντας έτσι ένα αντίστροφο κατοπτρικό είδωλο του επίσημου οικονομικού δόγματος που θέλει ως αιτίες της κρίσης τη “σπατάλη”, ιδιωτική ή κρατική. Και οι δύο έχουν δίκιο, εντός του μεγάλου ψεύδους που εκπροσωπούν. Για να αντιστρέψουμε τον Χέγκελ, η αλήθεια τους είναι μια στιγμή του Ψεύδους. Και οι δύο αυτές αντιλήψεις, αντίθετες μεταξύ τους, φαινομενικά, δημιουργούν στην πραγματικότητα τα δύο  επάλληλα είδωλα του καπιταλισμού: η μία αντίληψη αντανακλάται επ’ άπειρον μέσα στην άλλη, παράγοντας μια αέναη διαδοχή από είδωλα ειδώλων. Νεοφιλελευθερισμός και κεϋνσιανισμός αλληλοσυμπληρώνονται ως μια απόπειρα διαιώνισης των ταλαντώσεων ανάμεσα στον ιδιωτικό και τον κρατικό καπιταλισμό. Και τα δύο οικονομικά δόγματα συσκοτίζουν τα πραγματικά αίτια της κρίσης, παρουσιάζοντας ως κεντρικό αίτιο το αποτέλεσμα: τόσο ο κρατικός παρεμβατισμός, όσο και ο νεοφιλελευθερισμός είναι απλώς εργαλεία του κεφαλαίου στην απόπειρα να προσπεράσει (αφού δεν μπορεί να ξεπεράσει) την κρίση, και όχι τις αιτίες της! Είναι οι δομικές αντιφάσεις του ίδιου του καπιταλισμού, ως συστήματος ταξικής εκμετάλλευσης, που δημιουργούν νομοτελειακά κρίσεις υπερσυσσώρευσης και όχι οι ιδιωτικοποιήσεις ή οι κρατικοποιήσεις, ούτε η σπατάλη ή η λιτότητα! Για να το πούμε απλά: το κεφάλαιο μπούκωσε!
 Όταν πχ η νεοφιλελεύθερη ανάγνωση εγκαλεί τη μεσαία τάξη ή τους εργαζόμενους για “σπάταλη ζωή” και για “κατανάλωση πάνω από τις πραγματικές παραγωγικές δυνατότητες”, κάνει ότι αγνοεί πως η τακτική της πιστωτικής επέκτασης, δηλαδή της καταναλωτικής διέγερσης μέσω του δανεισμού, υπήρξε ένα πολύτιμο εργαλείο για να προσπεραστεί προσωρινά η αντίφαση μεταξύ της περιορισμένης κατανάλωσης (που οξύνθηκε από τη μισθολογική συμπίεση μετά τη χρεοκοπία του κεϋνσιανισμού το 70) και της τάσης των καπιταλιστών για απεριόριστη επέκταση της παραγωγής (γνωστή στην οικονομική πιάτσα ως “ανάπτυξη”). Το σκάσιμο της ιδιωτικής πιστωτικής φούσκας δεν είναι αποτέλεσμα της “ασύνετης” πολιτικής των τραπεζών ή των καταναλωτών, αλλά νομοτελειακό αποτέλεσμα της ανάγκης του κεφαλαίου να διογκώσει την ιδιωτική πίστωση και στις εργαζόμενες μάζες (άρα διογκώνοντας και την επισφάλεια), ώστε να καλυφθούν τα κενά της ολοένα επεκτεινόμενης εκμετάλλευσης. Προκειμένου, δηλαδή, οι καπιταλιστές να επεκτείνουν απεριόριστα την παραγωγή, αφού οι μισθοί δεν επαρκούν για να καταναλωθούν όλα τα παραγώμενα εμπορεύματα. Αυτή η “πέρα από τις πραγματικές δυνατότητες κατανάλωση” που σήμερα εκ των υστέρων κατακρίνεται, στην πραγματικότητα έδωσε ανάσα ζωής στον καπιταλισμό. Μετατόπισε το πρόβλημα, μέχρι να σκάσει η φούσκα! Δεν είναι και λίγο…
  Αλλά και οι “αντισυστημικοί” αριστεροί ψάλτες του κεφαλαίου κάνουν ότι ξεχνούν πως η πολύμορφη κεϋνσιανή “ελλειμματική δαπάνη” (από το τύπωμα χρήματος μέχρι την κρατική πιστωτική επέκταση και την αύξηση των δημοσίων δαπανών), είναι ένα ακόμη εξισορροπητικό εργαλείο του καπιταλισμού, για να προσπεράσει προσωρινά την κρίση, για να τη μετατοπίσει δηλαδή στο χρόνο και στο χώρο. Σήμερα, όμως, η νεκρανάσταση του New Deal και του Σχεδίου Μάρσαλ (έστω και με αριστερό πρόσημο) δεν μπορεί να προσφέρει και πολλά πράγματα. Το Κεφάλαιο δεν κοιτάει νοσταλγικά τη “χρυσή εποχή” του κεϋνσιανισμού, αλλά δρομολογεί τη φυγή προς τα εμπρός…
 Στην προηγούμενη φάση της “ευμάρειας” (που εκ των υστέρων καυτηριάζεται ως επίπλαστη), το Κεφάλαιο έδωσε τη δυνατότητα στις εργαζόμενες μάζες να γευθούν μέσω της ιδιωτικής πιστωτικής επέκτασης πολλά από τα καλούδια που μέχρι πρότινος απολάμβαναν μονάχα οι επιχειρηματίες και οι ελίτ του συστήματος. Στο δυτικό κόσμο, σε πολύ μεγάλο βαθμό, η εξημέρωση του προλεταριάτου ήταν γεγονός αδιάψευστο (όχι όμως καθολικό). Ήδη η μεταφορντική αναδιάρθρωση της παραγωγής και η νεοφιλελεύθερη επέλαση είχε καταφέρει να διαρρήξει την ενότητα της εργατικής τάξης, να ελαχιστοποιήσει την ταξική συνείδηση και να δημιουργήσει έναν γενικευμένο ανθρωπολογικό εκφυλισμό με τον μικροαστικό ατομικισμό και τον φιλοτομαριστικό κρετινισμό. Η αλληλοφαγία στήθηκε απέναντι στην ταξική αλληλεγγύη και ο ανταγωνισμός αντικατέστησε την κοινωνικότητα. Αφού δημιούργησε έναν υπερατομικιστικό ανθρωπολογικό τύπο, αφού τον έριξε στον ωκεανό του κοινωνικού μηδενισμού και του ελεύθερου ανταγωνισμού, πλέον εν μέσω της τρέχουσας συστημικής κρίσης, ο καπιταλισμός μετατρέπει τον εργαζόμενο σε καρικατούρα επιχειρηματία. Ο απομονωμένος εργαζόμενος, γυμνός από τη συλλογική ταυτότητα, ως ξεκομμένο άτομο πλέον και όχι ως τάξη, διαθέτει την εργασιακή του δύναμη ως γιαλαντζί κεφάλαιο. Ως ατομικός ιδιοκτήτης της εργασιακής του δύναμης την πουλάει στην ελεύθερη αγορά εργασίας, αναλαμβάνοντας και το αντίστοιχο “επιχειρηματικό ρίσκο”. Τζάμπα τυρί μόνο στη φάκα: πλέον ο εργαζόμενος δεν απολαμβάνει μονάχα τα καλούδια που κάποτε μόνο επιχειρηματίες γεύονταν (έστω και με την τεχνητή διέγερση της πίστωσης), αλλά αναλαμβάνει και τα αντίστοιχα “επιχειρηματικά” ρίσκα. Έτσι, ο ξεκομμένος και ταξικά αποπροσανατολισμένος εργαζόμενος αντιμετωπίζει ως άτομο τη συγκροτημένη και οργανωμένη τάξη των κεφαλαιοκρατών και οδεύει σούμπιτος προς την κινεζοποίησή του, προς την ολοένα εντεινόμενη απαξίωση της εργασιακής του δύναμης, ώστε να ανοίξει ένας νέος κύκλος συσσώρευσης.
 Αυτό που δεν μας λένε, όμως, οι αριστεροί ψάλτες του κεφαλαίου είναι πως αυτή η κινεζοποίηση του προλεταριάτου δεν είναι αποτέλεσμα της μοχθηρίας του κεφαλαίου ή της υποτέλειας και ανεπάρκειας των κυβερνόντων (πολιτικών και τεχνοκρατών), αλλά νομοτελειακή κίνηση του καπιταλισμού στην παρούσα ιστορική στιγμή, στην απόπειρά του να προσπεράσει (αφού αδυνατεί να ξεπεράσει) τις εσωτερικές του αντιφάσεις. Και αυτό συμβαίνει ασχέτως εάν τη διαχείριση του κρατικού μηχανισμού την έχουν οι νεοφιλελεύθεροι (Μερκοζί) ή οι σοσιαλδημοκράτες (Ολαντρέου) ή οι αριστεροί (Τσιπρόφιας). Η χρεοκοπία του καπιταλισμού είναι καθολική και ο αριστερός κεϋνσιανισμός είναι ασπιρίνη για τον καρκίνο. Και όπως μας δείχνουν τα πρόσφατα προγράμματα λιτότητας που ανακοίνωσαν οι αριστερές κυβερνήσεις της Αργεντινής και της Κύπρου, η περί “Μερκελισμού” παπαριές του Τσίπρα είναι κενές πολιτικές πομφόλυγες!
Σήμερα ζούμε σε ένα κρίσιμο ιστορικό σταυροδρόμι: ο καπιταλισμός βιώνει μια πρωτοφανή καθολική κρίση αναπαραγωγής, αλλά δεν έχει φανεί ακόμα ένα συγκροτημένο υποκείμενο κοινωνικής αλλαγής. Ο καπιταλισμός χρεοκοπεί συνολικά, μαζί με την αριστερή διαχείρισή του: το θέμα δεν είναι η ρύθμιση της καπιταλιστικής οικονομίας, αλλά η καταστροφή της. Το θέμα δεν είναι η ανάθεση της “σωτηρίας” σε μια πιο “φιλολαϊκή” κυβέρνηση(2), αλλά η διάλυση του εξουσιαστικού τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας, της ετερονομίας και της εκμετάλλευσης. Μοναδική έξοδος από την κρίση είναι ο κομμουνισμός, δηλαδή η κατάργηση του κράτους, της οικονομίας και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, η καταστροφή του Κεφαλαίου και η αυτό-κατάργηση του προλεταριάτου. Ο αμεσοδημοκρατικός και αντιεξουσιαστικός κομμουνισμός είναι το στοίχημα της εποχής μας…
Ωστόσο δεν υπάρχει βασιλική οδός για την κοινωνική επανάσταση. Το να συγκροτηθεί ένα ιστορικό- κοινωνικό κίνημα επαναστατικής μεταστοιχείωσης είναι μια μακρά και επίπονη διαδικασία και χρειάζεται την πεισματική δουλεία του μυρμηγκιού, ιδιαιτέρως σήμερα που o υπερατομικίστικος κρετινισμός έχει εσωτερικευθεί στη κοινωνία και κάθε απόπειρα κοινωνικής μεταβολής θεωρείται ουτοπική και ρομαντική. Έχουμε ιστορικό χρέος να συγκροτήσουμε υποδομές αντίστασης, διάχυτου κοινωνικού αντάρτικου, ταξικής αλληλεγγύης και προλεταριακής αντεξουσίας.
Το ότι η αριστερή διαχείριση του καπιταλισμού χρεοκοπεί δεν μας κάνει αυτοδικαίως και θριαμβευτές. Ο κίνδυνος της δικής μας πολιτικής χρεοκοπίας βρίσκεται προ των πυλών, εάν φανούμε αναντίστοιχοι της κρισιμότητας της τρέχουσας ιστορικής στιγμής. Κι αυτό δεν αφορά μονάχα την αναρχική ή κομμουνιστική εμπροσθοφυλακή, αλλά ολόκληρο το προλεταριάτο. Ή θα συγκροτήσουμε ένα κίνημα προλεταριακής αυτό- απελευθέρωσης ή ο καπιταλισμός θα βρικολακιάσει. Από μόνος του πάντως δεν θα καταστραφεί…



Σημειώσεις:

1. Σε ένα κρεσέντο υποκρισίας, ο Χριστόφιας δήλωσε στην εφημερίδα του ΑΚΕΛ  “Χαραυγή” πως αποχωρεί πικραμένος από το αξίωμα του προέδρου και καταγγέλλει πως δέχτηκε το ταξικό μίσος των αντιπάλων του επειδή είναι… γιος πλύστρας! Ήμαρτον…

2. Αυτό βεβαίως καθόλου δε σημαίνει πως πρέπει να αγνοούμε τους πολιτικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Δε πρέπει να στεκόμαστε αδιάφοροι για το ποια πολιτική δύναμη κατέχει τον κρατικό μηχανισμό, ούτε μπορούμε να εξισώνουμε την αστικοδημοκρατική και δικτατορική μορφή διαχείρισης του καπιταλισμού.

Υστερόγραφο: με ύφος χιλίων Σέρλοκ Χολμς (αλλά και με το γνωστό βλέμμα μπούφου) ο ακροδεξιός υπουργός καταστολής Ν. Δένδιας ανακοίνωσε πως στη βίλα Αμαλία κατασχέθηκαν 1.500 άδεια μπουκάλια μπύρας που προορίζονταν για μολότοφ, αφού παραδίπλα βρέθηκε κι ένα τετράλιτρο δοχείο με ίχνη εύφλεκτου υλικού! Θαύμα!! Όπως ο χριστούλης με πέντε ψάρια τάισε 5.000 νοματαίους, έτσι και οι σατανικοί αναρχικοί με 4 λίτρα (αόρατης) βενζίνης γεμίζουν 1.500 μολότοφ!!! Το κατασταλτικό ντελίριο του Δένδια, όμως, δεν είναι ξεκομμένο από την πολύμορφη επίθεση του Κεφαλαίου εναντίον της τάξης μας. Η καλύτερη απάντηση μας θα είναι στα πεδία μάχης του ταξικού πολέμου…

Υστερόγραφο 2: Λευτεριά στους συλληφθέντες ινδούς εργάτες που λύντσαραν και έκαψαν ζωντανούς τους γαιοκτήμονες ιδιοκτήτες φυτείας τσαγιού, όταν οι τελευταίοι ανακοίνωσαν μαζικές απολύσεις! Όσο κι αν μας ξενίζει αυτή η βιαιότητα, είναι ευθέως ανάλογη της πρωτογενούς βίας του Κεφαλαίου. Δεν χωράει καμιά ουδετερότητα στη βάση ενός απονευρωμένου “ανθρωπισμού”, χωρίς ταξικό πρόσημο!
Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στις 2 Ιανουαρίου 2013. Λίγους μήνες μετά, ακόμα μια αριστερή κυβέρνηση, αυτή της Βραζιλίας, συγκλονίστηκε από τεράστιες προλεταριακές ταραχές. Λίγο καιρό πριν, στο ταξίδι του στην Λατινική Αμερική, ο Αλέξης Τσίπρας παρουσίαζε την πολιτική της Ντίλμα Ρούσεφ και του Λούλα Ντα Σίλβα ως ορότυπο φιλολαϊκής ανάπτυξης...

9/11/13

7 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑ

                                 7 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑ
            (συζήτηση που δημοσιεύθηκε στο ενδέκατο τεύχος της ασύμμετρης απειλής)

Σήμερα ζούμε σε μια περίοδο καθολικής κρίσης αναπαραγωγής του καπιταλισμού και συνακόλουθης όξυνσης του κοινωνικού/ταξικού ανταγωνισμού. Μιλώντας με παλιότερους όρους, μπορούμε να πούμε πως οι αντικειμενικές συνθήκες για την ανάδυση ενός ιστορικού-κοινωνικού επαναστατικού κινήματος είναι κάτι παραπάνω από ώριμες. Τι γίνεται, όμως, με τις υποκειμενικές συνθήκες; Υπάρχει ένα συλλογικό υποκείμενο ανατροπής; Υπάρχει η δυνατότητα ώστε η ποσοτική αύξηση της ταξικής πάλης να φτάσει σε οριακό σημείο, ώστε να δημιουργηθούν ποιοτικές μεταβολές προς μια αντισυστημική κατεύθυνση; 

Αυτό που ζούμε τώρα είναι η κρίση τους, κι ο πόλεμος που κάνουν για να μας φορτώσουν τα βάρη της. Είναι μια από εκείνες τις στιγμές που οι αστοί δεν κρατούν ούτε τα προσχήματα, που αποκαλύπτεται σε όλη της την γύμνια η προσπάθεια να κρατήσουν με κάθε κόστος σε ανθρώπινο πόνο την κυριαρχία τους. Πραγματικά, οι αντικειμενικές συνθήκες είναι πιο δεδομένες από ποτέ. Οι υποκειμενικές, αντιθέτως, δεν βρίσκονται και στα καλύτερα τους. Οι τελευταίες δεκαετίες καταναλωτισμού, ενσωμάτωσης, ηγεμονίας της αστικής ιδεολογίας, έχουν δημιουργήσει μια υποκειμενικότητα που κυριαρχείται από τις αυταπάτες για ειρηνική αλλαγή, ενώ είναι πολύ υποανεπτυγμένη η ιδέα της σύγκρουσης. Οι όποιες επαναστατικές δυνάμεις έχουν λησμονήσει κι αυτές πώς γίνεται η πλατιά μαζική δουλειά, πώς μπαίνουν ζητήματα λαϊκής εξουσίας, πώς -ακόμα ακόμα- μπαίνουν τα ερωτήματα «ποιος αποφασίζει, ποιος ελέγχει την κοινωνική παραγωγή, για ποιον, και πως θα οικοδομηθεί πολιτικά αυτός ο κοινωνικός έλεγχος, πως θα λαμβάνονται οι πολιτικές αποφάσεις». Όμως η Ιστορία όλο και περισσότερο επιταχύνεται, ο λαός μπορεί να μάθει μέσα σε λίγο χρόνο όσα οι δαμασμένες πολιτικές και συνδικαλιστικές ηγεσίες προσπάθησαν να τον κάνουν να ξεχάσει επί τρεις δεκαετίες. Και οι επαναστάτες θα πρέπει να βρίσκονται εκεί, παρόντες και έτοιμοι.   

Η «αραβική άνοιξη» έδειξε τόσο τις δυνατότητες, όσο και τα όρια του λαϊκού ξεσπάσματος, όταν απουσιάζει ένα συγκροτημένο και διακριτό επαναστατικό κίνημα.  Απ’ τη μια, οι «λαοί» (τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα) ξανατοποθετούνται ως ιστορικά υποκείμενα (άρα και ως υποκείμενα κοινωνικών μεταβολών). Από την άλλη στοχοποιείται κυρίως το πολιτικό επoικοδόμημα, εν προκειμένω οι δικτατορίες, ενώ ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής και η εξουσιαστική οργάνωση της κοινωνικής ζωής δεν αγγίζονται. Ποια διδάγματα μπορούμε να αντλήσουμε από την αραβική εξέγερση, τόσο από τις επιτυχίες της, όσο και από τα ελαττώματα της;

Η αραβική άνοιξη, αλλά και η εξέγερση της Αργεντινής (12/2001 μέχρι 7/2002) θα πρόσθετα, χρειάζεται να μελετηθούν σε βάθος. Εδώ θα περιορισθώ σε κάποιες απλές αναφορές κυρίως στην Αίγυπτο, τον πιο σημαντικό και πιο ριζοσπαστικό τόπο της αραβικής άνοιξης. Η διαδρομή της σχετίζεται με τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που πήραν μέρος στο κίνημα, χαρακτηρίζεται από το επίπεδο συνείδησης και οργάνωσης τους, εξαρτάται από την επίδραση του ισχυρότατου μετώπου που βρήκαν απέναντι τους (την διεφθαρμένη αστική τάξη, στην οποία περιλαμβάνονται οι ηγεσίες στρατού και αστυνομίας, οι πλούσιοι αγρότες, ακόμα και η αφειδώς χρηματοδοτούμενη από την Σαουδική Αραβία ηγεσία των Αδελφών Μουσουλμάνων, η οποία σύρθηκε στην εξέγερση από την ορμητική δράση της κοινωνικής τους βάσης. Αποφασιστικός σύμμαχος των αστών είναι ο ιμπεριαλισμός των Δυτικών και κυρίως των ΗΠΑ, μια και η Αίγυπτος αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της στρατηγικής τους για τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής). Τα μεσαία κοινωνικά στρώματα και η μερίδα των αμερικανοποιημένων νέων μπλόγκερς περιορίστηκαν στα ζητήματα δημοκρατίας. Οι νέοι, που αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος της εξέγερσης, οι εργαζόμενοι και οι φτωχοί αγρότες έβαλαν εξαρχής ζητήματα αντιιμπεριαλιστικά και κοινωνικά. Η εξέγερση στην Αίγυπτο, όπως όλες γενικά οι λαϊκές εξεγέρσεις, δεν ήταν ένοπλη, δεν ήταν ειρηνική. Ήταν ταυτόχρονα βίαιη και μη βίαιη. Οι δεκάδες ανεξάρτητες εργατικές οργανώσεις (που εδώ και λίγα χρόνια έκαναν την απαραίτητη «δουλειά του μυρμηγκιού», δημιουργώντας συνείδηση και οργάνωση), οι επιτροπές υπεράσπισης της επανάστασης που δημιουργήθηκαν σε κάθε γειτονιά και σε κάθε χωριό, οργάνωναν και συντόνιζαν τη λαϊκή αντιβία κατά στόχων του καθεστώτος, οργάνωναν την αλληλεγγύη, οργάνωναν τις συγκρουσιακές πολυήμερες συγκεντρώσεις-καταλήψεις στις πλατείες. Έτσι νικήθηκε ο φόβος, οργανώθηκε και ριζοσπαστικοποιήθηκε το κίνημα, που ξεπέρασε τις συμβιβαστικές ηγεσίες, κι ακόμα ανασαίνει και σπινθηροβολεί το εξεγερτικό πνεύμα.

Πολλά θα μπορούσαμε να πούμε για τις επιτυχίες και τους περιορισμούς τέτοιων εξεγέρσεων. Πολλά εμπόδια έχουν ξεπεράσουν. Τις ίδιες τους τις αδυναμίες, την έλλειψη θετικών συγκλίσεων ανάμεσα στις κοινωνικές και πολιτικές τους συνιστώσες, τις συστηματικές προσπάθειες των «φιλικών» δυνάμεων να διασπάσουν το ενιαίο μέτωπο νέων - εργαζομένων – αγροτών και να τις εκτρέψουν από τους αντιιμπεριαλιστικούς και κοινωνικούς στόχους. Τη λυσσαλέα αντίδραση των δυτικών δυνάμεων που κινητοποιούν όλα τα μέσα (και τα στρατιωτικά) που έχουν στη διάθεση τους. Κυρίως όμως αντιμετωπίζουν την μετατροπή της αρχικής τους δύναμης (το μαζικό και αυθόρμητο) σε στρατηγική αδυναμία, μια και δεν αναδεικνύουν μια ενοποιητική πολιτική δύναμη, ενώ δυσκολεύονται να κατανοήσουν και να υλοποιήσουν αποτελεσματικές στρατηγικές σε εθνικό επίπεδο για τη εγκαθίδρυση της λαϊκής εξουσίας. Οπωσδήποτε πάντως η Άνοιξη σημαίνει το ξύπνημα του αραβικού κόσμου, σηματοδοτεί το ξεπέρασμα του φόβου και της μοιρολατρίας, εγγράφεται στην ιστορία των κοινωνικών επαναστάσεων. Τροφοδοτεί το παγκόσμιο ανατρεπτικό κίνημα, δημιούργει ρωγμές και αποδεικνύει ότι συντονισμένες δονήσεις στο Νότο μπορούν να συνταράξουν το καπιταλιστικό οικοδόμημα.

Πώς σχολιάζεις το κίνημα των «αγανακτισμένων», την αντιφατικότητα του, αλλά και τις πλούσιες δυνατότητες που εμπεριέχονται σε αυτό; Το πρόσταγμα της «άμεσης δημοκρατίας» είναι μια ακόμα μόδα της εποχής ή μήπως αναζωογονεί την υπόθεση του κομμουνισμού του 21ου αιώνα, απομακρύνοντας τον απ’ την συγκεντρωτική τριτοδιεθνιστική/ιακωβίνικη παράδοση; 

Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την Πλατεία Ταχρίρ με την Πλατεία Συντάγματος, την αραβική εξέγερση με τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε πιο πριν, με ένα ξέσπασμα ενός λαού που προσπαθεί να βρει τον δρόμο του μέσα στη σύγχυση και την παραζάλη από τα μεθοδικά και συνεχή χτυπήματα, γεμάτος αυταπάτες ότι αρκεί η μαζική ειρηνική του παρουσία για να ανατρέψει την επίθεση του κεφαλαίου, εντελώς απροετοίμαστος για την αντιμετώπιση της κτηνώδους καταστολής. Στην πλατεία, επιπλέον, υπήρχαν δυο «πλατείες». Η πάνω, στην οποία νέοι, εργαζόμενοι, προλεταριοποιούμενοι μικρομεσαίοι που μόλις είχαν αφήσει την ασφάλεια του καναπέ, προσπαθούσαν να κάνουν την ατομική υπέρβαση – δέσμιοι ακόμα παλαιών στερεοτύπων – αναγνωρίζονταν μεταξύ τους στο δρόμο για να κάνουν την συλλογική υπέρβαση, συλλάβιζαν το αλφαβητάρι της σύγκρουσης. Η κάτω πλατεία, σε διαρκή συνέλευση, αδυνατούσε ουσιαστικά να συνδεθεί με το αντιφατικό αλλά «εμπεριέχον πλούσιες δυνατότητες» κίνημα της πάνω πλατείας, να πετύχει θετικές συγκλίσεις, να προτείνει μια πειστική τακτική και στρατηγική, αρχίζοντας από την υπεράσπιση του κατειλημμένου «χώρου ανάσας» της Πλατείας. Όσο για το πρόταγμα της άμεσης δημοκρατίας είναι μια παλιά έννοια, έχει βγει από την Παρισινή Κομμούνα, σχετίζεται με τις έννοιες της αποκέντρωσης, της αυτοδιαχείρισης, όμως κατά βάση με την έννοια του ένοπλου λαού. Έτσι, εμφανίζεται αυθόρμητα στις επαναστάσεις, όπως στη Ρωσική, στις ευρωπαϊκές εξεγέρσεις μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, στην Ισπανία, στην Ελεύθερη Ελλάδα της Αντίστασης, ξεπηδά πάντα σε όλες τις μεγάλες επαναστατικές λαϊκές εμπειρίες. Και βέβαια δεν έχει σχέση με τον γιακωβινισμό και τον συγκεντρωτισμό, και φυσικά αναζωογονεί την υπόθεση του κομμουνισμού.

Μια όψη της καθολικής κρίσης (που δεν είναι σκέτη «οικονομική» φυσικά) είναι και η οικολογική κρίση. Πρόσφατα βιώσαμε τεράστιες οικολογικές καταστροφές: στη Φουκουσίμα η διαρροή ραδιενέργειας ακόμα συνεχίζεται, ενώ η B.P. σε εξωδικαστικό συμβιβασμό με τις αμερικάνικες αρχές πλήρωσε ψίχουλα (σε σχέση με τα κέρδη της) για την καταστροφή που προκάλεσε στον Κόλπο του Μεξικού. Είναι ο «πράσινος» καπιταλισμός η μόνη εφικτή και ρεαλιστική λύση ή υπάρχει διαφορετική έξοδος απ’ την οικολογική κρίση;

Η οικονομική κρίση συμπλέκεται με την οικολογική κρίση. Το κεφάλαιο αδιαφορεί ακόμη περισσότερο τώρα για την οικολογική κρίση και τις επιπτώσεις της στις συνθήκες κοινωνικής αναπαραγωγής των οικοσυστημάτων και τον υποβιβασμό της βιόσφαιρας. Η «νέα εποχή», η νέα περίοδος της ιστορίας της καπιταλιστικής βαρβαρότητας χαρακτηρίζεται ολοένα και περισσότερο από οικολογικές καταστροφές με όλες τις συνέπειες τους σε ταξικούς όρους. Οικολογικές καταστροφές (τύπου Φουκουσίμα, BP κ.α.) εξαιτίας της λογικής του κεφαλαίου που μόνο θεό έχει το κέρδος και μόνη αξία την μεγιστοποίηση του, είτε λόγω της κλιματικής αλλαγής, από την βίαιη αντίδραση της φύσης στην βάναυση αντιμετώπιση από τον καπιταλισμό. Ο «πράσινος» καπιταλισμός ως «αντίφαση εν τοις όροις» δεν μπορεί να αποτελεί λύση. Ούτε ορθολογική κοινωνικά λύση αποτελεί η δημιουργία πράσινων νησίδων μέσα σε ένα μολυσμένο και εξαντλημένο οικοσύστημα. Η λύση απέναντι στον καπιταλισμό της καταστροφής δεν μπορεί παρά να είναι η καταστροφή του καπιταλισμού και η οικοδόμηση της κοινωνίας του ελεύθερα «συνεταιρισμένου παραγωγού» που ξέρει να συνδυάζει αρμονικά και να ελέγχει τις ανταλλαγές του με την φύση «με τις πιο αξιοπρεπείς και πιο σύμφωνες με την ανθρώπινη φύση συνθήκες» όπως έγραφε ο γέρο Μαρξ.

Παρατηρούμε σήμερα μια σχετική κοινωνική ριζοσπαστικοποίηση, η οποία όμως δεν είναι ευθύγραμμη: ένα κομμάτι της στρέφεται προς τ’ αριστερά, ένα άλλο κομμάτι της στρέφεται προς τα δεξιά, ενώ μεγάλο τμήμα της αποκτά μικτά χαρακτηριστικά. Σε ανησυχεί η άνοδος της Άκρας δεξιάς, του εθνικισμού και της ξενοφοβίας; Υπάρχει ο κίνδυνος φασιστικής αντεπανάστασης σήμερα;

Η οικονομική κρίση διεξάγεται στο ιστορικό πλαίσιο μιας μεγαλύτερης κρίσης, της κρίσης πολιτισμού. Κρίσης αξιών, καταστροφής του κοινωνικού ιστού. Ως θετική κοινωνικά αντίδραση μπορεί να αναπτυχθεί η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, το απελευθερωτικό κίνημα. Μπορεί όμως, και έχει συμβεί ιστορικά, μερίδες του πληθυσμού (από τα προλεταριοποιούμενα μικρομεσαία στρώματα, ακόμη και από το λιγότερο συνειδητοποιημένα τμήματα των εργαζομένων) να αναζητήσουν καταφύγιο σε παλιές αντιδραστικές «αξίες» και να ξανααναδυθούν ρατσιστικές, θρησκοληπτικές, φασιστικές αντιλήψεις. Αυτό το αντιδραστικό, αντεπαναστατικό ρεύμα ενθαρρύνεται από το κεφάλαιο στο πλαίσιο της ταχύτατης πλέον αναδιάρθρωσης του προς προκαπιταλιστικές σχέσεις, μέσα σε καθεστώτα «φιλελεύθερου» φασισμού. Αυτό το (αντι) κοινωνικό ρεύμα θα μπορεί να αναπτύσσεται όσο βρίσκει «ελεύθερο» το κοινωνικό πεδίο, όσο οι δυνάμεις που ευαγγελίζονται την κοινωνική απελευθέρωση παραμένουν σε θεωρητικές γενικολογίες και σε κενά ρητορικά σχήματα, μακριά από το πεδίο της πραγματικής πολιτικής ζωής και της υλικής ταξικής πάλης, όσο οι διακηρύξεις δεν γίνονται πρόταση και συγκεκριμένη δράση αναδημιουργίας του κοινωνικού ιστού, αυτοοργάνωσης σε απελευθερωτική προοπτική, άμεσης οργάνωσης της κοινωνικής αλληλεγγύης και της αντίστασης στον φασισμό, στον εκφασισμό, στην καπιταλιστική βαρβαρότητα.     
         
Έχει η ένοπλη πάλη θέση μέσα στη σημερινή συγκυρία και με ποιους όρους; Μήπως η «στρατιωτική ήττα» του ένοπλου σε δυο δόσεις (το 2002 και το 2010) ήταν ταυτόχρονα ήττα πολιτικής στόχευσης, στρατηγικής και τακτικής; Υπάρχει η αναγκαιότητα μιας πολιτικής αυτοκριτικής του ελληνικού αντάρτικου πόλης;

Αν ο ορίζοντας είναι ο «ένοπλος λαός» και η «άμεση δημοκρατία», έννοιες που ορίστηκαν από την Παρισινή Κομμούνα, ως προϋπόθεση για να απαλλαγούν οι υποτελείς τάξεις από κάθε εξουσία που δεν θα είναι δική τους, θα σου απαντήσω με τα λόγια του Ζαν Μαρκ Ρουαϊγιάν ότι «σε κάποια φάση της επαναστατικής διαδικασίας θα χρειαστεί η ένοπλη πάλη». Σήμερα που η συγκυρία μεταβάλλεται ταχύτατα, που ο πολιτικός χρόνος πυκνώνει, που η Ιστορία επιταχύνεται, η συνταγή του χθες μπορεί να είναι ανεπίκαιρη σήμερα, η πρόταση του αύριο μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική από αυτήν του σήμερα. Είναι ζήτημα ανάλυσης της εκάστοτε συγκυρίας και θέμα λεπταισθησίας της κρίσης. Πάντως άμεση προτεραιότητα είναι η οργάνωση των υποτελών τάξεων, η ανάπτυξη ενός πολύμορφου επαναστατικού κινήματος με απελευθερωτικό ορίζοντα.
Όσο για τους όρους «ήττα» ή «νίκη» προτιμώ να τους αποφεύγω όταν πρόκειται για συντελεσμένες επαναστατικές, και γενικότερα κινηματικές, εμπειρίες. Πως υπολογίζουμε, πως μετράμε τις νίκες ή τις ήττες μας; Με ποιο υποδεκάμετρο θα λογαριάσουμε την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης, τη διάχυση στην κοινωνία επαναστατικών ιδεών, τον εμπλουτισμό του οπλοστασίου του κοινωνικού κινήματος με μορφές αγώνα, το στραπατσάρισμα της εικόνας του άτρωτου της εξουσίας, τη συνέχεια των επαναστατικών παραδόσεων; Φυσικά υπάρχει ανάγκη κριτικής και αυτοκριτικής, όλων των εμπειριών, σε όλο το φάσμα του κινήματος, πάντα όμως με γνώμονα να βρούμε τι έφταιξε συνολικά που φτάσαμε ως εδώ, και τι φταίει που ακόμα δεν έχουμε βρει τον δρόμο μας.

Ένα κομμάτι του αντιεξουσιαστικού κινήματος εκφράζει την άποψη πως μια ένοπλη οργάνωση εξ’ αιτίας της δομής της νομοτελειακά αποκόβεται απ’ τις κινηματικές της ρίζες και εξειδικεύεται, μετατρέπεται σε κλειστή σέχτα χάνοντας την επαφή της με τις πραγματικές κοινωνικές συνθήκες. Ποια ήταν η δική σου εμπειρία ως μέλος της 17 Νοέμβρη; Ένοιωσες αποκομμένος απ’ το κίνημα και τις κοινωνικές σχέσεις;

Το ερώτημα αυτό τίθεται χρόνια τώρα, από την εποχή της Πρώτης μέχρι και την εποχή της Πέμπτης (ποντιακής) Διεθνούς, και φαντάζομαι ότι και στις επόμενες Διεθνείς πάντα θα υπάρχει το κινηματικό έδαφος για να ξαναβλαστάνει. Είναι αλήθεια ότι σε όλες τις ιστορικές εκφάνσεις του επαναστατικού κινήματος (μαρξιστικές, αναρχικές) υπήρξαν παράνομες και ένοπλες δομές που δεν αποκόπηκαν καθόλου από τις κινηματικές τους ρίζες, και συνέβαλλαν αποφασιστικά στην ανάπτυξη του κινήματος. Είναι επίσης αλήθεια ότι υπήρξαν παράνομες (αλλά επίσης και νόμιμες…) δομές που αποκόπηκαν από τις κινηματικές τους ρίζες, χάνοντας την επαφή τους με τις πραγματικές κοινωνικές συνθήκες. Δεν υπάρχει καμιά νομοτέλεια, κανείς ντετερμινισμός: Η εξίσωση παρανομία = ξέκομμα, είναι πολύ απλοϊκή. Εκδηλώσεις αυτοαναφορικότητας έχουμε δει και σε ένοπλες οργανώσεις, όμως είναι πολύ απλουστευτικό αυτές να αποδίδονται μόνο στις παράνομες δομές. Το ίδιο το σχέδιο των οργανώσεων, το επίπεδο ανάπτυξης του κινήματος, είναι κάποιοι παράγοντες που χρειάζεται να ληφθούν υπόψη από όσους δεν ασκούν κριτική για «να πετάξουν και το μωρό με τ’ απονέρια», αλλά για να αντιμετωπίσουν στην πραγματική τους βάση τα υπαρκτά προβλήματα που δημιουργούνται απ’ την παρανομία.

Όσο αφορά την 17Ν, μέσα από τη δράση της βρισκόταν σε διαρκή άτυπο διάλογο με την κοινωνία, εξέφραζε τα συμφέροντα ενός σημαντικού τμήματος της, αλληλοτροφοδοτούταν πολιτικά με αυτό. Προσωπικά μιλώντας, δε χρειαζόταν να κυκλοφορείς μέσα στο κίνημα (στο όποιο κίνημα, για παράδειγμα, της δεκαετίας του 1990) για να «μυρίσεις» το πολιτικό και ιδεολογικό «κλίμα», αρκούσαν οι συνηθισμένες για τον καθένα κοινωνικές διαδρομές. Η δυσκολία ίσως ήταν ότι δεν μπορούσες να απαντήσεις σε τέτοιου είδους κριτικές.