30/11/08

AΠ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟΓΟΝΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΣΠΑΝΗΣ ΣΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΚΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ :

Κουμμουνισμός της Σπάνης και κομμουνισμός του Πλούτου

«Εντούτοις οι ινδιάνοι δεν είχαν ακόμα υποψιαστεί, πριν τον ερχομό των λευκών, ότι η γη θα μπορούσε να ανήκει σε κάποιον ξεχωριστά και να μην αποτελεί το κοινό αγαθό όλων εκείνων που ζουν στην επιφάνεια της […]. Η ινδιάνικη φυλή κατοικούσε σε μια εδαφική επικράτεια που εναρμονιζόταν με τις ανάγκες και τον αριθμό του πληθυσμού της, χωρίς να γεννάται γι΄ αυτήν ζήτημα συνόρων ή περιφράξεων»

R. Roger(από την “πολιτική ιστορία του συρματοπλέγματος” του Ολ. Ραζάκ, εκδ. Βάνιας)

Η κάθε εξουσία εμφανίζει τον εαυτό της και την τάξη πραγμάτων που δημιουργεί σαν αιώνια δοσμένη, φυσικά νομιμοποιημένη και αμετάβλητη. Έτσι και ο καπιταλισμός εμφανίζει την ατομική ιδιοκτησία σαν αιώνια και φυσική, σαν ένα χαρακτηριστικό ενσωματωμένο στην ανθρώπινη φύση: Τόσο θερμός ήταν ο ζήλος των οικονομολόγων για την ανακάλυψη κεφαλαϊικής ιδιοκτησίας κατά τους προϊστορικούς χρόνους, ώστε κατέληξαν με τις έρευνες τους να ανακαλύψουν και ιδιοκτησία κι εκτός του ανθρώπινου γένους – μεταξύ των ζώων. Είπαν, για παράδειγμα, ότι το μυρμήγκι στην πρόνοια του να αποταμιεύσει τροφές είναι «κεφαλαιούχος»! Κρίμα που δεν προχώρησαν ακόμα ένα βήμα και να μας βεβαιώσουν ότι το μυρμήγκι αποταμιεύοντας τροφές σκοπεύει στην πώληση τους και την πραγματοποίηση του κέρδους δια της κυκλοφορίας του κεφαλαίου του»(Πωλ Λαφάρκ )

Φυσικά, η ανεπεξέργαστη και απλοϊκή παραπομπή στη φύση μπορεί να ανακαλύψει τα πάντα στο ζωικό βασίλειο: καπιταλισμό, φασισμό, κομμουνισμό, αναρχία κ.τ.λ. Αλλά η ανθρώπινη κοινωνία βασίζεται πάνω στη συνειδητή(να υπογραμμιστεί) ζωική λειτουργία, πράγμα που καθιστά κάθε σύγκριση του ζωικού βασιλείου με την ανθρώπινη κοινωνία σαθρό ιδεολόγημα.

Η ατομική ιδιοκτησία λοιπόν, όπως και το κράτος και η εξουσιαστική/ ιεραρχική και ταξική δόμηση της κοινωνίας, δεν είναι ούτε αυτοφυή κι αιώνια φαινόμενα, όπως πιστεύουν οι καπιταλιστές, ούτε εξωκοινωνικά /εξωκοσμικά φαινόμενα, όπως πιστεύει ένας αφελής και ιδεαλιστικός αναρχισμός. Τα κατασκευάσματα αυτά είναι καθαρά κοινωνικά γεννήματα και εμφανίστηκαν σαν αποτέλεσμα μιας διαρκούς συνεξελικτικής διαδικασίας πολλών παραγόντων (κοινωνικών, οικονομικών, φυσικών, ψυχολογικών, “θρησκευτικών” κ.λ.π.). Δεν είναι ούτε αιώνια και αμετάβλητα, αλλά ούτε και προϊόντα μιας σκοτεινής και εξουσιαστικής συνωμοσίας

Η μετάβαση από τον πρωτόγονο κομμουνισμό στην ατομική ιδιοκτησία και τον σύγχρονο καπιταλισμό, όπως και η μετάβαση από την Μητριαρχία στην Πατριαρχία, δεν έγινε από την μία μέρα στην άλλη, αλλά αργά και σταδιακά. Ο Λαφάργκ διακρίνει τέσσερα βασικά στάδια σε αυτήν την πορεία: τον αρχέγονο κομμουνισμό την κοινή αιματοσυγγενική ιδιοκτησία (αιματοσυγγενικός κολλεκτιβισμός ), την φεουδαλική ιδιοκτησία και τη σύγχρονη αστική ιδιοκτησία. Κάθε στάδιο δεν έχει απόλυτα σύνορα, αλλά κάθε νέα κατάσταση εμπεριέχει, στοιχεία της παλαιότερης κατάστασης , ενώ κάθε παλιά κατάσταση εμπεριέχει σε σπερματική μορφή την καινοτομία που θα την ανατρέψει.

Η ύπαρξη λοιπόν μιας μακρόχρονης κομμουνιστικής κατάστασης στην ανθρωπότητα, καταρρίπτει το φιλελεύθερο ιδεολόγημα. Από την άλλη ο πρωτόγονος κομμουνισμός δεν ήταν ένας επίγειος παράδεισος όπως πιστεύουν τόσο οι διάφορες θρησκείες που μιλούν για την Πτώση του ανθρώπου, όσο και ο αφελής αναρχοπρωτογονισμός : «Στην αρχέγονη εποχή η ιδιοκτησία ήταν κοινή μόνο μεταξύ των μελών της ίδιας φυλής, που συνδεόταν με δεσμούς αίματος. Κάθε ανθρώπινο πλάσμα που δεν ανήκε στο στενό αυτό κύκλο θεωρούταν ξένος και εχθρός» (Πωλ Λαφάργκ).

Μια ματιά στα χαρακτηριστικά του πρωτόγονου κομμουνισμού αρκεί για να καταρρεύσει ο μύθος περί “ευγενών αγρίων” του Διαφωτισμού, που πέρασε στις μέρες μας με το ιδεολογικό κατασκεύασμα της “Αγριότητας” του αναρχοπρωτογονισμού. Ο αναρχοπρωτογονισμός εκφράζει με αναρχικό ένδυμα ένα κράμα ρομαντισμού και θρησκευτικού τύπου νοσταλγία για το “χαμένο παράδεισο” (την προ-πτωχική και προ-πολιτιστική κοινωνία), με την διαφορά ότι ταυτίζει την Πτώση όχι στην Αμαρτία ή την Γνώση του Καλού και του Κακού, όπως κάνει ο χριστιανισμός, αλλά στην εμφάνιση του πολιτισμού.

Εδώ τίθεται το ερώτημα: ο Πολιτισμός είναι ευλογία ή κατάρα για την Ανθρωπότητα; Μέσα στην ιδεολογία της “καθαρής ελευθερίας”, ο Πολιτισμός είναι ο νεκροθάφτης των ανθρώπινων ενστίκτων. Μήπως όμως ο Πολιτισμός εμφανίστηκε ακριβώς επειδή η “καθαρή ελευθερία” δεν μπορούσε δεν μπορούσε να ικανοποιήσει τις ανθρώπινες ανάγκες; Σύμφωνα με τον Φρόιντ η “η αρχή της ηδονής”: «έρχεται σε σύγκρουση με το φυσικό και το ανθρώπινο περιβάλλον. Το άτομο συνειδητοποιεί τραυματικά ότι η ακέραια και η άπονη ικανοποίηση των αναγκών είναι αδύνατη». Κι έτσι η “καθαρή ελευθερία” της άμεσης ικανοποίησης, της ηδονής και των ενστίκτων αντικαθίσταται με τον Πολιτισμό της απώθησης και της καθυπόταξης των ενστίκτων (την “αρχή της πραγματικότητας “). O κομμουνισμός της Σπάνης καταστρέφεται από τον Πολιτισμό, ο οποίος πολλαπλασιάζει τον κοινωνικό πλούτο και την ασφάλεια, μέσα από την επεξεργασία της φύσης, την ανάπτυξη της γεωργίας και την παραγωγικότητα. Αρχικά λοιπόν, ο Πολιτισμός εμφανίζεται σαν “αναγκαίο κακό”, μια ιστορική αναγκαιότητα που έδρασε προοδευτικά.

Ταυτόχρονα όμως αποσυνθέτει την αρχική κοινωνική ενότητα, που εξασφαλίστηκε μέσα από την ισότητα του αρχέγονου κομμουνισμού, κατακερματίζει την κοινωνία δημιουργεί ιεραρχικές δομές και στην κίνηση του φτάνει στο σημείο να αντικαταστήσει την επεξεργασία της φύσης με την (κερδώα για κάποιους) καταστροφής της.

«Η εντεινόμενη πρόοδος φαίνεται να είναι δεμένη με την εντεινόμενη ανελευθερία. Σε όλο τον κόσμο του βιομηχανικού πολιτισμού η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο αυξάνεται σε έκταση και οργάνωση. Κι αυτή η τάση δεν εμφανίζεται σα μια πάρεργη, μεταβατική αναδρομή κατά την πορεία προς την πρόοδο… Και η πιο αποτελεσματική καθυπόταξη και καταστροφή του ανθρώπου από άνθρωπο συμβαίνει στο υψηλότερο σημείο του πολιτισμού, όταν οι υλικές και διανοητικές επιτεύξεις της ανθρωπότητας φαίνονται να επιτρέπουν τη δημιουργία ενός αληθινά ελευθέρου κόσμου».(Μαρκούζε)

Ακόμα και η πολλά υποσχόμενη Επιστήμη, που τόσες ελπίδες γέννησε στο αναρχικό και σοσιαλιστικό κίνημα του 19ου αιώνα, άλλα και στο ρωσικό μηδενισμό και το γαλλικό αναρχοατομικισμό, κάτω από το σφικτό εναγκαλισμό της με την Εξουσία, μετατράπηκε σε δημιουργό της κοινωνίας του Έλεγχου, της μηχανοποίησης, της τυποποίησης, της αλλοτρίωσης και της καταστροφής του φυσικού πλούτου.

Αλλά, ο ίδιος ο Πολιτισμός μας δίνει το σχοινί για να τον κρεμάσουμε. Ο κοινωνικός πλούτος σήμερα είναι τόσο μεγάλος ώστε υπάρχει η δυνατότητα για να δημιουργηθεί ένας σύγχρονος κομμουνισμός πλούτου: «Αφού ο Πολιτισμός κατέστρεψε τον ακατέργαστο και απλό κομμουνισμό των πρώτων βημάτων της ανθρωπότητας, απεργάζεται τώρα το υλικό ενός πολυσύνθετου και επιστημονικού κομμουνισμού»(στη φράση αυτή του Λαφάρκ είναι εμφανής ο επιστημονισμός που χαρακτηρίζει το επαναστατικό κίνημα του 19ου αιώνα).

Αυτός ο κομμουνισμός όμως υπάρχει σε λανθάνουσα μορφή μέσα στην υπάρχουσα κοινωνία, είναι μια δυνατότητα, μια πιθανότητα και όχι μια βεβαιότητα. Ο Μπακούνιν στο “θεός και κράτος”, με περίσσια σιγουριά τοποθετούσε την “ανθρώπινη ευτυχία” στο “Τέλος της Ιστορίας”(πολύ πριν τον Φουκουγιάμα…)ενώ για τους μαρξιστές τα υποκείμενα είναι τυφλά ενεργούμενα των “αντικειμενικών συνθηκών” οι οποίες αρκούνε για να μας πάνε καβάλα στον κομμουνιστικό παράδεισο. Αντίθετα ο Μάρξ στην “Γερμανική Ιδεολογία’’ έλεγε ότι η ιστορία δεν έχει τους ειδικούς σκοπούς, τη δική της αυτοσυνείδηση (το ότι οι μαρξιστές αγνοούν τη διαλεκτική σχέση των υποκειμένων με τις αντικειμενικές συνθήκες, είναι ένα από τα πολλά γεγονότα που δικαιώνουν την φράση του Μάρξ : ‘’ Έσπειρα δράκους και θέρισα ψείρες’’).

Η ιστορία λοιπόν δεν έχει προορισμό, δεν είναι ούτε ατμομηχανή με τελικό προορισμό τον κομμουνισμό ή την ανθρώπινη ευτυχία(μαρξιστικός και αναρχικός ντερτενισμός),ούτε βίντεο να πατήσουμε το Rewind και να βρεθούμε στον παράδεισο του πρωτόγονου κομμουνισμού (αναρχοπρωτογονιστική, θρησκευτικού τύπου, νοσταλγία του’’ χαμένου παραδείσου’’).Τον δρόμο τον φτιάχνουμε περπατώντας.

Κι ο γεροτυφλοπόντικας ακόμα σκάβει…

ΠΩΛ ΛΑΦΑΡΚ : « ΑΡΧΕΓΟΝΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ»


1

Αν οι οικονομολόγοι θεωρούν την ύπαρξη του Κεφαλαίου σύγχρονη με την παιδική ηλικία της Ανθρωπότητας , αυτό συμβαίνει διότι αρέσκονται στο να αγνοούν τις συνήθειες των αρχέγονων λαών.

Υπάρχουν και σήμερα άγριοι που δεν έχουν ιδέα για την έγγειο ιδιοκτησία ,ατομική ή κοινή(collective) και μόλις έχουν σχηματίσει την έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας, πάνω στα αντικείμενα που χρησιμοποιούν. Μερικοί κάτοικοι της Αυστραλίας κατέχουν ως ολόκληρη ιδιοκτησία μόνο τα αντικείμενα που είναι αναπόσπαστα από το πρόσωπο τους ,δηλαδή: όπλα, κοσμήματα που φέρουν στα αυτιά τους, τα χείλη τους ή τις μύτες τους , δέρματα άγριων θηρίων που χρησιμοποιούν ως ενδύματα, λίπος για ιαματική χρήση κ.λ.π.

Τα αντικείμενα αυτά, των οποίων κάνουν αποκλειστικά προσωπική χρήση, θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος του ατόμου τους και δεν τα αποχωρίζονται ούτε μετά τον θάνατο, αλλά καίγονται και θάβονται μαζί τους. Το Όνομα είναι η πρώτη ιδιοκτησία που συναντάμε. Ο άγριος ουδέποτε αποκαλύπτει το όνομα του στον ξένο. Το θεωρεί κάτι πολύτιμο, που μόνο σε φίλο μπορεί να δωρίσει. Τόσο είναι ταυτισμένο το όνομα με το πρόσωπο του, ώστε η φυλή του παύει να το προφέρει μετά τον θάνατο του. Για να γίνει ένα αντικείμενο ατομική ιδιοκτησία, πρέπει να είναι πραγματικά ή φαινομενικά συσσωματωμένο με το πρόσωπο του κατόχου του. Όταν ο άγριος θέλει να δείξει ότι ένα αντικείμενο του ανήκει , δηλώνει ότι τι χρησιμοποιεί γλύφοντας το με την γλώσσα του. Οι Εσκιμώοι μόλις αγοράσουν κάτι το φέρουν-εκτός κι αν είναι βελόνι- στο στόμα τους ή θα επισημοποιήσουν την αγορά με μια συμβολική πράξη, που σημαίνει την επιθυμία να το κρατήσουν για ατομική χρήση. Επίσης αντικείμενα χειροτεχνίας είναι ιδιοκτησία μόνο αν έχουν αποκτηθεί με τον πιο πάνω τρόπο. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο ο Εσκιμώος δεν μπορεί να κατέχει περισσότερα από δύο μονόξυλα. Το τρίτο είναι στη διάθεση της φυλής και θεωρείται απρόσωπη ιδιοκτησία. Ο άγριος ποτέ δε θεωρεί τον εαυτό του υπεύθυνο για την απώλεια πράγματος που ανήκει στη φυλή του, ούτε σκέφτεται να το αντικαταστήσει. Αυτό είναι έργο της φυλής.

Η ανικανότητα του αγρίου να συλλάβει την ιδέα της ιδιοκτησίας επί των αντικειμένων τα οποία δεν είναι ταυτισμένα με το πρόσωπο του, προέρχεται από το γεγονός ότι δεν έχει συνείδηση της ατομικότητας του ως ξεχωριστής. Τη θεωρεί σαν ένα μόριο του αιματοσυγγενικού ομίλου ή της φυλής μέσα στην οποία ζει.

Ο άγριος βρίσκεται στη μέση τόσων κινδύνων, το πνεύμα του εξάπτεται από τόσους φανταστικούς φόβους, ώστε δεν μπορεί να ζήσει απομονωμένος, ούτε καν να συλλάβει τη δυνατότητα αυτής της περίπτωσης. Η εξορία ενός αγρίου από τη φυλή ή την ορδή του, ισοδυναμεί με θανατική καταδίκη. Τόσο μεταξύ των προϊστορικών ελλήνων, όσο και μεταξύ των βαρβάρων, ακόμα και ο εξ αμελείας φόνος ενός μέλους τιμωρούταν με εξορία. Ο Ορέστης μετά την δολοφονία της μητέρας του υποχρεώθηκε να εκπατριστεί για να καθησυχαστεί η κοινή οργή. Και σε μεταγενέστερους πολιτισμούς, όπως της αρχαίας Ελλάδας και Ρώμης, η εξορία θεωρούταν σαν η σκληρότερη ποινή. Όπως λέει ο ποιητής Θέογνις, ο εξόριστος ‘’ δεν έχει ούτε φίλους, ούτε πιστούς συντρόφους και αυτό είναι το πλέον πένθιμο στην εξορία’’. Το να ζει κανείς απομονωμένος, μακριά από τους συντρόφους του, θεωρούταν το φοβερότερο δυστύχημα στον αρχέγονο άνθρωπο, ο οποίος ήταν συνηθισμένος στην κοινοβιακή ζωή.
Ο άγριος είναι το τελειότερο ον(από την άποψη της αυτάρκειας) σε σχέση με τον πολιτισμένο, είναι τόσο ενσωματωμένος με την ορδή ή τη φυλή του, ώστε δεν αισθάνεται τον εαυτό του ως ξεχωριστή προσωπικότητα, ούτε στην ιδιοκτησία, ούτε στην οικογένεια.*1

Το γεγονός ήταν το παν. Αυτό ήταν η οικογένεια αυτό νυμφευόταν αυτό ήταν ο κάτοχος της ιδιοκτησίας. Στο γένος τα πάντα είναι κοινά. Ο δασόβιος της Αφρικής όταν λαμβάνει κάτι ως δώρο το διαμοιράζει στα άλλα μέλη του γένους του. Ομοίως όταν πιάνει ένα ζώο ή όταν βρίσκει ένα αντικείμενο. Σε καιρό λιμού οι νεαροί Φονεγιάνοι ερευνούν τις ακτές κι αν τύχει να βρουν κάποιο θήραμα ή ψάρι τρέχουν να ειδοποιήσουν τους συντρόφους τους. Τρέχουν τότε όλοι σ΄ εκείνο το μέρος και με την ευθηνή του γηραιότερου το διανέμουν σε ίσες μερίδες.
Κυνήγι και ψάρεμα , αυτοί οι δύο πρωτόγονοι τρόποι παραγωγής, γίνονται από κοινούκαι το προϊόν τους διανέμεται από κοινού. Ο Μάρτιους αναφέρει ότι οι Μποτοκούντος, αυτές οι ατρόμητες φυλές της Βραζιλίας, οργανώνουν κοινά κυνήγια και ποτέ δεν εγκαταλείπουν το μέρος που φόνευσαν το ζώο αν πρώτα δεν το διαμοιράσουν. Το ίδιο αναφέρει και για τους Ντακότας αλλά και για τους Αυστραλούς ιθαγενείς. Μεταξύ ακόμα και των φυλών στις οποίες το κυνήγι γίνεται ελεύθερα και ατομικά, ισχύει ο αρχέγονος τρόπος διανομής της λείας. Ο τυχερός κυνηγός προσκαλεί σε συμπόσιο όλα τα μέλη του γένους του, του χωριού ή ολόκληρης της φυλής. Οι περιστάσεις αυτές είναι, μπορούμε να πούμε ένα είδος ‘’εθνικού συμποσίου’’. Σε κάποιες χώρες του Καυκάσου ο φόνος μιας αγελάδας ή βοδιού ή αιγόπροβάτου από μια οικογένεια είναι πάντα μια αφορμή για να συντρώγει ολόκληρο το χωριό. Έτσι οι χωρικοί τρώνε από κοινού και πίνουν σε ανάμνηση συνηθειών που εξέπνευσαν με το πέρασμα του χρόνου. Τα νεκρικά συμπόσια δεν είναι παρά ανάμνηση αυτών των κοινών εορτών.
Ο Μόργκαν που τόσο επιμελώς σπούδασε τα αρχέγονα κομμουνιστικά έθιμα, στο τελευταίο του σπουδαίο βιβλίο περιγράφει τις μεθόδους του κυνηγιού και της αλιείας που χρησιμοποιούν οι ερυθρόδερμοι της Β. Αμερικής : ‘’οι πεδινές φυλές ζούνε σχεδόν αποκλειστικά με ζωικές τροφές και δείχνουν σ’ αυτές τις κυνηγητικές συνήθειες τους την τάση προς τον κομμουνισμό. Οι Blackfeet κατά το κυνήγι βουβαλιών καταδιώκουν την αγέλη έφιπποι σε πολυάριθμες ομάδες , άνδρες, γυναίκες και παιδιά μαζί. Όταν αρχίζει το κυνήγι το πρώτο σκοτωμένο ζώο διανέμεται απ’ αυτούς που καταφθάνουν, όπως και το δεύτερο, το τρίτο κ. ο .κ. , μέχρις ότου όλοι να προμηθευθούν. Κατόπιν το κόβουν σε τεμάχια και το ξηραίνουν στον αέρα ή το καπνίζουν στην φωτιά. Άλλοι μετατρέπουν μέρος της λείας τους στο Pemmican, που είναι ξηρό και κονιοποιημένο κρέας αναμεμιγμένο με διαλυμένο λίπος βουβάλου, το οποίο βράζεται εντός του δέρματος του ζώου. Κατά την εποχή της αλιείας στο ποταμό Κολούμπια, όπου τα ψάρια βρίσκονται σε μεγαλύτερη αφθονία από κάθε άλλο ποτάμι της γης, όλα τα μέλη κάθε φυλής κατασκηνώνουν και ψαρεύουν από κοινού και κάθε βράδυ μοιράζουν την λεία, σε μερίδια ανάλογα με τον αριθμό τους. Τα ψάρια σχίζονται και χαράζονται, ξηραίνονται σε ξύλινα παραπήγματα και μεταφέρονται σε καλάθια στο χωριό τους .’’

Όταν παύει η νομαδική ζωή των αγρίων και εγκατασταίνονται σε μόνιμο μέρος, η κατοικία τους δεν είναι ατομική αλλά κοινή ιδιοκτησία. Αυτό εξακολουθεί να συμβαίνει και κάτω απ’ τον μητριαρχικό τύπο της οικογένειας. Οι κοινές κατοικίες αυτές μοιάζουν με τις κατοικίες που ανακάλυψε ο Perouse στην Πολυνησία. Έχουν ύψος 10 πόδια, μήκος 110 και πλάτος 10, σε σχήμα αντεστραμμένου μονόξυλου, με δύο εισόδους στα άκρα και παρέχουν χώρο για στέγαση 100 περίπου ατόμων. Τα μακρόσπιτα των Ιοροκέζων, τα οποία σύμφωνα με τον Μόργκαν εξαφανίστηκαν πριν τις αρχές του εικοστού αιώνα, είχαν 100 πόδια μήκος, 30 πλάτος και 20 ύψος. Διασχίζονταν κατά μήκος από διάδρομο που κατέληγε και στα δύο άκρα του στις πόρτες. Στο διάδρομο άνοιγαν σα σε κυψέλη σειρά μικρών διαμερισμάτων για τις παντρεμένες γυναίκες του γένους. Σε κάθε κατοικία υπήρχε το Τοτέμ του γένους, δηλαδή το ζώο απ’ το οποίο υποτίθεται ότι καταγόταν το γένος. Παρόμοιες είναι οι κατοικίες των Dyac στο Βόρνεο, με την διαφορά ότι εκεί κατασκευάζονταν με βάση ύψους 15-20 ποδιών, αποτελούμενες από σκληρές ξύλινες δοκούς. Αυτός ο τρόπος οικοδόμησης μας θυμίζει τα λιμνόσπιτα που ανακαλύφθηκαν στις Ελβετικές λίμνες, τα οποία στηρίζονταν σε ξύλινους στύλους. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Παίονες κατοικούν μέσα στη λίμνη της Πρασιάς, σε σπίτια στηριζόμενα σε πασσάλους. Τα casas grandes των ερυθρόδερμων στο Μεξικό, φαίνονταν σαν τεράστιες κλίμακες, με υπερκείμενα μεταξύ τους πατώματα, υποδιαιρούμενα σε δωμάτια για τα συζυγικά ζεύγη. Δεν είναι απίθανο και οι προϊστορικοί έλληνες να ζούσαν σε παρόμοιες κοινοβιακές κατοικίες, όπως συμπεραίνουμε απ’ το ανάκτορο της Αργολίδας, που έφεραν στο φώς οι ανασκαφές του δρ. Σλήμαν. Σ’ αυτές τις κοινοβιακές κατοικίες τα τρόφιμα και τα δείπνα είναι κοινά. Πρέπει να καταφύγουμε στον Μόργκαν για την περιγραφή της ζωής των ενοίκων των κοινοβίων. Είναι αλήθεια πως οι έρευνες περιορίστηκαν μόνο μεταξύ των ερυθρόδερμων της Αμερικής και κυρίως των Ιροκέζων, μαζί με τους οποίους έζησε για μεγάλο διάστημα. Αλλά όπως λέει και ο ίδιος, όταν μια συνήθεια βρίσκεται υπό καθορισμένο και αποκρυσταλλωμένο τύπο μεταξύ των Ιροκέζων, είναι πιθανή η ύπαρξή της και σε άλλες φυλές, που διαβιούν κάτω απ’ τις ίδιες συνθήκες, γιατί και αυτές οι φυλές έχουν τις ίδιες ανάγκες. « Οι Ιροκέζοι που ζουν σε μόνιμες κατοικίες, καλλιεργούν τη γη και τη συλλεγόμενη σοδειά την αποθηκεύουν ως κοινή ιδιοκτησία, στην οποία έχουν μερίδιο όλες οι οικογένειες, ανάλογα με τον αριθμό των μελών τους. Έτσι, ο αραβόσιτος π.χ. κρεμόταν με ανεστραμμένο το φλοιό σε δέσμες πλεκόμενες από τον ίδιο φλοιό στα οικογενειακά διαμερίσματα της κοινοβιακής κατοικίας. Αλλά όταν μία οικογένεια ξόδευε ολόκληρη προμήθεια, λάμβανε ελεύθερα από άλλη οικογένεια κι αυτό γινόταν μέχρις ότου εξαντλούταν οι προμήθειες όλων των οικογενειών. Κάθε κυνηγετική ή αλιευτική συντροφιά αποθήκευε από κοινού τη λεία, της οποίας το πλεόνασμα μοιραζόταν μεταξύ των άλλων οικογενειών ». Στα ινδιάνικα αυτά χωριά παρατηρούμε το περίεργο φαινόμενο της συνύπαρξης του δικαιώματος της ατομικής κατοχής συνδυασμένου με το δικαίωμα της κοινής χρήσης. « Τίποτα δεν υπάρχει στην ινδιάνικη οικογένεια »παρατηρεί ο Heckewelder, πραγματευόμενος περί Δελαβάρων και Μουνσών, «που να μην έχει τον ιδιοκτήτη του. Ο καθένας γνωρίζει τι κατέχει από το άλογο ή την αγελάδα του μέχρι τον σκύλο ή την γάτα με τα μικρά της ή τις κότες του. Συνήθως, μια γενιά μικρών ορνίθων ή γατιών έχει τόσους κατόχους όσος είναι ο αριθμός των ορνίθων ή των γατιών. Και συχνά για να αγοράσει κανείς μια κότα με τους νεοσσούς της πρέπει να διαπραγματευτεί συγχρόνως με πολλούς κατόχους. Έτσι ενώ στην Πολιτεία επικρατεί η αρχή της κοινοκτημοσύνης, εν τούτοις αναγνωρίζεται το δικαίωμα της ιδιοκτησίας στα μέλη των οικογενειών».*2 « οι Ινδιάνοι της Λαγκούνα του Νέου Μεξικό είχαν κοινές αποθήκες, τον έλεγχο της σιταποθήκης έχουν συνήθως οι γυναίκες », έγραφε ο Sam Corman κατά το έτος 1869 προς τον Μόργκαν « και είναι περισσότερο προνοητικοί από τους Ισπανούς γείτονες τους, φροντίζοντας να έχουν πάντα προμήθειές ενός έτους. Μόνο αν τύχει σιτοδεία επί δύο συνεχή έτη, υποφέρουν από πείνα αυτές οι κοινότητες ».

Μεταξύ των Μάγια η τροφή παρασκευάζεται σε κοινό μαγειρείο από το οποίο έκαστη οικογένεια λαμβάνει τη μερίδα της, καθώς παρατήρησε ο Στέφεν κατά την διάρκεια ενός ταξιδιού που επιχείρησε στη Γιουκατάν. Μεταξύ όμως των Ιροκέζων κάθε οικογένεια παρασκευάζει η ίδια τη τροφή των μελών της. Η γυναίκα αρχηγός της οικογένειας έκανε την διανομή των μερίδων ανάλογα με την ανάγκη κάθε μέλους, σερβίριζε την τροφή ζεστή σε πήλινες ή ξύλινες χύτρες. Τραπέζια και καθίσματα δε χρησιμοποιούταν, αλλά ο καθένας έτρωγε καθισμένος όπου ήταν βολικότερα, πρώτα οι άνδρες και κατόπιν οι γυναίκες και τα παιδιά. Ότι απέμενε φυλασσόταν για να χρησιμοποιηθεί από όποιον πεινούσε πριν την παρασκευή του επόμενου γεύματος. Το απόγευμα κατασκεύαζαν ένα είδος τροφής από κοπανιστό καλαμπόκι. Αυτό το φαγητό προοριζόταν να χρησιμοποιηθεί ως πρόγευμα ή για τους επισκέπτες. Δεν είχαν, όπως εμείς, γεύμα και δείπνο, αλλά καθένας έτρωγε όταν πεινούσε οτιδήποτε βρισκόταν σπίτι. Αυτή ήταν, προσθέτει ο Μόργκαν, η εικόνα της ζωής των ινδιάνικων φυλών της Αμερικής κατά την ανακάλυψη της.

Παρόμοια ήθη επικρατούσαν μεταξύ των προϊστορικών ελλήνων και τα ‘’συσσίτια’’ τους κατά τους ιστορικούς χρόνους ήταν η ανάμνηση των αρχέγονων κοινών συμποσίων.
Ο εκ του Πόντου Ηρακλείδης, μαθητής του Πλάτωνα, μας άφησε μια περιγραφή των κοινών συμποσίων της Κρήτης, όπου τα αρχέγονα ήθη διατηρήθηκαν για μεγάλο διάστημα. Στα ‘’ανδρεία’’ (γεύματα ανδρών) κάθε έφηβος λάμβανε ίση μερίδα, εκτός του ‘’άρχοντα’’, μέλος του συμβουλίου των γερόντων(Γερουσίας),ο οποίος λάμβανε τετραπλή μερίδα : μια ως “πολίτης”, μια ως πρόεδρος του συμποσίου και δυο ως επιμελητής οικογένειας.
Όλα τα τραπέζια των συμποσιαζόμενων ήταν υπό την επίβλεψη μιας Μητρίαρχου, η οποία καλύτερη μερίδα πάντα την πρόσφερε στον διακριθέντα κατά τα συμβούλια ή στο πεδίο της μάχης. Οι ξένοι σερβίρονται πρώτοι, ακόμα και πριν τον Άρχοντα. Δοχείο οίνου ή νερού δίδονταν από χέρι σε χέρι προς χρήση των συμποσιαζόμενων, το οποίο γεμιζόταν εκ νέου στο τέλος του γεύματος. Ο Ηρακλείδης μνημονεύει μόνο τα συμπόσια ανδρών, αλλά ο Hoek παραδέχεται ότι στις Δωρικές πόλεις και φυλές γινόταν κοινά συμπόσια γυναικών και παιδιών. Οι γνώσεις που έχουμε για το χωρισμό των φυλών μεταξύ των αγρίων και των βαρβάρων καθιστά την εκδοχή αυτού του σοφού ερευνητή της κρητικής Ιστορίας.
Κατά τον Αριστοτέλη, τις προμήθειες για τα συμπόσια αυτά παρείχε η γεωργία, τα ποίμνια των προβάτων κι άλλων ζώων, καθώς και ο φόρος σε είδος από τους ανήκοντες στην κοινότητα δούλους. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι άνδρες, γυναίκες και παιδιά τρεφόταν στην Κρήτη με δαπάνες της Πολιτείας. Ο ίδιος ο Αριστοτέλης βεβαιώνει ότι η αρχή των συμποσίων αυτών ανάγεται σε πολύ απομακρυσμένο παρελθόν και ότι το πρώτο ίδρυσαν ο Μίνωας στην Κρήτη κι ο Ιταλός στην Οινότρια, τους κατοίκους της οποίας ο Ιταλός δίδαξε την γεωργία. Επειδή ο Αριστοτέλης έβλεπε να επικρατεί το έθιμο αυτό των κοινών συμποσίων στην Ιταλία, συμπέρανε ότι από εκεί διαδόθηκε στην Κρήτη, αγνοώντας ότι αυτό συμβαίνει σε όλους τους αρχέγονους λαούς.

Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί ότι κατά τα συμπόσια αυτά όλοι θεωρούνταν ίσοι, γι΄ αυτό τα ονομάζει “αριστοκρατικά συνέδρια”. Τα πρόσωπα που συνέτρωγαν ήταν πιθανώς μέλη της ίδιας οικογένειας. Στη Σπάρτη τα μέλη του “συσσιτίου” αποτελούν μία στρατιωτική μονάδα και πολεμούν μαζί. Οι άγριοι και οι βάρβαροι, συνηθισμένοι να ενεργούν από κοινού σε κάθε περίπτωση, τασσόταν και στη μάχη κατά οικογένειες γένη και φυλές.

Τόσο αναγκαίο θεωρούνταν να λάβει το κάθε μέλος του γένους τη μερίδα της τροφής του, ώστε στην ελληνική γλώσσα η λέξη “μοίρα”, η οποία αρχικώς σήμαινε μερίδα τροφής, προσέλαβε αργότερα την σημασία του ” πεπρωμένου - μοίρας” , της υπέρτατης θεότητας, στην οποία υποτάσσονταν θεοί και άνθρωποι και μοιράζει στον καθένα το χρόνο της ζωής του, όπως ακριβώς η Μητριάρχης των κρητικών “συσσιτίων” μοιράζει τη μερίδα της τροφής. Ας παρατηρήσουμε ότι στην ελληνική μυθολογία το “πεπρωμένο” προσωποποιείτε σε γυναίκες-θεές (Μοίρα, Κήρες κ.τ.λ.) κι ότι αρχικά αυτά τα ονόματα σημαίνουν τη μερίδα τροφής ή λαφύρων.

Όταν η κοινή κατοικία, η οποία στέγαζε ολόκληρο γένος, εξαφανίστηκε υποδιαιρούμενη σε μονοοικογενιακές κατοικίες, τα συμπόσια έπαψαν να είναι κοινά.

Μόνο κατά τις θρησκευτικές ή εθνικές γιορτές συνέρχονταν σε κοινά συμπόσια, όπως τα ελληνικά “συσσίτια” στα οποία συναθροίζονταν σε ανάμνηση του παρελθόντος. Οι διάφορες προμήθειες αν και βρίσκονται στην κατοχή ιδιωτικών οικογενειών εξακολουθούν στην πραγματικότητα να είναι στη διάθεση κάθε μέλους της φυλής. Ο Catlin αναφέρει ότι “στις ινδιάνικες κοινότητες, κάθε άτομο ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας έχει το δικαίωμα αν εισέρχεται σε οποιοδήποτε κατάλυμα, ακόμα και στου φύλαρχου, και να τρώει όταν πεινά. Αυτού του δικαιώματος δε στερείτε ούτε ο αναξιότερος τεμπέλης, ο οποίος δεν κοπιάζει να προμηθεύει μόνος του την τροφή μέσω του κυνηγιού, αλλά μπορεί να τη λάβει εισερχόμενος σε οποιαδήποτε κατοικία. Αλλά όσοι ζούσαν μ΄ αυτόν τον τρόπο στιγματίζονταν ως άνανδροι και επαίτες”.

Στους νήσους Καρολίνες αυτός που ταξιδεύει δε φέρει ποτέ μαζί του τροφή. Αλλά οποτεδήποτε πεινάσει εισέρχεται χωρίς διατυπώσεις στην πρώτη κατοικία που θα βρει μπροστά του και βουτάει στον κάδο που βρίσκεται το “ποπόι” (ψωμί από καρπούς αρτόδενδρου), χωρίς να λάβει τον κόπο ούτε καν να ευχαριστήσει τους ενοίκους. Σε τέτοιο βαθμό αυτό θεωρείτε δικαίωμα του.

Οι κουμμουνιστικές αυτές συνήθειες επικρατούσαν κάποτε γενικά, διατηρήθηκαν επί μακρόν και στη Σπάρτη και μετά την έξοδο των σπαρτιατών από την περίοδο της βαρβαρότητας. Η ατομική ιδιοκτησία επί των αντικειμένων προσωπικής χρήσης ήταν κατ’ εξοχή αόριστη και προσωρινή. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Λυκούργος, ο μυθολογικός νομοθέτης της Σπάρτης, απαγόρευε το κλείσιμο των θυρών των σπιτιών, ώστε να μπορεί ο οποιοσδήποτε να προμηθεύεται τροφή και εργαλεία, ακόμα κι όταν ο ιδιοκτήτης απουσίαζε. Ο σπαρτιάτης πολίτης είχε το δικαίωμα να ιππεύει ελεύθερα οποιοδήποτε άλογο, να χρησιμοποιεί τα κυνηγητικά σκυλιά οποιουδήποτε, ακόμα και να χρησιμοποιήσει για εργασία τον ξένο δούλο, χωρίς άδεια.

Η ιδέα της ατομικής ιδιοκτησίας, η οποία είναι τόσο εμβολιασμένη ώστε να φαίνεται φυσική στο σημερινό αστό, γεννήθηκε πολύ αργά στο ανθρώπινο πνεύμα κι αφού προηγουμένως πέρασε από διάφορες φάσεις. Αντίθετα η πρώτη σκέψη του ανθρώπου ήταν να θεωρεί ότι πάντα στη γη είναι κοινό κτήμα. Ο Ηeckewelder γράφει : “οι Ινδιάνοι πιστεύουν ότι το Μέγα Πνεύμα έκανε τη γη κι ότι αυτή περιέχει για το κοινό καλό όλης της ανθρωπότητας. Όταν έδινε στη γη το άφθονο κυνήγι δεν το έκανε για την ευτυχία λίγων μόνο ανθρώπων. Κάθε τι δόθηκε για κοινή χρήση των παιδιών των ανθρώπων. Ότι έζησε πάνω στη γη ή αναπτύχθηκε μέσα της ή βρίσκεται στις θάλασσες και τα ποτάμια είναι δώρο του Μεγάλου Πνεύματος σε όλους τους ανθρώπους και ο καθένας δικαιούται τη μερίδα του. Η φιλοξενία γι’ αυτούς δεν είναι αρετή, αλλά αυστηρότατο καθήκον… Θα προτιμούσαν να μείνουν νηστικοί παρά να παραλείψουν την εκτέλεση του καθήκοντος της φιλοξενίας απέναντι ενός ξένου ή ασθενή φτωχού. Όλοι αυτοί θεωρούνταν ως έχοντες ίσο δικαίωμα στην απόλαυση των αγαθών της Κοινής Περιουσίας. Διότι εάν το κρέας που δίδεται προέρχεται απ΄ το δάσος , ήταν εκεί κοινό πριν το λάβει ο κυνηγός. Επίσης ο αραβόσιτος και τα λαχανικά αναπτύχθηκαν σε κοινό έδαφος και μέσω της δύναμης του Μεγάλου Πνεύματος και όχι της ανθρώπινης”.

Ο Καίσαρας παρατηρώντας ανάλογο κομμουνισμό στους Γερμανούς που επέδρασαν εναντίον του Βελγίου και της Γαλατίας, γράφει ότι ο κυριότερος σκοπός αυτών των εθίμων ήταν “να υποδαυλίζουν το αίσθημα της ισότητας, εφόσον ο καθένας έβλεπε τις απολαύσεις ίσες με τις απολαύσεις του ισχυρότερου”. Όντως τέτοιος κομμουνισμός παραγωγής και κατανάλωσης προϋποθέτει τέλεια ισότητα μεταξύ όλων των ατόμων του γένους ή της φυλής, που θεωρούνταν ότι προέρχονταν από κοινό πρόγονο. Ο στοιχειώδης αυτός κομμουνισμός δε συγκράτησε μόνο την ισότητα αλλά ανέπτυξε και αισθήματα ελευθερίας, αδελφότητας και κοινωνικής αλληλεγγύης, μπροστά στα οποία θα πρέπει να ντρέπεται η πολυύμνητη φιλαδελφία και φιλανθρωπία του χριστιανού. Απέσπασε δε το θαυμασμό όλων των μελετητών των εθίμων των αγρίων φυλών πριν αυτές εκφυλιστούν από την Βίβλο, το αλκοόλ τον ασυνείδητο εμπορισμό και τις μεταδοτικές ασθένειες του πολιτισμού! Σε καμία από τις μεταγενέστερες περιόδους της ανθρώπινης εξέλιξης δεν ασκήθηκε η φιλοξενία με τόσο απλό και αφελή αδελφικό τρόπο. Ο Μόργκαν γράφει: “εάν έμπαινε κάποιος σε κατοικία Ιροκέζου, συγχωριανός, της ίδιας φυλής ή ξένος και σε οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, καθήκον των γυναικών ήταν να του προσφέρει τροφή. Παράβλεψη αυτού θεωρούταν έλλειψη αβρότητας, σχεδόν προσβολή. Αν ο ξένος πεινούσε, έτρωγε. Αν δεν πεινούσε, οι καλοί του τρόποι του επέβαλλαν να ευχαριστήσει δοκιμάζοντας την μόνο τροφή”.

“ Εγκληματίας θεωρείται αυτός που μένει ασυγκίνητος στην ανάγκη μέλους της οικογένειας ή ξένου και το έγκλημά του αντανακλά σε όλη την φυλή”, γράφει άλλος ερευνητής των Ινδιάνων Αμερικάνων, ο James Adair.Ο ξένος κι αν ακόμα ήταν εχθρός, εθεωρείτο ιερό πρόσωπο. Ο Τάκιτος αναφέρει ότι παρόμοιες συνήθειες επικρατούσαν μεταξύ των βαρβάρων γερμανικών φυλών που επέδραμαν κατά τις Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. “Κανένας λαός” γράφει “δεν είναι ευκολότερος σε αγαθοεργίες, ή ελευθεριότερος σε παροχή φιλοξενίας. Το να αρνηθεί κανείς την φιλοξενία στη στέγη του, οποιουδήποτε ατόμου, εθεωρείτο σιχαμερό. Ο καθένας προσπαθεί να ευχαριστήσει τον ξένο, ανάλογα με τις δυνάμεις του. Όταν εξαντλούνται οι προμήθειες του, οδηγεί τον ξένο σε άλλη οικογένεια, όπου αμφότεροι γίνονται δεκτοί με θερμή εγκαρδιότητα. Κανένας δεν κάνει διάκριση, όσον αφορά το δικαίωμα της φιλοξενίας μεταξύ ξένου και γνώριμου”.

Ο Τάκιτος υποδείκνυε τους γερμανούς ως παράδειγμα στους πολιτισμένους συμπατριώτες του. Ο Catlin που έζησε μαζί με τις αγριότερες ινδιάνικες φυλές της Β. Αμερικής από το 1832 ως το 1839 γράφει : “Οι ινδιάνοι δεν έχουν ανάγκη από τους πολιτισμένους να διδαχθούν Ηθική και Αρετή”.

Περιηγητές- και όχι αγροίκοι και άρπαγες, εμπορικοί ταξιδιώτες όπως ο κύριος Στάλεϊ - δε δίστασαν , συμφωνώντας με τον Καίσαρα, να ομολογήσουν τις αρετές των αγρίων και να τις αποδώσουν στον κομμουνισμό με τον οποίο ζούσαν. “Τα φιλάδελφα αισθήματα ερυθροδέρμων” γράφει ο ιησουίτης μοναχός Charleroix, “πρέπει να αποδοθούν αναμφίβολα στο γεγονός ότι οι λέξεις δικό μου και δικό σου, οι ψυχρές αυτές λέξεις, όπως τις αποκαλεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος , είναι ακόμα άγνωστες μεταξύ των Αγρίων. Η προστασία των ορφανών, των χηρών και των ανίκανων να εργαστούν, η τόσο λαμπρά εξασκούμενη φιλοξενία δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της βαθύτατης πεποίθησης τους ότι τα αγαθά πρέπει να είναι κοινά σε όλους. Μόνο μεταξύ των εκχριστιανισμένων αγρίων, που ζούνε στα πρόθυρα των πόλεων μας, είναι εν χρήσει το χρήμα. Οι άλλοι δεν εννοούν να το θίξουν, ούτε καν να το αντικρίσουν και το ονομάζουν “φίδι των λευκών”. Θεωρούν παράδοξο ότι ένας μπορεί να κατέχει περισσότερα από κάποιον άλλον και ότι ο κατέχων τα περισσότερα απολαμβάνει μεγαλύτερης εκτίμησης. Ούτε μάχονται ούτε φιλονικούν μεταξύ τους. Αλλά ούτε κλέβονται ούτε κακολογούνται μεταξύ τους


2

Εφ’ όσων οι άγριες ορδές αποτελούνται από 30 ή 40 μέλη, είναι νομάδες. Περιπλανώνται στην επιφάνεια της γης και κατασκηνώνουν όπου βρουν αρκετή τροφή. Είναι πιθανό να κατοικούσαν οι άγριοι στις ηπείρους, διατρέχοντας τις ακτές και ακολουθώντας το ρουν των ποταμών, από τους οποίους προμηθεύονταν την τροφή τους. Αυτή είναι η γνώμη του Μόργκαν. Οι Μπόσσοι και οι Βεδάχοι της Κεϋλάνης, ζώντες ακόμα σε κατάσταση αγριότητας, δεν διανοούνται να διεκδικήσουν καν το δικαίωμα της ιδιοκτησίας και επί αυτών των κυνηγετικών περιοχών( της πρώτης αυτής μορφής εγγείου ιδιοκτησίας).

Ο πρωτογενής άνθρωπος, που δεν καλλιεργεί την γη, αλλά ζει από το κυνήγι, την αλιεία, τους άγριους καρπούς και το γάλα, πρέπει να έχει στην διάθεση του, απέραντες εκτάσεις γης, για την συντήρηση του ίδιου και των ποιμνίων του. Υπολογίστηκε- αγνοώ κατά πόσο ακριβώς- ότι κάθε άγριος χρειάζεται για την συντήρηση του τέσσερα τετραγωνικά μίλια γης. Συνεπώς, όπου ο πληθυσμός αυξανόταν πολύ, γεννιόταν η ανάγκη να διανεμηθεί η γη μεταξύ των διάφορων φυλών.

Η πρώτη διανομή γης έγινε σε βοσκήσιμες γαίες και κυνηγητικές περιοχές κοινές για ολόκληρη την φυλή, καθώς η ιδέα της ατομικής κατοχής γεννήθηκε πολύ αργότερα. ‘’Η γη όπως η φωτιά και το νερό δεν μπορούν να πωληθούν’’, λένε οι Ομάχοι. Επίσης οι Μάοροι τόσο απέχουν από το να συλλάβουν την ιδέα της πώλησης της γης από ένα άτομο, ώστε και σε περίπτωση και που ολόκληρη η φυλή αποφάσιζε την ολοκληρωτική πώληση, αυτοί ζητούσαν πρόσθετο τίμημα για κάθε νεογέννητο, επειδή διά της πωλήσεως ξεχώριζαν τα δικά τους μόνο δικαιώματα και όχι των νεογέννητων. Η κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας βρέθηκε στην ανάγκη να αντιμετωπίσει παρόμοια δυσχέρεια, αγοράζοντας γη στην οποία λάμβανε κλήρο κάθε βρέφος. Μεταξύ των Ιουδαίων και των Σημιτικών φυλών δεν υπήρχε ατομική ιδιοκτησία στις γαίες. “Μην πωλήσετε την γη, διότι είναι δική μου, εσείς δεν είστε ξένοι προς αυτήν και διαβάτες”, λέει η Βίβλος. Οι χριστιανοί περιφρόνησαν την εντολή του Θεού τους. Όση ευλάβεια κι αν τρέφουν προς τον Ιεχωβά και στους νόμους του, λατρεύουν περισσότερο το παντοδύναμο κεφάλαιο!

Μακριά και επίμονη σταδιοδρομία διήλθε η ανθρωπότητα πριν φτάσει στην ατομική ιδιοκτησία της γης.

Οι Φουεγιανοί χωρίζουν τις κυνηγετικές περιοχές των διαφόρων φυλών μ΄ ένα αχρησιμοποίητο τμήμα γης. Ο Καίσαρας διηγείται ότι οι Σουάβοι και οι Γερμανοί θεωρούσαν τιμητικό να έχουν ακατοίκητες εκτάσεις στα σύνορα τους( De bello Gallico IV). Οι άγριοι και οι βάρβαροι περιορίζουν τις γαίες τους μέσα σε ουδέτερη ζώνη κι αν βρισκόταν κάποιος ξένος στη γη τους τον μεταχειρίζονταν σαν άγριο θηρίο, ακρωτηριάζοντας τον ή θανατώνοντας τον. Ο Heckewelder αναφέρει ότι οι ερυθρόδερμοι κόβουν την μύτη και τα αυτιά εκείνων που συλλαμβάνονται στις γαίες τους και τον στέλνουν στον Αρχηγό για να τον πληροφορήσουν ότι αν επαναλάβει την επιδρομή θα τον ‘’γδάρουν”. Κατά την πρωτογενή αυτήν εποχή, επικρατεί το φεουδαρχικό ρητό “όποιος έχει χωράφι έχει πόλεμο”. Η παράβαση των γαιών κυνηγετικής ιδιοκτησίας είναι μία από τις κυριότερες αφορμές των πολέμων μεταξύ γειτονικών φυλών. Η συνήθεια του χωρισμού σε διάφορες φυλές που κατείχαν εδάφη με αχρησιμοποίητες εκτάσεις, αναπτύχθηκε πολύ αργότερα. Αυτές οι ουδέτερες εκτάσεις χρησίμευαν ως αγορά για ανταλλαγή διαφόρων ειδών. Ο Harold αφού νίκησε το 1063 τους Καμπρίους, εισβάλοντας συχνά σε εδάφη των Σαξόνων, συμφώνησε με αυτούς ότι κάθε ομοεθνής τους που βρισκόταν ένοπλος ανατολικά της οχυρωμένης θέσης Offa, θα έχανε δια αποκοπής το δεξί του χέρι. Αφ΄ ετέρου οι Σάξονες έσκαψαν παράλληλα οχυρώματα και ο μεταξύ αυτών χώρος κηρύχθηκε ‘’ουδέτερο έδαφος”, προορισμένο για τους εμπόρους των δύο εθνών.

Πολλοί ανθρωπολόγοι παρατήρησαν έκπληκτοι ότι τα δύο φύλα ζούσαν χωριστά μεταξύ των αγρίων. Έχουμε πολλούς λόγους να πιστεύουμε ότι αυτός ο χωρισμός εισήχθη με σκοπό να εξαλειφτεί η αιμομιξία και οι μεταξύ αδερφών σεξουαλικές σχέσεις, οι οποίες είχαν γίνει γενικός κανόνας. Ο χωρισμός αυτός, γινόμενος εντός των ορίων της φυλής, αναγκαίος για το συμφέρον της ηθικής, συγκρατήθηκε με διάφορες μεθόδους, ως και της ιδιοκτησίας. Οι άνδρες αναλάμβαναν την άμυνα της χώρας και την προμήθεια της τροφής, ενώ οι γυναίκες επιδίδονταν στην οικιακή παρασκευή του φαγητού, την κατασκευή ενδυμάτων και οικιακών συσκευών και γενικά τη διεύθυνση του νοικοκυριού *3. Όπως παρατηρεί ο Μάρξ αυτή είναι η αρχή του ‘’καταμερισμού της εργασίας”, η οποία στηρίζεται σον διαχωρισμό των δύο φύλων. Η ιδιοκτησία στην αρχή της εμφάνισης ήταν δικαίωμα μόνο ενός φύλου.

Ο άντρας είναι κυνηγός και πολεμιστής, κατέχει τα άλογα και τα όπλα. Στη γυναίκα ανήκουν τα οικογενειακά σκεύη και τα άλλα αντικείμενα που χρησιμοποιεί, τα οποία είναι υποχρεωμένοι να μεταφέρει στα νώτα της, καθώς και το παιδί, το οποίο της ανήκει αποκλειστικά, αφού κατά κανόνα είναι άγνωστου πατρός.

Η εισαγωγή της γεωργίας ενέτεινε το διαχωρισμό των δύο φυλών. Αυτός ο χωρισμός υπήρξε η κυριότερη αιτία της διανομής των γαιών, που μέχρι τότε ήταν κοινή ιδιοκτησία της φυλής. Ο άνδρας εξακολουθεί και κατά την περίοδο αυτή να είναι κυνηγός και πολεμιστής, αφήνοντας την γυναίκα να ασχοληθεί με την καλλιέργεια των αγρών, βοηθώντας την κατά τον θερισμό. Μεταξύ τον ασχολουμένων με την κτηνοτροφία λαών, τη φροντίδα της επιτήρησης των ποιμνίων την έχει ο άνδρας. Αυτή θεωρείτε σαν ευγενέστερη ενασχόληση σε σχέση με την γεωργία, αφού ούτως ή άλλως είναι και λιγότερο επίπονη. Οι Κάφροι θεωρούν την περιποίηση των ποιμνίων και των αγελών ως αριστοκρατική και ονομάζουν την αγελάδα “μαύρο διαμάντι”. Οι πρώτοι νόμοι των Αρίων φυλών, απαγόρευαν την γεωργία, θεωρώντας την εξευτελιστική, στις δύο ανώτερες τάξεις, τους Βραχμάνους και τους Ζατρίας ή πολεμιστές. “Οι ενάρετοι θα κατηγορήσουν τον Βραχμάνα, ο οποίος θα ασχοληθεί με την γεωργία, διότι το γόητρο του πέφτει και βλάπτεται, όπως βλάπτεται και παραμορφώνεται η γη από τη σιδερένια αιχμή του αρότρου” ( Νόμοι του Μανού).

Εφ όσων ο μοναδικός όρος της αναγνώρισης του δικαιώματος της ιδιοκτησίας επί ενός αντικειμένου ήταν η χρήση του αντικειμένου, ομοίως το δικαίωμα της εγγειού ιδιοκτησίας, στην αρχή της εμφάνισης του, αναγνωρίστηκε στην γυναίκα η οποία καλλιεργούσε την γη. Αυτό παρατηρήθηκε σε όλες τις κοινωνίες που ζούσαν με μητριαρχική μορφή της οικογενείας, ως τους Αιγύπτιους, Ναϊρες, Τουαρέγκους της αφρικανικής ερήμου και τους Βάσκους των Πυρρηναίων. Στα χρόνια του Αριστοτέλη, τα 2/3 των γαίων της Σπάρτης άνηκαν στις γυναίκες.

Η έγγειος ιδιοκτησία, η οποία αργότερα έγινε μέσο χειραφέτησης και κοινωνικής υπεροχής, αρχικά ήταν αιτία υποδούλωσης. Οι γυναίκες καταδικάστηκαν στα τραχιά έργα των αγρών και απαλλάχτηκαν μόνο μετά την εισαγωγή της δουλείας.

Η γεωργία, αφού οδήγησε στην ατομική ιδιοκτησία, εισήγαγε την εργασία των δούλων, η οποία μέσα στους αιώνες έλαβε διαφορετικές μορφές και ονόματα, δουλεία, δουλοπαροικία, μισθωτή εργασία.



3

Εφόσον διαρκεί ο πρωτόγονος κομμουνισμός , οι γαίες ολόκληρης της φυλής καλλιεργούνταν από κοινού. Ο Νέαρχος στρατηγός του Μ. Αλεξάνδρου και αυτόπτης μάρτυρας συμβάντων του 4ου αιώνα π.Χ. λέει: “Σε πολλά μέρη των Ινδιών οι γαίες καλλιεργούνται από κοινού από τα μέλη της φυλής ή τους συγγενικούς ομίλους, οι οποίοι κατά την συγκομιδή, μοίραζαν τους καρπούς και τα σιτηρά”.

Ο Στέφεν αναφέρει εγκατάσταση ομίλου των Μάγια αποτελούμενου από 100 καλλιεργητές “στην οποία οι γαίες κατέχονται και καλλιεργούνται από κοινού και τα προϊόντα μοιράζονται μεταξύ όλων των μελών” (“Επεισόδια ενός ταξιδιού στην Γιουκατάν”).

Από το ινδιάνικο χωριό του Τάο του Ν. Μέξικο, ο Μίλερ έγραφε το Δεκέμβριο του 1877 προς τον Μόργκαν : “Σε κάθε συνοικισμό υπάρχει χωριστή έκταση που καλλιεργείτε από κοινού. Όταν τα σιτηρά σπανίζουν, δύναται ο κάθε φτωχός να λαμβάνει από τα προϊόντα της κοινής αυτής καλλιέργειας. Τη φύλαξη και διανομή αυτών των προϊόντων έχει ο Casique (αρχηγός)”.
Στο Περού πριν την Ισπανική κατάκτηση, η αγροτική καλλιέργεια λάμβανε την μορφή γιορτής. Κατά την χαραυγή, από εξέχουσα θέση ή πύργο, καλούνταν ολόκληρος ο πληθυσμός, άντρες, γυναίκες , παιδία. Συναθροιζόταν εκεί με τα γιορτινά τους ρούχα και τα πολυτιμότερα κοσμήματα τους και άρχιζαν όλοι μαζί την εργασία, τραγουδώντας για την γενναιότητα των Ίνκας, μέσα σε κλίμα γενικής ευθυμίας και ενθουσιασμού. Ο Καίσαρας διηγείται ότι οι Σουέβοι, οι πολεμοχαρέστεροι των γερμανικών φυλών, έστελναν κάθε χρόνο στην μάχη 100 άνδρες από 100 διαφορετικές περιφέρειες. Οι εναπομείναντες ήταν υποχρεωμένοι να διαθρέψουν τους μαχόμενους άνδρες, οι οποίοι το επόμενο έτος επέστρεφαν, εναλλασσόμενοι με άλλους μη πολεμήσαντες κατά το προηγούμενο έτος. Τοιουτοτρόπως και οι αγροί δεν έμεναν ακαλλιέργητοι και όλοι οι άνδρες εξασκούταν στον πόλεμο.

Οι επιδραμόντες στην Ευρώπη Σκανδιναβοί, είχαν όμοιες κομμουνιστικές συνήθειες, συνδυασμένες με στρατιωτικές αποστολές στις οποίες οι πολεμιστές αντικαθιστούνταν, για να επιστρέψουν και να βοηθήσουν τις γυναίκες στο θερισμό των αγρών.

Η μορφή αυτή της κοινής καλλιέργειας διατηρήθηκε για αρκετό καιρό και μετά την αποσύνθεση του πρωτογενούς κομμουνισμού.

Στα χωριά της (τσάρικης) Ρωσίας όπου υπάρχει το σύστημα της αιματοσυγγενικής ιδιοκτησίας, συχνά ένα μέρος των αγρών (Μir-skia-zapaschky). Kαλλιεργείται από κοινού με την κοινότητα (Μir). Σε άλλα μέρη μόνο το όργωμα γίνεται από κοινού και οι γαίες διανέμονται ακριβώς μετά.

Σε μερικές κοινότητες του Ντον της Ρωσίας, τα λιβάδια ακόμα κι αν βρίσκονται σε διαφορετικές περιοχές δε διανέμονται, αλλά αφού γίνει η κοπή του χόρτου διανέμεται στο κατόπι το σανό. Ομοίως από κοινού γίνεται η εκχέρσωση των δασών. Πρέπει να υποθέσουμε ότι το συνεργατικό όργωμα δεν είναι παρά λείψανο της εποχής της κομμουνιστικής καλλιέργειας. Στα νησιά Φίτζι η καλλιέργεια είναι κοινή, εκτελούμενοι από άνδρες διαιρεμένους σε ομίλους τριών ή τεσσάρων ατόμων. Αυτοί εφοδιασμένοι με φτυάρια σχηματίζουν κύκλο δύο περίπου ποδιών. Αφού με επανειλημμένα χτυπήματα μπήξουν τα φτυάρια σε βάθος 18 δαχτύλων, τα χρησιμοποιούν κατόπι σα μοχλούς σκάβοντας το έδαφος μ΄ αυτόν τον τρόπο. Ο Gomme λέει ότι το ίδιο κάνουν και οι ορεινοί Σκωτσέζοι.

Ο Καίσαρας γράφει ότι οι Γερμανοί διοργανώνουν ετήσιες ληστρικές επιδρομές. Η λεία πιθανώς διανέμεται μεταξύ όλων των πολεμιστών, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έμειναν πίσω για να καλλιεργήσουν τους αγρούς της κοινότητας. Επίσης οι έλληνες των προϊστορικών χρόνων, οι οποίοι ήταν τρομεροί πειρατές, γύριζαν τη μεσόγειο και επέστρεφαν με την λεία στις ακροπόλεις που βρισκόταν στις κορυφές των ακρωτηρίων (δυσπρόσιτων όπως και οι εν μέσω των υδάτων σκανδιναβικοί πύργοι). Ένα πολύτιμο κομμάτι ελληνικού άσματος μας δίνει την εικόνα της ιστορικής ζωής των προϊστορικών ελλήνων : “έχω σαν πλούτο μου το μεγάλο δόρυ, το ξίφος και την ασπίδα μου ως προστάτες. Με αυτά καλλιεργώ, θερίζω και τρυγώ το γλυκό χυμό του σταφυλιού. Χάρη σ’ αυτά είμαι ο κύριος της Μνοίας (σ.σ. των δούλων). Όσοι τολμούν να φέρουν δόρυ και ασπίδα ας γονυπετήσουν ενώπιον μου και ας με αναγνωρίσουν σαν Άρχοντα τους”. Η πειρατεία είναι η προσφιλέστερη ενασχόληση στους προϊστορικούς χρόνους. Ο Νέστωρ στην Οδύσσεια ρωτάει τον Τηλέμαχο, που τον φιλοξενεί, αν είναι πειρατής. Ο Σόλων διατηρούσε στην Αθήνα ναυτική σχολή κι ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι κατά τους αρχαίους χρόνους η πειρατεία θεωρούταν σαν τιμητική ενασχόληση. Όπου επέδραμαν οι ήρωες συλλάμβαναν άνδρες και γυναίκες και λεηλατούσαν τα σιτηρά και κινητά οικιακά αντικείμενα. Τους άνδρες τους μετέβαλλαν σε δούλους που, σαν κοινή ιδιοκτησία, καλλιεργούσαν τους αγρούς του γένους, υπό την επίβλεψη των γυναικών των ηρώων. Όλες οι πόλεις της Κρήτης, του πρώτου νησιού που υπήρξε αποικία των τολμηρών αυτών πειρατών, κατείχαν ακόμα και μέχρι την εποχή του Αριστοτέλη στρατιές ολόκληρες δούλων (Μνώται), οι οποίοι καλλιεργούσαν τους κοινούς αγρούς. Επίσης οι ελληνικές πόλεις κατείχαν εκτός από κοινές γαίες και κοινούς δούλους και συνερχόταν σε κοινά συμπόσια παρόμοια μ’ αυτά που περιέγραφε ο Ηρακλειδής.

Ο Hodgson περιέγραψε το 1330 χωριό 330 χλμ βορειοδυτικά του Madras, στο οποίο οι κάτοικοι καλλιεργούσαν τη γη βοηθούμενοι από δούλους. Κι εκεί οι δούλοι ήταν κοινή ιδιοκτησία όλων, μεταβιβαζόμενοι μαζί με τα άλλα δικαιώματα των ιδιοκτητών του χωριού σε περίπτωση πώλησης ή υποθήκευσης. Οι πόλεις και τα χωριά της μεσαιωνικής εποχής είχαν ομοίως τους κοινούς δούλους τους.

Βλέπουμε λοιπόν ότι παντού η ιδιοκτησία της γης και των προϊόντων της, των κατοικίδιων ζώων, των δούλων και των δουλοπάροικων, ήταν αρχικά κοινή ιδιοκτησία του γένους. Ο κομμουνισμός υπήρξε το λίκνο της ανθρωπότητας. Η καταστροφή του πρωτογενούς αυτού κομμουνισμού είναι έργο του πολιτισμού. Σώζονται ίχνη αυτού του κομμουνισμού παρ’ όλη την αρπαγή των ευγενών και των αστών. Τα ίχνη αυτά διαφαίνονται καθαρά στις κοινοτικές γαίες και λιβάδια. Αλλά το έργο του πολιτισμού είναι διπλό. Αφ’ ενός διαλυτικό, αφ’ ετέρου δημιουργικό. Ενώ αποσυνθέτει την αρχέγονη ζύμη του κομμουνισμού της πρωτόγονης ανθρωπότητας, δημιουργεί εκ νέου στοιχεία για έναν ανώτερο και πολυσύνθετο κομμουνισμό.


Σημειώσεις:

1. Μεταξύ των αγρίων δεν υφίσταται οικογένεια με την σημερινή μορφή της λέξης, ούτε με την μητριαρχική της μορφή. Τα παιδιά ανήκουν σε ολόκληρο το γένος και ονομάζουν μητέρα, την μητέρα τους και τις αδερφές της, όπως επίσης και όλες τις γυναίκες που έχουν την ίδια ηλικία με την μητέρα τους. Όταν με την πάροδο του χρόνου οι καταρχάς αιμομικτικές σχέσεις άρχισαν να περιορίζονται και πριν την εμφάνιση της ζευγαρωτής οικογένειας, υπήρχε ο ελεύθερος γάμος. Όλες οι γυναίκες ενός γένους ήταν σύζυγοι των ανδρών ενός γένους και τανάπαλιν. Ο περίεργος αυτός τύπος γάμου παρατηρήθηκε από τους Fizon και Koweit στην Αυστραλία, ενώ ίχνη του βρίσκονται και στην αρχαιοελληνική μυθολογία.

2. Heckewelder : “ Ιστορία των ηθών και εθίμων των ινδιάνικων εθνών των κατοικησάντων την Πενσυλβανία και τις γειτονικές χώρες”. Ο Heckewelder έζησε ως ιεραπόστολος μεταξύ των ινδιάνικων φυλών επί 15 έτη( 1771-1886), μαθαίνοντας και την γλώσσα τους.

3. Ο “άντρας” έλεγε ένα μέλος της φυλής Kurnai στον Fison, “κυνηγά, ψαρεύει πολεμά και αναπαύεται”, εννοώντας πως κάθε άλλη ασχολία πέρα τούτων είναι γυναικεία υπόθεση.

4. Στις ελληνικές πόλεις οι δούλοι διαιρούταν σε δύο τάξεις : Του δημόσιους(κοινούς δούλους) που άνηκαν στην Πολιτεία και τους ιδιωτικούς, ονομαζόμενους και κληρωτούς, επειδή η διανομή τους γινόταν με κλήρο. Η Αθήνα είχε και μη καλλιεργητές δούλους, οι οποίοι δούλευαν σε κατώτερα δημόσια έργα (δήμιοι αστυνομικοί κλπ).


(Από το βιβλίο του Πωλ Λαφάρκ “η εξέλιξις της ιδιοκτησίας”, εκδοτικός οίκος Βασιλείου, έκδοση 1923, μτφ Ν. Δροσόπουλος, μεταφορά στη δημοτική Π.Γεωργιάδης)

28/6/08

Για το σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών στην Σαλονίκη ξημερώματα

( Σημείωση: Το παραπάνω κείμενο κυκλοφόρησε σε 1000 τουλάχιστον αντίτυπα στο κέντρο της Σαλονίκης, το καλοκαίρι του 2008, σε πλατείες, μέσα σε free press κουτιά και εφημερίδες, χέρι με χέρι, αφημένο σε εμφανή σημεία στην πόλη και ιδιαίτερα στις γειτονιές όπου έλαβαν χώρα οι δράσεις. Βλ. http://bezmotivnik.blogspot.com/)

Για το σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών στην Σαλονίκη ξημερώματα

Πρελούδιο για τον κοινωνικό διάλογο στις μέρες μας: Στις 21 Αυγούστου 2007, οι διαδηλωτές που συγκεντρώθηκαν στο Montebello του Quebec, κατά τη σύνοδο της «Συνεργασίας για την Ασφάλεια και την Ευημερία» για να αντιπαρατεθούν στον αμερικανό πρόεδρο Τζορτζ Μπους, στον μεξικανό Φελίπε Καλντερόν και στον καναδό πρωθυπουργό Στέφεν Χάρπερ, βρέθηκαν μπροστά σε μια χαρακτηριστική εικόνα: το ξενοδοχείο όπου συνεδρίαζαν οι αρχηγοί κρατών ήταν αποκλεισμένο από αστυνομικό κλοιό, ενώ μπροστά τους είχε στηθεί μια σκηνή με κάμεραμεν και ηχολήπτες, και μια πινακίδα με το παρακάτω μήνυμα: «Οι κάμερές μας είναι σήμερα εδώ για να σας παρέχουν το δικαίωμά σας να εισακουστείτε. Παρακαλούμε επιτρέψτε μας να σας βοηθήσουμε να περάσετε το μήνυμά σας. Ευχαριστούμε». Στην αίθουσα του ξενοδοχείου όπου πραγματοποιούνταν η σύνοδος, είχαν εγκατασταθεί οθόνες, απ’ όπου θα φαίνονταν οι διαδηλωτές, χωρίς να υπάρχει απ’ ευθείας οπτική επαφή μαζί τους…

Σαλονίκη, κάπου στον Σεπτέμβρη του 2007, και το ενδιαφέρον μιας νυχτερινής βόλτας μαγνητίζει ο αναπάντεχα προσωπικός τόνος της παρακάτω επιγραφής που στόλιζε τον τοίχο της επιχείρησης «ASPIS Φοροτεχνικά», στην Ιπποδρομίου: "Εσύ που με θράσος λερώνεις την ιδιοκτησία μου, σε περιμένουν εκπλήξεις, θα γελάσουμε πολύ". Στον τοίχο, σβησμένα ίχνη μιας εξίσωσης όπου τα ονόματα δυο παιδιών σημαίνουν L.F.E., η υπογραφή ενός γκραφιτά, ένα αγχωμένο σκίτσο... Η απροσδιόριστη απειλή που δέχεται ο περιπατητής, αντικειμενοποιείται στην εξωτερική κάμερα επιτήρησης που έστρεψε προς τον τοίχο αυτόν (τον ιδιόκτητο, και συνάμα τον λερωμένο με θράσος!) η διεύθυνση της επιχείρησης στήνοντας μια ιδιότυπη ενέδρα σε όσους ενδεχομένως δεν μοιράζονται την ίδια αισθητική περί καθαρότητας/ιδιοκτησίας των τοίχων. Δυσφορία. Ανάγκη για μερικές καθαρές σκέψεις.

Ο πόλεμος πάντοτε βασιλεύει στις πόλεις – Μπέρτολτ Μπρεχτ

Εντάξει, είναι πια κοινός τόπος πως ζούμε σε μια κοινωνία θεαματική. Κι ό,τι αποτέλεσε στην αυγή του πολιτισμού ο λόγος, είναι σήμερα η εικόνα. Φωτεινή αναλαμπή στη δίνη της κυκλοφορίας, παγιδεύει το βλέμμα και το καθοδηγεί μέσα στον λαβύρινθο της πόλης. Στον αφιλόξενο αυτό τόπο που όλο και εντονότερα μετασχηματίζεται από το Κεφάλαιο σε ένα σύμπλεγμα ελεγχόμενων χώρων και περασμάτων, όπου η κίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων ρυθμίζεται ορθολογικά από τις ανάγκες της κερδοφορίας. Κι ελέγχεται, χαρτογραφείται, κανονικοποιείται μέσω ενός δικτύου καμερών, τόσο διακριτών και επιβεβλημένων από την κρατική εξουσία, όσο και διάχυτων εθελοντικά από κάθε μικρό ή μεγάλο αφεντικό που αγωνιά για την ιδιοκτησία του. Κάπως έτσι, οι κάμερες «διαχείρισης κυκλοφορίας» και οι ασφαλίτες-κάμεραμεν των διαδηλώσεων, ο «μεγάλος αδερφός» των γηπέδων και το «πολύ ακριβό για να πάει χαμένο» σύστημα ελέγχου C4I, εμπλουτίζονται από τις ιδιωτικές κάμερες χιλιάδων επιχειρήσεων, τραπεζών, νοικοκυραίων. Καθώς το Κεφάλαιο αναπτύσσει τις τεχνολογίες ελέγχου, αυτές γίνονται προσιτές, παιχνίδι στα χέρια του καθενός. Ο έλεγχος γίνεται μοριακός και ταυτόχρονα απροσπέλαστος, αόρατος για το αποχαυνωμένο μάτι, που μένει να χαζεύει βιτρίνες, διαφημίσεις κι εμπορεύματα σαν να υπήρχαν εκεί από πάντοτε και να προορίζονται να υπάρξουν για πάντα. Δεν κατοικεί σε μια διακριτή στιγμή της κοινωνικής ζωής όπου το καθεστώς επιβάλλει την πολεμική λογική του (π.χ. παρελάσεις, φυλακίσεις), όπως ισχυρίζονται οι πολιτικάντηδες, αλλά αντίθετα συνίσταται στην ολότητα της ρύθμισης του σώματος και της ζωής από εικόνες: εικόνες που διαχέουν τις ιεραρχικές εντολές του Κεφαλαίου και χαρτογραφούν τις κινήσεις των υπηκόων. Ο απομονωμένος άνθρωπος καλείται να πειθαρχήσει στην επιτήρησή του με την ίδια γλώσσα που καλείται να καταναλώσει το ένα ή το άλλο προϊόν. Ούτε πάλι είναι πια μια αρμοδιότητα του κράτους, απέναντι στην οποία μπορεί να εξεγερθεί η τραυματισμένη ζωή (για παράδειγμα τα εκατοντάδες καμένα «καφάο» καμερών, κυρίως στην Αθήνα) αλλά γίνεται μια δραστηριότητα σχεδόν δια-ταξική. Τα χιλιάδες βίντεο από κινητά στο διαδίκτυο είναι μια στιγμή θριάμβου αυτού του φετιχισμού, που στα μέρη μας δεν έχει ακόμα επιστρατευθεί από το καθεστώς, όπως για παράδειγμα στον αμερικανικό νότο, όπου ο καθένας με μια σύνδεση στο internet και κάποιο ελεύθερο χρόνο μπορεί να επιδοθεί σε ένα εθνωφελές χόμπι: την παρακολούθηση των συνόρων μέσω ενός δικτύου καμερών, και την ειδοποίηση των αρχών, όποτε εντοπίσει κάποιον «λαθρομετανάστη» να προσπαθεί να εισέλθει στις ΗΠΑ από το Μεξικό.

Τόσο ο «λαθρομετανάστης» πάντως, όσο και ο προνομιούχος καταναλωτής είναι «ίσοι» ως προς την υπαγωγή τους σε εικόνες. Κάτω από το φως της δικτατορίας του εμπορεύματος, ο άνθρωπος δεν μπορεί παρά να εμφανίζεται όπως κάθε άλλο προϊόν: ως μια εικόνα. Το life-style είναι το όχημα στο οποίο οι υπήκοοι θα συναντηθούν μεταξύ τους, θα κοινωνικοποιηθούν. Ποιος κάνει πως παραξενεύεται από την άνοδο των ηλεκτρονικών «κοινοτήτων», όταν η φτώχεια κάθε «πραγματικής» κοινότητας βγάζει μάτι; Ο καθένας -ούτως ή άλλως- καλείται να δημιουργήσει μια εικόνα για τον εαυτό του, ελκυστική όσο και διάφανη, ευανάγνωστη από τους μηχανισμούς ασφαλείας της δικτατορίας του εμπορεύματος, που κατ’ ευφημισμό αποκαλείται δημοκρατία. Όχι τυχαία, στις μυθολογίες πολλών λαών γίνεται λόγος για μια έκ-πτωση, για την απώλεια της κοινότητας. Πώς από τα πρώτα ουρλιαχτά της επικοινωνίας, φτάνουμε σε έναν κώδικα από εικόνες: λογότυπα, στυλ, μόδες, εμπορεύματα, ιδεολογίες, διαφήμιση. Διαφήμιση. Ότι υπάρχει μέσα στην πόλη είναι διαφήμιση. Του εμπορεύματος και της δικτατορίας του. Μέσα από μια ορθολογική χρήση βιτρινών και ορθών γωνιών τα πάντα καθίστανται προσβάσιμα στο μάτι, ενώ ταυτόχρονα απαγορεύεται να επέμβουμε στη ροή των εικόνων, να αγγίξουμε οτιδήποτε (Οι κλούβες των ΜΑΤ, και οι ασφαλίτες στις πλατείες και οι σεκιουριτάδες στους ιδιωτικούς-δημόσιους χώρους, έχουν το ρόλο αυτής της προειδοποίησης). Παρίες. Να τι είμαστε. Θεατές. Αποξενωμένοι, ασφυκτιώντας σε σχέσεις που μυρίζουν συνθηκολόγηση. Εξόριστοι, όταν η μόνη κοινότητα που μπορεί πια να συμμετάσχει κανείς είναι η κατανάλωση. Στη δημοκρατία της, ο καθένας είναι ελεύθερος να μιλάει αρκεί να παπαγαλίζει τις προστακτικές του Κεφαλαίου. Την διαφήμιση, με την ευρεία έννοια της λέξης. Τη διαχείριση της μανιο-κατανάλωσης, και μαζί του φόβου, της σύγχυσης, της απομόνωσης. Μια ματιά σε ένα τυπικό δελτίο ειδήσεων θα ήταν κατατοπιστική. Φαίνεται πως στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό, δεν είναι η ζήτηση που καθορίζει την παραγωγή, αλλά η διαφήμιση, που καθορίζει και τις δυο. Και όπως ακριβώς η πρέζα, έτσι και η οικονομία εν γένει, αντί να αναβαθμίζει διαρκώς την ποιότητα των εμπορευμάτων, προτιμά να «ρίχνει» τον καταναλωτή. Η ανοσία του απέναντι σε κάθε νέα υποβάθμιση των συνθηκών της ζωής του είναι ανάλογη της πίστης του (η πίστη είναι η λέξη-κλειδί εδώ) στη διαφήμιση, με την ευρεία έννοια. Όσο περισσότερο πιστεύει κανείς στην απομόνωσή του, τόσο περισσότερο αυτή γίνεται πραγματική. Όσο αποδέχεται τον πιο υποτιμητικό έλεγχο με την παρηγοριά ότι προορίζεται για τους «άλλους», τους ενδεχόμενους παραβάτες (παραβατικούς, μετανάστες, χούλιγκανς, «τρομοκράτες» κ.ο.κ.), τόσο πιο έντονα θα καλείται να αποδεικνύει την αθωότητα του ίδιου, ενώπιον του αρμόδιου κριτή: του Κράτους. Φαύλος κύκλος.

Από αυτό το πλήθος των απομονωμένων ανθρώπων, θα γεννηθεί η κοινότητα που θα δώσει ζωή στο ανθρώπινο ξεπέρασμα – Φρίντριχ Νίτσε

Όσο αδυνατούμε να δράσουμε από κοινού ξανακερδίζοντας τις ζωές μας, τόσο εξωφρενικές ιδέες κερδίζουν έδαφος. Η παλιομοδίτικη πίστη στο θεό και τη μεταθανάτια ζωή, στην ελεύθερη αγορά και τον καταναλωτικό παράδεισο, ή στο σοσιαλιστικό παράδεισο που υπόσχεται το Κόμμα, δίνουν τη θέση τους σ’ ένα αίτημα παλινδρόμησης στον κρατικό παρεμβατισμό, συνεπικουρούμενο από τις ρεφορμιστικές ή ανθρωπιστικές οργανώσεις, ή για τους ακόμη πιο απελπισμένους στην αναμονή μιας επιφοίτησης από εξωγήινα όντα, ή έστω τη λύτρωση μέσω μιας ολοκληρωτικής καταστροφής του πλανήτη. Γιατί όχι; Άλλωστε αυτό το τελευταίο σενάριο αντανακλά και την ίδια την υλική κίνηση του Κεφαλαίου: την απονέκρωση κάθε τι ζωντανού. Όχι ότι περιμέναμε και τίποτα περισσότερο από τους τεχνοκράτες και τους πιστούς του. Στο θάνατο όμως ανακυκλώνεται η ζωή. Αν επιμένουμε να μιλάμε για επανάσταση στις μέρες μας, δεν είναι γιατί επιθυμούμε μια επιβολή επί του εχθρού, με την παλιά έννοια της «κατάληψης των μέσων» (την παλιά ιδέα της αυτοδιαχείρισης των ήδη διαμορφωμένων σχέσεων απαλλαγμένων απλώς από τα σημερινά αφεντικά τους) αλλά την ολοκληρωτική καταστροφή του. Δε φοβόμαστε τα ερείπια, γιατί κουβαλάμε έναν νέο κόσμο μέσα μας. Αναγνωρίζουμε τους συντρόφους μας στις κουβέντες, στους φίλους, σ’ αυτούς που βρισκόμαστε μαζί στη δράση στο δρόμο. Θα ξαναβρούμε το σαμποτάζ, την τέχνη του βανδαλισμού, όχι ως εργαλείο, υποταγμένο σ’ έναν «ανώτερο» σκοπό, αλλά ως παιχνίδι, ως μια παλιά αγάπη, φροντισμένη με τις στοργικές συμβουλές του Εμίλ Αρμάνδ, που έγραφε ότι «η ιδιοκτησία θα καταργηθεί όταν η υπεράσπισή της θα στοιχίζει περισσότερο από τα οφέλη της» και του Μπαλτάσαρ Γκραθιάν: «είναι πάντα εύκολο να πετύχεις ένα πουλί που πετάει σε ευθεία γραμμή». Φτύνουμε λοιπόν τις «κινηματικές» διαδικασίες. Τα νούμερα, οι συνθήκες ηλιοφάνειας και τα τυπικά άλλωστε δεν εξασφαλίζουν ούτε το αποτέλεσμα ούτε τις σχέσεις. Κι όσοι δεν λένε να το μάθουν, ήδη καλούνται να το πληρώσουν ξανά και ξανά... Το σαμποτάζ, ακόμη και από ένα άτομο να διεξάγεται, είναι πάντοτε ταξικό, καθώς το ίδιο το άτομο είναι μέρος ενός ιστού κοινωνικών σχέσεων, και φορέας μιας κοινής συνείδησης. Καθώς καλούμαστε να καταναλώσουμε ολοένα και πιο υπερτιμημένα τα άχρηστα προϊόντα που παράγουμε, η καταπίεση δεν μπορεί εδράζει πια αποκλειστικά στους χώρους εργασίας αλλά αποικιοποιεί ολόκληρο το 24ωρο. Έτσι οι ενέργειές μας κάθε άλλο παρά συμβολικές είναι: δεν αναπαριστούν ένα φανταστικό πρότυπο για την μελλοντική επανάσταση, αλλά επιβάλλονται με τη βία τους στην υλική πραγματικότητα, δημιουργώντας «ζημιές», μα πάνω απ’ όλα δημιουργώντας πιθανότητες. Έρχονται να ενωθούν, με μια χαοτική δραστηριότητα μυριάδων άλλων που λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά φράσσουν τις αρτηρίες του συστήματος. Προφανώς, κάνουμε λόγο για ενέργειες παράνομες, όπως είναι κάθε ουσιαστική κριτική στον εμπορευματικό πολιτισμό, από μια αφισοκόλληση μέχρι μια κατάληψη, μια διαδήλωση, μια ζημιά στο εργοστάσιο, ή, ή... Καθώς αντιλαμβανόμαστε τους εαυτούς μας ως υποκείμενα της Ιστορίας και όχι υπηκόους, δεν αποδεχόμαστε το σύστημα να ορίσει ποιες ενέργειες εναντίον του είναι αποδεκτές ή όχι. Τα μέσα όσων φιλοδοξούν να παίξουν με την Εξέγερση είναι αυστηρά δική τους επιλογή, στον πλούτο των οποίων έγκειται και η κοινή μας δύναμη. Πρέπει όμως πάντα να έχουμε υπόψη ότι μεγαλύτερη βία δε σημαίνει και μεγαλύτερη ριζοσπαστικοποίηση. Θα πρέπει λοιπόν να επεξεργαστούμε μια στρατηγική, που αφενός θα εμπεριέχει την ελάχιστη έκθεση στην καταστολή, κι αφετέρου την μέγιστη αποτελεσματικότητα. Θα κινηθούμε τελικά, τόσο «συνομωτικά» όσο και «δημόσια», ανοίγοντας το θέμα σε έναν κλειστό κύκλο ανθρώπων που θα βρίσκονται σε μια τακτική συνέλευση, σπάζοντας κάμερες αλλά και γράφοντας συνθήματα, μοιράζοντας κείμενα. Τη στιγμή που σαμποτάρουμε μια κάμερα παρακολούθησης, απελευθερώνουμε προσωρινά έναν χώρο από την εξουσία του συστήματος, χώρο μη-στατικό, που αντιστοιχεί με τη δύναμή μας στο δρόμο, τη δυνατότητα καταρχήν να υπερασπιστούμε σε φυσικό επίπεδο την κίνησή μας. Αρνούμαστε την επιτήρηση, τόσο όσον αφορά εμάς, όσο και για τον καθένα. Είναι ένα είδους «δώρο». Αυτό που μας ενδιαφέρει, δεν είναι να πειστεί για το δίκιο της υπόθεσης ένα αμέτοχο κοινό, όσο παραμένει τέτοιο, αλλά να ψηλαφίσουμε τις ήδη υπάρχουσες αρνήσεις, να δημιουργήσουμε ανάμεσά τους τις συνθήκες για τη γενίκευση της επίθεσης σ’ αυτόν το γηρασμένο κόσμο. Δεν υποκαθιστούμε μια ούτως ή άλλως ανύπαρκτη μαζική δράση, αλλά δεν είμαστε πρόθυμοι να κάτσουμε στ αυγά μας μέχρι να εμφανιστεί. Την δημιουργούμε εδώ και τώρα στις γειτονιές μας και τους χώρους που κινούμαστε πλουτίζοντας, υποστηρίζοντας και συνδιαμορφώνοντας την χαοτική κριτική του προλεταριάτου, όπως καταγράφεται σε τοίχους, κατεβασμένες βιτρίνες, και χιλιόμετρα φιλμ καμερών ασφαλείας! Στη σκιά των μμε και στη θέρμη του στόμα-με-στόμα, το σαμποτάζ προσκρούει στην υπάρχουσα κοινωνική οργάνωση και στις κατεστημένες αξίες. Η φύση του είναι ο προβληματισμός. Δεν αποτελεί την επίλυση ενός προβλήματος, αλλά την αποκάλυψη μιας πιθανότητας, είναι ταυτόχρονα μια απάντηση και μια ερώτηση. Αναδεικνύει τις νέες δυνατότητες ζωής και ταυτόχρονα τα στοιχεία μιας εποχής που καθίστανται μη-ανεκτά. Ας περάσουμε στη δράση λοιπόν. Και τόσο το χειρότερο γι’ αυτόν τον άρρωστο κόσμο και τους κομπογιαννίτες τσαρλατάνους του!

Το αρχέτυπο στοιχείο του παιχνιδιού βρίσκεται λοιπόν παντελώς σχεδόν κρυμμένο πίσω από πολιτισμικά φαινόμενα. Αλλά σε κάθε στιγμή, ακόμη και σ’ ένα πολύ ανεπτυγμένο πολιτισμό, το «ένστικτο» του παιχνιδιού μπορεί να ανακτήσει όλη την ισχύ του, βυθίζοντας το άτομο και τη μάζα στη μέθη ενός απέραντου παιχνιδιού. – Γιόχαν Χουιζίνγκα (Homo Ludens - Ο άνθρωπος και το παιχνίδι).

Το ίδιο το εξεγερτικό παιχνίδι δεν μπορεί να είναι παρά η οργάνωση μιας προλεταριακής δικτατορίας στο δρόμο, στη συνεκτικότερη και πιο πλούσια μορφή της. Κάθε μία από τις υπάρχουσες πολιτικές οργανώσεις δε θα μπορούσε παρά να το προδίδει απόλυτα. Ακόμα κι όταν οι μιλιτάντες τους καταφεύγουν σε εντυπωσιακές ενέργειες, κατεβάσματα καμερών ή μισο-στημένες αντιπαραθέσεις με τις «δυνάμεις της τάξης», δεν υπάρχει εκεί τίποτα το αυθεντικά παιγνιώδες, δηλαδή επαναστατικό. Ανάλογες μαζοχιστικές ασκήσεις αυτό-προβολής, βασισμένες στην μιζέρια της αυτουθυσίας «για το κοινό καλό» και μια μάτσο επίδειξη ισχύος με κριτή και αβανταδόρο τις τηλεοπτικές κάμερες, δε στοχεύει παρά στην αφαίμαξη των πιο θερμόαιμων στοιχείων της νεολαίας για τη στελέχωση της εκάστοτε οργάνωσης. Κάθε τέτοια κίνηση είναι διαμετρικά αντίθετη στην επαναστατική αντίληψη της πραγματικότητας: Δεν αποτελεί παρά μια ιδεολογική καταβολάδα της θρησκείας προς χρήση των γραφειοκρατιών του «χώρου», για τη δικαιολόγηση της εξουσίας τους.

Αντίθετα, στη δράση μας, αποφύγαμε ως ο διάολος το λιβάνι κάθε τέτοιο ενδεχόμενο αντιπαράθεσης, μιας και θα ήταν καταστροφική για τον σκοπό μας, που δεν ήταν η ανακήρυξή μας σε εξαιρετικά μάγκες ή έστω θύματα της κρατικής καταστολής, αλλά το ίδιο το σαμποτάζ. Στρατηγική μας παρέμενε ο αποπροσανατολισμός του εχθρού, η μη-προβλεψιμότητα, η πρωτοβουλία κινήσεων. Όσο περισσότερο μένουμε αόρατοι, τόσο πιο βαθιά μπορούμε να προχωρήσουμε στην καρδιά της καταστροφής. Παράλληλα, τόσο περισσότερο διαδίδονται οι τακτικές και τα μέσα στην απλότητά τους, ακηδεμόνευτα ώστε να μπορεί να τα οικειοποιηθεί ο καθένας και η καθεμιά χωρίς να νιώθουν μαλάκες ή υποστηρικτές (δηλαδή μαλάκες).

Κάπως έτσι, λίγο πριν το ξημέρωμα της 27ης Σεπτέμβρη, μια πενταμελής παρέα συναντιόμαστε σ’ ένα στενό της Ναυαρίνου. Χαμόγελα, μια ματιά στα εργαλεία: ένα στειλιάρι, 2 κουτιά μπογιές, φυλλάδια που να ενημερώνουν για τη δράση στη γειτονιά, όλα άπιαστα. Ο στάνταρ εξοπλισμός για τις δράσεις που θα ακολουθήσουν. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα ακούγεται το πρώτο κράατς! Με το δεύτερο η κάμερα έχει ξηλωθεί, οι μπογιές πετάγονται, στο φεύγα και τα φυλλάδια. Κάπως έτσι τελικά στήσαμε εμείς την έκπληξη στα φοροτεχνικά της ASPIS, και πράγματι γελάσαμε πολύ. Μέσα σε μια βδομάδα, η διεύθυνση αφαίρεσε την κάμερα (που εντωμεταξύ κοσμούσε το κατάστημα κρεμάμενη σπασμένη μαζί με τις μπογιές), και τελικά πρόσθεσε και ρολά για τα βράδυα!
Σαμποτάροντας τις κάμερες ελέγχου, ανοίγουμε πεδία για νέες μορφές ζωής και δράσης, στην καρδιά της πόλης που ασταμάτητα μετασχηματίζει το Κεφάλαιο για λογαριασμό του. Κάθε γειτονιά, ένας μικρός εμφύλιος! Αναγκάζουμε τον εχθρό να εκτεθεί, να αποκαλύψει την ενότητά του, τις άμυνες, τα αδύναμα σημεία του….

Μερικά βράδια αργότερα θα ‘ρθει η σειρά του Βιβλιοστόκ. 3 από μας κατεβάζουμε την κάμερα που έβλεπε στο πεζοδρόμιο της Π. Ιωακείμ μπροστά από το «ψαγμένο» κι «εναλλακτικό» βιβλιοπωλείο. Ταυτόχρονα (γύρω στις 2 την νύχτα δηλαδή) οι φίλοι μας σπάνε την κάμερα του «Αιμίλιου», μικρού διαμετρήματος αφεντικού στην Ολύμπου, μάλλον καχύποπτου απέναντι στον κόσμο –μετανάστες και ραντεβουδάκια- που άραζε στο παρκάκι μπροστά απ’ το μαγαζί του. Ωστόσο, η κάμερα δε θα ξηλωθεί εντελώς, και την επόμενη μέρα θα ξαναμπεί στη θέση της –άγνωστο κατά πόσο λειτουργούσε ή όχι, μικρή σημασία έχει. Μας αναγκάζει πάντως να ασχοληθούμε ξανά μαζί του, οπότε αυτή τη φορά φέρνουμε και μπογιές, ενώ ξηλώνουμε την κάμερα και την παίρνουμε μαζί μας -όμηρο. Τελικά συμμαζεύτηκε….
Και μετά, στις 10 Φλεβάρη κάτω από την Τσιμισκή, να «λερώνουμε» με τις αφίσες μας τη πρόσοψη ευφάνταστου μαγαζάτορα που στόλισε τη βιτρίνα του με κάμερα και οθόνη, για να βλέπουμε τις κινήσεις μας και να χαζογελάμε. Και πάνω στην Εγνατία τα χαράματα, ντυμένοι «εργατικά» (φόρμες, κράνη) να ξεβιδώνουμε άλλη μια πάνω σε σκάλα, χαμογελώντας σε αγουροξυπνημένους οδηγούς. Και ποιος να πρωτοθυμηθεί τα μικρά καθημερινά σαμποτάζ καμερών από τράπεζες, σε σούπερ-μάρκετ και καταστήματα, και, και, και…

Οι δράσεις δεν μιλούν από μόνες τους. Έπρεπε να μιλήσουμε, στο βαθμό που μας αφορά, όπως διαμορφώνεται από τη συμμετοχή μας στα σαμποτάζ ιδιωτικών καμερών, και μιλήσαμε. Οι δράσεις δεν μας ανήκουν. Είναι στα χέρια του προλεταριάτου γενικά, να κρίνει, να οικειοποιηθεί και να ξεπεράσει τις ασκήσεις ύφους που προτείνουμε, και των παραληπτών του κειμένου ειδικά, να στηρίξουν τις δράσεις, καταρχήν διαδίδοντας το κείμενο με όποιο τρόπο θέλουν, ή ακόμα καλύτερα γράφοντας δικά τους πιο όμορφα και συνεκτικά, και με περισσότερα «τεκμήρια», και οργανώνοντας το βίαιο εξεγερτικό παιχνίδι, μακριά κι απέναντι από τους ιδεολόγους και τις οργανώσεις τους, μέσα από τις ήδη υπάρχουσες προλεταριακές αρνήσεις της εποχής μας, σ’ αυτό που μας ενώνει: την επίθεση. Ως την Αταξική Κοινωνία!

ΝΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΣΑΜΠΟΤΕΡΣ!

31/5/08

Συναντήσεις στη σκοτεινή γωνία της ανταρσίας (σημειώσεις με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Στιγμές Πολέμου», από τον Δαίμονα του Τυπογραφειου)

( η σύλληψη του Ραβασολ)




Συναντήσεις στη σκοτεινή γωνία της ανταρσίας ( σημειώσεις με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Στιγμές Πολέμου- Εικόνες Ταξικής Βίας 100 Χρόνια Πριν» από τον Δαίμονα του Τυπογραφειου) :




«Οι άνθρωποι που παραδομένοι πέρα για πέρα στη διάθεση μιας οποιασδήποτε κυρίαρχης ιδεολογίας, παραιτούνται από την πνευματική τους αυτοτέλεια και αντικαθιστούν την κριτική με τη δουλική λατρεία, είναι άνθρωποι στενοκέφαλοι, αδύναμοι και συχνά επιβλαβείς»
Δ.Ι. Πισάρεφ



Πριν 6 χρόνια περίπου το έντυπο ex nihilo (πρόγονος της ασύμμετρης απειλής) δημοσίευσε ένα κείμενο κριτικής σχετικά με τον πυροσβεστικό ρόλο που έπαιξε ο αναρχοσυνδικαλιστής Κώστας Σπέρας στη άγρια απεργία των μεταλλωρύχων στη Σέριφο. Τα ¾ του κειμένου, μάλιστα, ήταν αναμνήσεις του ίδιου του Σπέρα! Ανάμεσα στις πολλές και διάφορες “κριτικές” (πανάθεμά με αν ορισμένοι γνωρίζουν τη διαφορά ανάμεσα στην κριτική και το κράξιμο..) ακούστηκε και το εξής αμίμητο: « Αν δεν ξεκινήσει κάποιος το ένοπλο, δε δικαιούται να κάνει κριτική στο Σπέρα»!!!
Η προγονολατρεία, η πιο πρωτόγονη μορφή θρησκευτικής συμπεριφοράς, επιστρέφει στον 21ο αιώνα μέσα από έναν άκαμπτο “αναρχικό” δογματισμό. Όπως οι εθνικιστές δε θέλουν να ακούνε κουβέντα για τα εγκλήματα των ηρώων τους, έτσι και οι δογματικοί αναρχίζοντες πιστοί δε θέλουν να αγγίζονται οι δικοί τους ήρωες, οι δικοί τους ημίθεοι. Ο πιστός αγαλματοποιεί τον πρόγονό του, τον ακινητοποιεί στο χρόνο, τον στοιβάζει σε μουσεία και τελικά μετατρέπει την επαναστατική μνήμη σε μια διαδικασία μουμιοποίησης. Πολλές φορές μιμείται και τη μεταφυσική φρασεολογία (“καλό ταξίδι” λέει στον νεκρό, χωρίς να μας εξηγεί που στο διάολο θα ταξιδέψει νεκρός άνθρωπος…). Και φυσικά η όποια “κριτική” δεν αγγίζει καθόλου την ουσία του κειμένου και μένει σε ad hominem (προσωπικές) επιθέσεις. Όπως ακριβώς κάνουν και οι χριστιανοί όταν κριτικάρεις την “Αγία Γραφή”. Τόση πίστη στις “αναρχικές” εξ αποκαλύψεως αλήθειες…

Πέρα όμως από την προγονολατρεία, υπάρχει και η αντίστροφη τάση της απαξίωσης της ριζοσπαστικής παράδοσης, ως ξεπερασμένης και σάπιας, άξιας να πεταχτεί στα σκουπίδια της Ιστορίας. Λες και οι ίδιοι γεννήθηκαν από πολιτική παρθενογένεση. Λες και είναι παιδιά του επαναστατικού σωλήνα.

Η επαναστατική μνήμη, όμως, δεν έχει σα σκοπό να μουμιοποιεί τους επαναστάτες του παρελθόντος και να τους μετατρέπει σε ιερά τέρατα απρόσβλητα από κάθε κριτική. Η αυστηρή κριτική γνώμη είναι πιο αποτελεσματική από τον θαυμασμό και τη δουλοφροσύνη, έλεγε ο νιχιλιστής Πισάρεφ. Η κάθε γενιά επαναστατών πρέπει να προχωρά σε ένα διαλεκτικό ξεπέρασμα των προηγούμενων γενεών. Το ξεπέρασμα, όμως, δεν μπορεί να πατήσει πάνω στο κενό. Πατάει πάνω στα σκαλοπάτια που έχει χτίσει η ριζοσπαστική παράδοση αιώνων (κομμάτι- και όχι “υπερσύνολο-” της οποίας είναι και η αναρχική παράδοση). Κι αυτή η ριζοσπαστική παράδοση δίνει τα εφόδια για το ίδιο το ξεπέρασμά της, μέσα από την κριτική σκέψη και την επαναστατική/ εν κινήσει θεωρία και όχι με ιδεολογικούς δογματισμούς και αγιοποιήσεις. Οι επαναστάτες του παρελθόντος μας δίνουν τη σκυτάλη για να προχωρήσουμε ακόμα πιο μπροστά και όχι για να πετάξουμε τη σκυτάλη και να χτίζουμε αγάλματα. Χωρίς το διαλεκτικό ξεπέρασμα και την κριτική σκέψη, θα αναμασούσαμε ακόμα το μυστικιστικό αναρχισμό των επαναστατικών χριστιανικών/ χιλιαστικών σεχτών του μεσαίωνα.


Ευτυχώς, όμως, που υπάρχουν και βιβλία ή αφιερώματα (και δεν είναι λίγα τα τελευταία χρόνια) που δε βρωμάνε πτωμαΐνη, που δραπέτευσαν από την ευλάβεια του ψοφιμιού. Ένα τέτοιο βιβλίο είναι και οι «στιγμές πολέμου». Δεν πρόκειται για ένα “επαναστατικό” μοιρολόι και γίνεται σαφές από το εισαγωγικό κείμενο της έκδοσης:

« Αυτή η έκδοση δε θα ήθελα να εκληφθεί ως κάποιου είδους “επαναστατικού ρετρό”. Οι λιθογραφίες αυτές μπορεί να φιλοτεχνήθηκαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά νομίζω πως οι δημιουργοί έχουν συλλάβει πρόσωπα, συναισθήματα, εκφράσεις που μου μοιάζουν πολύ οικείες…..
Τα φλεγόμενα οδοφράγματα του Παρισιού του Ιούλη του 1893 έχουν κάτι από Πατησίων και Πανεπιστημίου. Τα γεμάτα οργισμένη χαρά πρόσωπα αυτών που ξυλοφορτώνουν τον αρχίμπατσο στο Σατό Ντ’ Ω , όλο και κάτι μας θυμίζουν. Η ανέλπιδη πάλη του Ραβασόλ με τους μπάτσους, μου θύμισε τον Κώστα Πάσσαρη που αλυσοδεμένος πάλευε με τους Ρουμάνους εκαμίτες στο Βουκουρέστι. Ο Claude Barbin έχει την ίδια σιγουριά και σταθερότητα που μάλλον είχε και ο Τσουτσουβής όταν “φύτευε” τον Θεοφανόπουλο. Οι εργάτες της Λιμόζ ανακαλούν μνήμες από τους χαρντ-κοράδες της άγριας απεργίας της ΕΑΣ το 1991 και των βραδιών που είχαμε ζήσει μαζί, με λάμψεις από φωτιές και κρότους από σπασίματα».

Οι πρωταγωνιστές του βιβλίου δεν είναι κάποια σπάνια εκθέματα στο μουσείο της επαναστατικής ιστορίας, ούτε κέρινα ομοιώματα με ταμπέλες “μην εγγίζεται”. Ζούνε και αναπνέουν δίπλα μας, όχι με κάποια μεταφυσική έννοια, αλλά μέσα από τη συνέχιση του ίδιου του αγώνα (συνέχιση και όχι ταύτιση…):

«Οι “στιγμές πολέμου” ας θεωρηθούν ως στιγμιότυπα μιας μάχης που ποτέ δε σταμάτησε. Ως χειραψία και χαμογελαστές συστάσεις με τους προγόνους μας»

Δεν πρόκειται ούτε για μούμιες, ούτε για ιερά τέρατα. Έτσι λοιπόν, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, σ’ αυτήν τη “σκοτεινή γωνιά της ανταρσίας”, μπορούμε να συναντήσουμε:

Τον γέρο Μπακούνιν κλεισμένο σε ένα βρώμικο δωμάτιο, με καπνό και καφέ, να ετοιμάζει εκρηκτικές ύλες : “Και ο εγκέφαλός του έπαιρνε φωτιά. Είχε τον πυρετό του δυναμίτη”

Τους εργάτες των ορυχείων Μονσό να δολοφονούν τον επιστάτη τους

Τον αναρχικό Ματέο Μοράλ να εκτοξεύει βόμβα κατά του ισπανού βασιλιά Αλφόνσου

Τον ιταλό αναρχικό Michel Angiolillo να εκτελεί τον ισπανό πρωθυπουργό Ντε Καστίλιο

Τον 19χρονο φοιτητή Πιοτρ Ζαϊκνέβσκι να εξαπολύει το πολεμικό του ανακοινωθέν: “θα φωνάξουμε ΑΡΠΑΞΤΕ ΤΑ ΤΣΕΚΟΥΡΙΑ και μ’ αυτά θα διαλύσουμε τους αυτοκράτορες και τους οπαδούς τους χωρίς να κάνουμε οικονομία στα χτυπήματά μας, όπως εκείνοι σήμερα δεν κάνουν οικονομία στα δικά τους εναντίον μας”

Τον Λουίτζι Λουκένι, που μη βρίσκοντας τον αυτοκράτορα Ούμβέρτο, “αρκέστηκε” στην εκτέλεση της βασίλισσας της Αυστρίας

Τον αναρχικό κηπουρό Λουι Σαβ: “η τελευταία συμβουλή που δίνω στους πραγματικούς αναρχικούς, στους αναρχικούς της δράσης, είναι να οπλιστούν, όπως εγώ, με ένα καλό περίστροφο, με ένα καλό μαχαίρι, ακόμα και με ένα κουτί σπίρτα”

Τον Claude Barbin να πυροβολεί τον πρόεδρο του 5ου εφετείου στο Παρίσι

Τον “international” : “χρειάζεται να κάψουμε εκκλησίες, παλάτια, μοναστήρια, στρατώνες, νομαρχίες, δημαρχίες, συμβολαιογραφεία, γραφεία δικαστικών κλητήρων, φυλακές”

Τους αναρχοκομμουνιστές της Βαρσοβίας που έριξαν βόμβα στο καφέ του ξενοδοχείου ΜΠΡΙΣΤΟΛ απλά και μόνο για να δουν πως σφαδάζουν οι αχρείοι μπουρζουάδες μέσα στην αγωνία του θανάτου

Τον Σεργκέι Νετσάγιεφ να προπαγανδίζει τον ψυχρό, άγριο και λυσσασμένο αγώνα, την πανκαταστροφική επανάσταση ( για την έλευση ενός κομμουνισμού, που –‘όχι άδικα- ο Μαρξ τον αποκάλεσε “κομμουνισμό του στρατώνα”)

Τον ρώσο σοσιαλ-επαναστάτη Καλιάεφ να εκτελεί τον Μέγα Δούκα Σέργιο

Τον Εμίλ Ανρί να φωνάζει στους δικαστές: “τα χέρια μου δε στάζουν περισσότερο αίμα από όσο η πορφυρή σας τήβεννος”

Τον αναρχοατομικιστή Ρεημόν Καγιεμέν (της “συμμορίας Μποννό”) να τραγουδά για την έκρηξη στο αστυνομικό τμήμα της οδού Μπονς Ανφάν:
“Υπήρχε ένα αστυνομικό τμήμα και τώρα δεν υπάρχει πια/ πιστέψανε ότι ήταν ο Φαντομάς, αλλά ήταν η πάλη η ταξική” και να χλευάζει τους νεκρούς μπάτσους: “αντιθέτως με ότι πιστεύαμε υπήρχαν κάποιοι που είχαν μυαλό/ η έκπληξη είναι μεγάλη: μυαλά κολλημένα στο ταβάνι!”

Τον Ωγκύστ Βαγιάν, τον μοναδικό άνθρωπο που μπήκε με καλές προθέσεις στη βουλή: αρκετοί βουλευτές τραυματίστηκαν από τη βόμβα του…

Τον αναρχικό Καζιέρο, που εκδικούμενος την εκτέλεση του Βαγιάν εκτελεί τον πρόεδρο της Γαλλίας Καρνώ

Τον Ραβασόλ να τραγουδάει το τραγούδι του μπάρμπα Ντυσέν, την ώρα που συναντά το δήμιο: “Αν θες την ευτυχία, κρέμασε τ’ αφεντικό σου/ Κόψε στη μέση τους παπάδες. Το Θεό τους! / Γκρέμισε τις εκκλησίες. Το Θεό τους! / κι ο θεούλης στα σκατά. Το Θεό τους! / Ξεχασιάρη μου λαέ, το Θεό σου! / Αν ποτέ ξεσηκωθείς μη σπλαχνιστείς, το Θεό τους! / Αφεντικά, παπάδες και αστοί/ Γαμώ το Θεό σας/ Αξίζουνε κρεμάλα. Το Θεό τους! Αξίζουνε κρεμάλα”

Τους φοιτητές που το 1893 στο Παρίσι στήνουν οδοφράγματα με τα τραμ και λεηλατούν την Αστυνομική Διεύθυνση

Τους απεργούς των ορυχείων του Αβεϋρόν, να εκπαραθυρώνουν και ξυλοκοπούν μέχρι θανάτου τον βασανιστή Βατρέν

Τους αναρχικούς στο Σατώ Ντ’ Ω να ξυλοκοπούν έναν αξιωματικό της αστυνομίας και βανδαλίζουν την εκκλησία του Σαιντ Ζοζέφ

Τους εργάτες πορσελάνης στη Λιμόζ να τοποθετούν βόμβες στα σπίτια διευθυντών εργοστασίων, λεηλατούν οπλοπωλεία, στήνουν οδοφράγματα και προσπαθούν να απελευθερώσουν απ’ τις φυλακές τους συντρόφους τους

Τον αναρχικό διαρρήκτη Κλεμάν Ντυβάλ : “ο μπάτσος με συνέλαβε εν ονόματι του νόμου, εγώ τον χτύπησα εν ονόματι της ελευθερίας”

Τον ατομικιστή αναρχικό Μπρέσσι, να εκτελεί τον ιταλό βασιλιά Ουμβέρτο: “για να εκδικηθώ για τα θύματα της καταστάσεως πολιορκίας που επεβλήθει με βασιλικό διάταγμα στη Σικελία και το Μιλάνο το 1898”

Και φυσικά την υπέροχη “συμμορία Μποννό”, των νεαρών αναρχοατομικιστών ληστών, που ενέπνευσαν ακόμα και εντελώς διαφορετικές σχολές σκέψης, όπως τους καταστασιακούς και τον κομμουνιστή αντάρτη Ζαν Μαρκ Ρουϊγιαν (παρεπιμπτόντως, καλή λευτεριά σύντροφε)

Και με ένα τραγούδι του Νίτσε, σταματάει η χαμογελαστή χειραψία με τους προγόνους μας.
Μας παραδίδουν τη σκυτάλη και συνεχίζουμε…


Τι πάει να πει πατρίδα;!
Το πηδάλιο θέλει να πάει ίσια
Για τη γη των παιδιών μας
Αυτών που θα ‘ρθουν μετά από εμάς.
Κατά εκεί,
Πιο φουρτουνιασμένη κι απ’ τη θάλασσα,
Ορμά σα θύελλα η μεγάλη μας επιθυμία…

7/5/08

ΕΠΕΑ ΠΤΕΡΟΕΝΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΗ ΤΟΥ 68

Είναι μια όμορφη στιγμή, όταν μπαίνει σε κίνηση μια επίθεση εναντίον της τάξης του κόσμου. Στην εκκίνησή της, αδιόρατη σχεδόν, ξέρεις ήδη πως, πολύ σύντομα και ό,τι κι αν συμβεί, τίποτε δεν θα είναι όπως πριν. Είναι μια επέλαση που ξεκινάει αργά, επιταχύνει την πορεία της, περνά από το σημείο μετά το οποίο δεν θα υπάρξει πια υποχώρηση, και προχωρεί αμετάκλητα για να συγκρουσθεί με αυτό που φαινόταν απόρθητο, που ήταν τόσο στέρεο και τόσο καλά φυλαγμένο, και παρ’ όλα αυτά προορισμένο και αυτό να κλονιστεί και να αποδιοργανωθεί.

Αν ήταν κάτι το κίνημα του Μάη, αυτό σίγουρα δεν ήταν μια έφοδος για την κατάληψη της εξουσίας. Ήταν μια αυθόρμητη και τεράστιας κλίμακας έφοδος για την διάλυση κάθε μορφής εξουσίας. Αυτό είναι κάτι που ποτέ οι γραφειοκρατικές, κρατικές, κομματικές, συνδικαλιστικές και διανοούμενες εξουσιούλες δεν πρόκειται να παραδεχθούν. Για ευνόητους λόγους.


Οι προλετάριοι που κατασκεύασαν την επαναστατική στιγμή του Μάη, δεν επιθυμούσαν παρά την οικειοποίηση της ολότητας του χώρου και του χρόνου. Δηλαδή, τον καθολικό έλεγχο της καθημερινής ζωής. Σ’ αυτή τους την προσπάθεια βρέθηκαν αντιμέτωποι με όλη την παλιά οργάνωση του κόσμου. Όλοι, από τους παπάδες, μέχρι τους σταλινικούς Κινέζους γραφειοκράτες, αγωνίστηκαν για την επιστροφή στην παλιά τάξη πραγμάτων. Με ένα πιθανό ξαναμοίρασμα της τούρτας του κόσμου. Αυτό είναι κάτι, που τώρα πια δεν διαφεύγει από τους εχθρούς του παλιού κόσμου. Την επόμενη φορά η προσπάθειά τους θα έχει την συνοχή που απαιτούν οι καιροί μας. Δεν πρόκειται να αστοχήσουν.



(φώτο: σύνθημα των λυσσασμένων: «Η ανθρωπότητα θα ευτυχήσει μόνον όταν ο τελευταίος γραφειοκράτης κρεμαστεί με τα έντερα του τελευταίου καπιταλιστή»)



Τα παπαδαριάτα όλων των εποχών διοργάνωναν και συνεχίζουν να διοργανώνουν “γιορτές” μόνο και μόνο για να αποκοιμήσουν τους πιστούς τους, των οποίων -ούτως ή άλλως- ελέγχουν την ζωή, όλον τον υπόλοιπο χρόνο σε όλον τον υπόλοιπο χώρο. Αυτές οι γιορτές δεν μας αφορούν. Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ -γιατί για τέτοια πρόκειται- του Μάη του ‘68, ήταν η πιο μικρή γιορτή του 20ού αιώνα. Ήταν γιορτή με όλη την σημασία της λέξης, μιας και ήταν δημιούργημα των επαναστατημένων προλετάριων που, κατεβαίνοντας στους δρόμους, συνάντησαν την ζωή δίχως πλήξη. Ήταν η πιο μικρή γιορτή γιατί δεν επεκτάθηκε, γιατί δεν διήρκεσε…


Την επόμενη φορά, μέσα στις πρώτες χαρές της γιορτής, δεν πρόκειται να ξεχάσουμε το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών μας με τον παλιό κόσμο. Είναι η μοναδική προϋπόθεση για την επέκταση και την διάρκεια της γιορτής, της γιορτής μας.



Εκείνο, όμως, που πρέπει να μας εκπλήσσει δεν είναι ότι η νεολαία εξεγείρεται, αλλά το ότι οι “ενήλικες” είναι τόσο παραιτημένοι. Και αυτό δεν επιδέχεται μυθολογική εξήγηση αλλά ιστορική: η προηγούμενη γενιά γνώρισε όλες τις ήττες και κατανάλωσε όλα τα ψέματα της περιόδου της επαίσχυντης αποσύνθεσης του επαναστατικού κινήματος.

“ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΘΑ ΚΑΘΙΣΤΑ ΑΔΥΝΑΤΗ ΚΑΘΕ ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΗ”






Το κίνημα των καταλήψεων ήταν προφανώς η άρνηση της αλλοτριωμένης εργασίας και επομένως η γιορτή, το παιχνίδι, η πραγματική παρουσία των ανθρώπων και του χρόνου. Ήταν, επίσης, η άρνηση κάθε εξουσίας, κάθε ειδίκευσης, κάθε ιεραρχικής αποστέρησης· η άρνηση του κράτους και συνεπώς των κομμάτων και των συνδικάτων, καθώς και των κοινωνιολόγων, των καθηγητών, της καταπιεστικής ηθικής και ιατρικής. Όλα εκείνα που το κίνημα επανέφερε μέσα σ’ έναν κατακεραυνωτικό συνειρμό –“Γρήγορα!” έλεγε απλά ένα από τα συνθήματα στους τοίχους, που ήταν ίσως το πιο ωραίο– περιφρονούσαν ολοκληρωτικά τις παλιές συνθήκες ύπαρξης και άρα όλους αυτούς που εργάζονταν για τη διατήρησή τους, από τις βεντέτες της τηλεόρασης μέχρι τους πολεοδόμους



Ο Μάης του 68 ήταν εκείνη η κομβική στιγμή στο βιβλίο της Ανησυχίας του εικοστού αιώνα, που μπόρεσε να συνοψίσει σε ελάχιστο χρονικό διάστημα όλες τις κρίσιμες απειλές εναντίον ενός καταρρέοντος πολιτισμού. Πέρα από την επιτυχία ή την αποτυχία του στο πολιτικό επίπεδο, ο Μάης, εναντιωμένος με ευφορική σφοδρότητα ακόμη και σε ό,τι παλιό, μολυσματικό και φθαρτό δέσποζε σε αυτό το επίπεδο, εναντιωμένος σε μιαν αντίληψη για την πολιτική που, με τη σειρά της, εναντιωνόταν επί δεκαετίες σε ό,τι γνησίως ανθρώπινο υπάρχει στην ποίηση της εξέγερσης, κατάφερε μια σημαντική επιτυχία: έστειλε για πάντα στη λήθη τις κυρίαρχες αυταπάτες του αιώνα μας. Και μάλιστα, αυτή η διαδικασία αποφενακισμού δεν έγινε στους στενούς κύκλους της μιας ή της άλλης πρωτοπορίας αλλά, εν τέλει (και επιτέλους!), σε μαζικό επίπεδο


Φοιτητές είστε ανίσχυροι μαλάκες! (Αυτό ήδη το ξεραμε...)

Αλλά θα παραμείνετε εξ ίσου ανίσχυροι κι εξ ίσου μαλάκες όσο:

- δε θα έχετε σπάσει τα μούτρα των καθηγητών σας

-δε θα έχετε γαμήσει όλους τους παπάδες

-δε θα έχετα βάλει φωτιά στο πανεπιστήμιο

"ΟΧΙ ΝΙΚΟΛΑ, Η ΚΟΜΜΟΥΝΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ!"






Η μαύρη σημαία κυματίζει για μια ακόμα φορά πάνω από τα κεφάλια εκείνων που βλέπουν/ “Ψηφίζω σημαίνει παραιτούμαι”/ Τοίχοι διάτρητοι από το προκατασκευασμένο είδωλο/ Η ηλιθιότητα των ανθρώπων που κατέχουν την εξουσία και της αστικής τάξης αποκάλυψε τα γλοιώδη, μονότονα χαρακτηριστικά τους/ Τα άναρχα άτομα έχουν απελευθερωθεί, κανείς δεν το πίστεψε/ Η ποιητική βία των διαδηλώσεων, μεταδόσιμη αναμιγμένη με τα πιο αγνά αισθήματα/ αλλάξτε τη ζωή/ αλλάξτε τον κόσμο/ κόκκινοι και μαύροι αδερφικοί ίσκοι/ η αστική τάξη ουρλιάζει σαν ένα ιπτάμενο κίτρινο φρούριο/ η ηλιθιότητα και η δουλικότητα συνεχίζουν το δρόμο τους/ κάθε συνειδητός αντεπαναστάτης γατζώνεται σε μαλάκια μπάτσους και στρατιωτικούς/ καταστολή, καταστολή… και τότε ήρθαν οι κόκκινες και μαύρες σημαίες, η γενική απεργία, τα οδοφράγματα, η αντίσταση, το αντεργκράουντ/ συνθλιβόμαστε από ανάπηρα καταλωτικά είδωλα, συνθλιβόμαστε από την αλλοτρίωση, από τις συνθήκες επιβίωσης/ τα ακίνητα δάκρυα του ιμπερεαλισμού μας αφήνουν αδιάφορους/ για πρώτη φορά ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ, για πρώτη φορά αποσκανδαλοποιείται η επανάσταση/ τα μαλάκια και τα μιάσματα του μαγειρίου της Ποίησης και της Πρόζας το ‘σκασαν για την επαρχία, όλο το εκδοτικό σκυλολόι αγκιστρώθηκε στις εκφράσεις της φαντασίας του/ δεν τους χρειαζόμαστε/ αρκετά μας κορόιδεψαν/ μας χρησιμοποίησαν/ ότι κάνουν μολύνει το γέλιο, τα σύνεργά τους είναι πιο επικίνδυνα από τα χτυπήματα των μπάτσων/ ναι, η αντίσταση είναι δυνατή γιατί



ΤΟ ΑΠΙΘΑΝΟ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ.




Παπάδες, ειδικοί, αφεντικά

Οι μέρες της καλής ζωής σας είναι μετρημένες

Η γιορτή ξεκινά
Κι εμείς θα παίξουμε το πιο σκληρό παιχνίδι

Θα βαλσαμώσουμε τον "αστυνομικό-πρότυπο"

Για να θυμόμαστε κατόπιν

Πόσο γελοίος μας φαινόταν.
Θα παίξουμε με την καρδιά μας

Τα κορίτσια με τις μολότωφ είναι αδερφές μας

Τι σπουδαία καταιγίδα που έρχεται.




Το Παρίσι βρήκε ξανά τους εκδικητές του

τους κομμουνάρους και τους εμπρηστές του

Είναι πέντε το πρωί...

το Παρίσι ξυπνά...
Περιμένουν εκείνοι με τις μαύρες σημαίες

ρίχνοντας πέτρες στους μπάτσους

με τα δακρυγόναπου ψοφάνε στις γωνίες των δρόμων

Τα κορίτσια μας γίνονται βασίλισσες

Είναι πέντε το πρωί... το Παρίσι ξυπνά...

-Επανάσταση, γλυκιά μου

Αυτό είναι το σπουδαίο παιχνίδι που λες.

Το παίζουμε στα στενάκια

Με κοτρόνες από το ξηλωμένο πεζοδρόμιο

Ο παλιός κόσμος και τα συντρίμμια του,

Θα τα σαρώσουμε όλα.

Πρέπει να είμαστε αδίστακτοι

Θάνατος στα γουρούνια και στους παπάδες.



Ποιος θα ξαναδώσει ζωή στις βίαιες δίνες της φωτιάς

αν όχι εμείς που θεωρούμαστε αδέρφια;

Ελάτε λοιπόν! Νέοι σύντροφοι: αυτό θα σας αρέσει.

Δε θα δουλέψουμε ποτέ, ώ δίνες της φωτιάς!

Αυτός ο κόσμος μέλει να εκραγεί. Αυτό είναι το μονοπάτι του στ΄ αλήθεια.

Εμπρός, στην πορεία.

ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΑΩ ΣΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΜΟΥ, ΤΡΑΒΩ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΜΟΥ
ΘΑ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΩ ΠΗΔΩΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΔΙΣΤΑΚΤΙΚΟΥΣ
ΚΑΙ ΒΡΑΔΥΠΟΡΟΥΝΤΕΣ.
ΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΜΟΥ Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥΣ




υστερόγραφο:

ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΡΕΙ!!!


υστερογραφο 2:
ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΑΣΙΜΟ ΝΕΡΟ...


(ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ: ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΑΛΗΨΕΩΝ, I.S.- ΛΥΣΣΑΣΜΕΝΟΙ, ΓΚΥ ΝΤΕΜΠΟΡ, ΚΛΩΝΤ ΠΕΛΙΕ, ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΙΤΣΕ, ΑΡΘΟΥΡΟΣ ΡΕΜΠΩ, ΟΥΙΛΙΑΜ ΜΠΛΕΪΚ, ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ, ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ, Γ.Ι. ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΟΡΦΟΣ)

24/4/08

Ο ΓΕΝΝΑΙΟΣ ΑΡΧΑΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

Ο Γενναίος Αρχαίος Κόσμος (πολύ πριν το 1984...)


(Το παρακατω κείμενο είναι ένας πρόλογος για το βιβλίο του A.K. Bogomolov: Η ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΡΓΟΥΕΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΛΑΤΩΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ (Στο «1984» και την «Πολιτεία». Ολόκληρο το βιβλίο θα το βρείτε εδώ: http://exnegativo.blogspot.com/2008/04/blog-post_24.html)



“Οι περισσότεροι ιστορικοί σκορπούν τη βρομιά του παρελθόντος σαν να ήταν χώμα για μελλοντικούς παραδείσους”

Καρλ ντέσνερ


“Ντροπή! Ντροπή! Ντροπή! Αυτή είναι η ιστορία των ανθρώπων.”

Φρ. Νίτσε




Οι άνθρωποι αγαπούν τους μύθους. Ένας μακρινός κι απρόσιτος μύθος γίνεται επιβεβαιωμένη και αναντίρητη “αλήθεια”. Όσο πιο μακρινός είναι ο μύθος τόσο πιο ακλόνητη είναι η “αλήθεια”. Οι φιλόσοφοι ανήκουν κι αυτοί στην σφαίρα του μύθου. Φιλόσοφοι δεν υπάρχουν πια. Υπάρχουν διανοούμενοι, στοχαστές, άνθρωποι του πνεύματος και των γραμμάτων, αλλά όχι φιλόσοφοι. Οι φιλόσοφοι ανήκουν στο χρυσό και μακρινό παρελθόν και όσο πιο ανέγκιχτοι μένουν τόσο πιο αγαπητοί γίνονται. Και οι πιο αγαπητοί απ’όλους οι αρχαίοι. Οι αρχαίοι φιλόσοφοι δεν ήταν άνθρωποι. Ήταν μυθικά πλάσματα, χωρίς ταπεινές συνήθειες, σωστοί άγιοι. Ενσαρκομένοι θεοί, στεκόντουσαν με παρρησία στις κορυφές του πνεύματος και παρέα με τους συγγενείς τους, τους ιερείς, ατένιζαν την αλήθεια (την υπερβατική αλήθεια, όχι την ταπεινή φαινομενική)*

Γι’αυτούς και αλλούς πολλούς λόγους η ιστορία τους τίμησε. Γι’αυτό και η ανθρωπότητα τους έστησε τόσους πολλούς ανδριάντες και αγάλματα. Τ’αγάλματα των μεγάλων φιλοσόφων στέκουν δίπλα σ’αυτά των ατρόμητων ηρώων, στρατηλατών, κατακτητών, σφαγέων.**
Και όχι άδικα...

Ναι, λοιπόν. Οι φιλόσοφοι, το άλας της ανθρωπότητος, δεν είναι τόσο αγνοί και αθώοι όσο νομίζουμε. Όσο πιο κοντά τους πλησιάζουμε, όσο πιο πολύ τους αγγίζουμε , όσο πιο πολύ διαλύουμε την ομίχλη γύρω απ’τα αγάλματα τους, τόσο περισσότερο μας αποκαλύπτεται η ωμή πραγματικότητα. Πέρα απ’τον εξωραϊσμένο μύθο και τα ρομαντικά παραμύθια. Πέρα απ’τα ιδεαλιστικά νανουρίσματα και την ακαδημαϊκη νύστα...

Ο Δημόκριτος έλεγε ότι ο λόγος είναι η σκιά της πράξης. Αναμφίβολα, οι πολιτικοί είναι πρακτικοί άνθρωποι. Οι εξουσιαστές είναι οι πλέον πρακτικοί άνθρωποι, και ως τέτοιοι χρειάζονται μια σκιά. Οι φιλόσοφοι, στο παρελθόν, και οι διανοούμενοι-τεχνοκράτες σήμερα, ήταν και είναι πάντα πρόθυμοι να παίξουν τον ρόλο της σκιάς. Και για να μιλήσουμε και με ποιό σύγχρονους όρους, οι φιλόσοφοι και οι διανοούμενοι αποτελούν διαχρονικά τις δεξαμενές σκέψης της εκάσθοτε εξουσίας. Οι φιλόσοφοι σκόρπισαν τη βρωμιά τους σα να ήταν χώμα για μελλοντικούς παραδείσους...

Αλίμονο σε όποιον βρέθηκε σ’ εκείνο το σημείο όπου συναντήθηκαν οι σκέψεις και οι πράξεις ενός φιλοσόφου. Βουνά κοιλοπονούν, γελίοι ποντικοί γεννιούνται. Απ’τον τσαρλατανισμό του “θαυματοποιού” Πυθαγόρα μέχρι την πλατωνική εξουσιομάνια και την αριστοτελική εξουσιολειχία. Η ιστόρια των φιλοσοφων τελειώνει άλλωτε σαν τραγωδία και άλλοτε σαν φάρσα.

Και όσοι φιλόσοφοι έστησαν, με αληθηνή παρρησία, ανάστημα απέναντι στην ιδεαλιστική κατάρα, έχουν σβηστεί απ΄το χάρτη της φιλοσοφίας και της ιστορίας. Συκοφαντήθηκαν αισχρά απ’τους προγόνους του γκέμπελς, κυνηγηθηκαν ή διαστρεβλώθηκαν. Ας είναι καλά και οι μακρινοί απόγονοι του ελληνικού ιδεαλισμού, οι χριστιανοί. Ήξεραν καλά τι βιβλία έκαιγαν...***

Ήρθε η ώρα λοιπόν, να μάθουμε να φιλοσοφούμε με σφυριά, όπως συμβούλευε ο Νίτσε. Να γκρεμίσουμε όλα τα είδωλα και τα αγάλματα ενός πολιτισμού αρρώστου, χυδαίου, άψυχου και άσαρκου. Να γκρεμίσουμε ολα τα είδωλα του πολιτισμού. Και γιατί όχι και τον ίδιο τον πολιτισμό;

“Ας μιλήσουμε γι’αυτό σοφότατοί μου... Κι ας τσακιστούν όλα, ας γκρεμιστεί το κάθε τι που είναι να γκρεμιστεί. Πάνω στις αλήθειες μας γκρεμίστε! Υπάρχουν πολλά σπίτια για χτίσιμο”



Σημειώσεις:

* Ο εξ ανατολών προερχόμενος δυαδισμός έχει προκαλέσει ένα βλακώδη, μα και καταστρεπτικό συνάμα, διχασμό στην ανθρώπινη ύπαρξη. Ο κόσμος ξαφνικά διχοτομήθηκε ανάμεσα στο Καλό και στο Κακό, στον ανώτερο πραγματικό κόσμο (τον Πνευματικό) και στον κατώτερο φαινομενικό (τον Υλικό), στον πλατωνικό Κόσμο των Ιδεών και στην απατηλή αντανάκλαση που ζούμε, στην Ψυχή (που είναι θεϊκή) και στο τιτανικό σώμα που είναι ταπεινό σαρκίο). Αυτή η διάρρηξη της ενότητας του κόσμου και η διχοτόμηση του σ’ένα κομμάτι πού αντιπροσοπεύει το Καλό, το Άφθαρτο, το Αγνό, το Θεϊκό και Αληθινό και σ’ ένα αντίπαλο κομμάτι που αντιπροσοπεύει το Κακό, το φθαρτό και σατανικό, κατώτερο και ψεύτικο, οδήγησε και στην ταυτόχρονη διχοτόμιση του ίδιου του ανθρώπου. Όλα αυτά τα πλάσματα της φαντασίας δημιούργησαν έναν άνθρωπο φοβισμένο, γεμάτο τύψεις και συμπλέγματα για τις “αδυναμίες” της σάρκας. Αλλά και σε μαζικό επίπεδο ο ιδεαλιστικός δυαδισμός γέννησε τέρατα σαν, σαν τον χριστιανικό μεσσαίωνα και την μοναστική αρνησικοσμία (σε διάφορες θρησκείες). Αν κι απ’το Διαφωτισμό και μετά ο ιδεαλισμός σταδιακά υποχώρησε, ακόμα ταλαιπωρεί την “ανθρωπότητα”. Οι επιστήμες και ο υλισμός δεν κατάφεραν να τσαλαπατήσουν τον ιδεαλισμό. Δηλητηριάστηκαν και αυτές απ’το γέρο-έμπειρο ιδεαλισμό που έμαθε να επιστρέφει απ’το παράθυρο. Ακόμα και στον ορθολογικό δυτικό κόσμο, για παράδειγμα, ο πολεμος στο Ιράκ παρουσιάστηκε (κυρίως στις Η.Π.Α. και το Ην. Βασίλειο) ως πόλεμος ενάντια στο Κακό και τις Σατανικές Δυνάμεις των τρομοκρατών. Στο λυκαυγές του εικοστού πρώτου αιώνα...


**Οι ταλαίπωροι διανοούμενοι του σήμερα δεν έχουν την τιμή της αγαλματοποίησης. Καλυτερα γι’αυτούς. Φαντάζεστε το άγαλμα του Τσόμσκι ή του Φουκουγιάμα δίπλα σ’αυτό της βουγιουκλάκη ή του ανδρέα παπανδρέου; (Γιατί όχι;;;)

***Κατά “περίεργο” τρόπο τα γραπτά των απολογητών της εξουσίας έχουν σωθεί, ενώ οι επικούρειοι, οι σοφιστές, οι κυνικοί και άλλοι αμφισβητίες διώχθηκαν (τόσο στην εποχή τους, στη δημοκρατική και “ανεκτική” Ελλάδα, όσο και στην διάρκεια του χριστιανικού μεσαίωνα).

Αλάστωρ (Ασύμμετρη απειλή)
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2006

20/3/08

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ: ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΟΥ ΑΤΟΜΙΚΙΣΜΟΥ

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ: ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΟΥ ΑΤΟΜΙΚΙΣΜΟΥ


Αντί προλόγου (κολλάζ για τον κομμουνιστικό εγωισμό)

«Ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία δεν είναι τελικά παρά η περιγραφή του πως η κοινωνία, αφού οργανώθηκε ενάντια στον εαυτό της, εξακολούθησε και εξακολουθεί, να υπερασπίζεται με σχιζοφρενικό ζήλο την αυτοκαταστροφή της. Η οικοδόμηση του πολιτισμού, της οργανωμένης κοινωνίας και της οικονομίας, σήμανε την απαρχή της εξουσιαστικής συμβίωσης των ανθρώπων, το θάνατο της ελευθερίας, της ατομικότητας και επομένως της συλλογικότητας… Σε μια τέτοια κατάσταση δεν υφίσταται ούτε η ατομικότητα, ούτε η συλλογικότητα, γιατί ο θάνατος της ατομικής ελευθερίας είναι ταυτόχρονα και θάνατος της δυνατότητας για επαφή, επικοινωνία και συλλογική λειτουργία. Σε μια τέτοια κατάσταση η ατομικότητα και η συλλογικότητα είναι θεαματικές, μη πραγματικές, καλουπωμένες σε σχέσεις εμπορευματικές και ανταλλακτικές, δηλαδή σε σχέσεις δέσμευσης και εξουσίας.»
Ουτοπία

«Κατά πρώτο λόγο, είναι απλό να αποδείξουμε στον Στίρνερ ότι είναι αναπόφευκτο για τον εγωιστή του να γίνει κομμουνιστής εξαιτίας του καθαρού εγωισμού του… Και είναι αλήθεια ότι πρώτα κάνουμε μια υπόθεση από μόνοι μας, μια εγωιστική υπόθεση, προτού κάνουμε οτιδήποτε για να την προωθήσουμε- και ως εκ τούτου ότι, με αυτήν την έννοια, ασχέτως οποιωνδήποτε ενδεχομένων υλικών φιλοδοξιών, είμαστε κομμουνιστές και εξαιτίας του εγωισμού μας, καθώς και εξαιτίας του εγωισμού επιθυμούμε να είμαστε ανθρώπινα όντα και όχι απλά άτομα»
Φρίντριχ Ένγκελς

«Η απληστία, στην πλήρη της έννοια, είναι η μοναδική δυνατή βάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Οι παρούσες μορφές απληστίας διαλύονται, εντέλει, διότι αποδεικνύονται ελλιπώς άπληστες.
Η ουσία του κομμουνισμού είναι ο εγωισμός, η ουσία του εγωισμού είναι ο κομμουνισμός.»
For ourselves

«Η ατομική ιδιοκτησία δυσχεραίνει τον Ατομικισμό σε κάθε βήμα… Με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, τότε πραγματικά θα έχουμε όμορφο, υγιή Ατομικισμό. Κανείς δε θα χάνει τη ζωή του συσσωρεύοντας αγαθά και σύμβολα αγαθών. Θα ζει. Το να ζεις είναι το πιο σπάνιο πράγμα στον κόσμο. Οι πιο πολλοί άνθρωποι απλά υπάρχουν, αυτό είναι όλο»
Όσκαρ Ουάιλντ

«Η ατομική ιδιοκτησία είναι η ίδια η άρνηση του ατομικισμού και της ατομικής περιουσίας. Για τη συντριπτική πλειοψηφία των υπηκόων της δηλ. των προλεταρίων, η ατομική ιδιοκτησία δεν είναι κατά κανένα τρόπο ατομικός πλούτος, αλλά είναι μάλλον απώλεια (πώληση, αποξένωση) του εαυτού, είναι να είσαι άλλος από τον εαυτό σου, να είσαι άλλος για τους άλλους. Ακόμα και οι καπιταλιστές, οι κεφαλαιοκράτες δεν είναι παρά, στην καλύτερη περίπτωση, απλοί πράκτορες του κεφαλαίου- διαχειριστές της δικής τους (και των άλλων) στέρησης. Ο μυθικός “ατομικισμός” της καπιταλιστικής κοινωνίας μπορεί να πραγματωθεί μονάχα μέσα στην άρνησή του και στην άρνηση της κοινωνίας από την οποία εκπηγάζει. Έτσι η Παρισινή Κομμούνα του 1871, η πρώτη πραγματωμένη “δικτατορία του προλεταριάτου”, επιχείρησε να καταργήσει την ιδιωτική ιδιοκτησία, προκειμένου “να κάνει αλήθεια τον ατομικό πλούτο”
For ourselves

«ο ντανταϊσμός απαιτεί:
I. Τη διεθνή επαναστατική ένωση των δημιουργών και διανοούμενων όλου του κόσμου, με βάση το ριζοσπαστικό κομμουνισμό
II. Τη σταδιακή εισαγωγή της αεργίας μέσα από τη γενικευμένη εκμηχάνιση όλων των δραστηριοτήτων (σ.σ. εννοεί της εργασίας). Διότι μονάχα η αεργία θα προσφέρει σε κάθε άτομο τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσει την αλήθεια της ζωής και να συνηθίσει επιτέλους να δημιουργεί τις δικές του εμπειρίες.
III. Την άμεση κατάργηση κάθε ιδιοκτησίας (την κοινωνικοποίησή της)…»
Ρίχαρντ Χύλζενμπεκ





Από το μικροαστικό φιλοτομαρισμό 
στον επαναστατικό ατομικισμό



1

Για όσους βλέπουν επιφανειακά την επαναστατική ιστορία, βλέπουν στη ρωσική επανάσταση του 1917 τη μεγαλύτερη νίκη του επαναστατικού κινήματος. Οι καταστασιακοί, εύστοχα, στην επικράτηση των μπολσεβίκων είδαν την πιο «επαίσχυντη ήττα», μια φαινομενική επιτυχία που εξελίχθηκε σε θεμελιώδη ήττα, με την άνοδο του ρεφορμισμού και την εγκατάσταση στην εξουσία της κρατικής γραφειοκρατίας: «η μπολσεβίκικη επανάσταση, δεν είναι σε τελική ανάλυση παρά η πιο βαριά ως προς τις συνέπειες ήττα» ( I.S., Για την αθλιότητα των φοιτητικών κύκλων).

Με το πραξικόπημα των μπολσεβίκων σε βάρος της συμβουλιακής (σοβιετικής) επανάστασης του 1917, την ανάδυση στην εξουσία μιας νέας γραφειοκρατικής ελίτ και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας επί του προλεταριάτου (που ψευδώς αυτοχρίζεται ως δικτατορία του προλεταριάτου) ξαφνικά ο κομμουνισμός έγινε συνώνυμο του ολοκληρωτισμού, της ιδεολογίας της παραγωγικότητας ( σταχανοφισμός και ιεροποίηση της εργασίας, η οποία παρέμεινε μισθωτή), των γκούλαγκ, της στρατιωτικοποίησης, της καταστολής και του επεκτατισμού. Σε τελική ανάλυση, η στρέβλωση και η μπολσεβικοποίηση του κομμουνισμού ήταν οι μεγαλύτερη ήττες του επαναστατικού κινήματος. Ήττες τόσο υλικές, όσο και πνευματικές. Είναι, όμως, ο κομμουνισμός ιδιοκτησία των γραφειοκρατών; Είχαν καμιά σχέση οι γραφειοκρατικές δικτατορίες του «υπαρκτού» με τον κομμουνισμό; Όχι, ο κομμουνισμός δεν είναι ούτε οι γραφειοκράτες, ούτε καν ο Μαρξ ή ο Κροπότκιν.

Και, από την άλλη, ο Ατομικισμός ταυτίζεται με το βλέμμα του ευτραφούς επιχειρηματία, που στο αχόρταγο βλέμμα του βλέπουμε, αντί για τις κόρες των ματιών του, το σήμα του δολαρίου;
Όχι λοιπόν! Ο κομμουνισμός ανήκει στους ατομικιστές και ο ατομικισμός στους κομμουνιστές!


2

Παιχνίδι με τις λέξεις, θα πουν κάποιοι. Βυζαντινολογίες…
Οι λέξεις, όμως, δεν είναι απλά πυροτεχνήματα, είναι κομμάτι της ιστορικής ύλης και της ιστορικής διαδικασίας. “Το να τις εγκαταλείψεις τους σφετεριστές τους, να επινοήσεις νέες λέξεις ή να χρησιμοποιήσεις άλλες λέξεις εξαιτίας της δυσκολίας να ανακτήσεις τις αληθινές, ιστορικές λέξεις, σημαίνει να εγκαταλείπεις το πεδίο στον εχθρό. Είναι μια θεωρητική παραχώρηση που δεν μπορούμε να ανεχθούμε. Το να κάνουμε μια τέτοια παραχώρηση θα σήμαινε μόνο το να συμβάλουμε στη σύγχυση, σε μια σύγχυση που, εν μέρει, σχηματίζει βάση της κατεστημένης τάξης. Η εκ μέρους μας αντιστροφή της προοπτικής, αντιθέτως, προχωρεί στη διαύγαση των ίδιων των όρων της σύγχυσης.”
Σ’ αυτό το κείμενο θα νοηματοδοτήσουμε εκ νέου δυο λέξεις, που μέσα στον κόσμο της φαινομενικότητας έχουν διαστρεβλωθεί και κατασυκοφαντηθεί: Ατομικισμός και Κομμουνισμός. Και θα υποστηρίξουμε ότι η Επανάσταση, η Αναρχία, ο Ατομικισμός και ο Κομμουνισμός, όχι απλώς δεν είναι έννοιες αλληλοαποκλειόμενες, αλλά συμπληρώνουν η μία την άλλη, στον αέναο αγώνα για ατομική και συλλογική απελευθέρωση.


3

«Το πλούσιο ανθρώπινο ον και η πλούσια ανθρώπινη
ανάγκη αντικαθιστούν τον πλούτο και την αθλιότητα
της πολιτικής οικονομίας» (Μαρξ)

Ένα από τα μεγαλύτερα ψεύδη της ιδεολογίας, απότοκος της ιδεαλιστικής/ χριστιανικής κληρονομιάς, είναι το ψεύδος της ανιδιοτέλειας (ενίοτε και «επαναστατικής»).
Ανιδιοτέλεια υποτίθεται ότι είναι να πράττεις δίχως προσωπικό όφελος. Σε έναν κόσμο που ο φιλοτομαρισμός και η ανταλλακτικές σχέσεις είναι ο νόμος, η ανιδιοτέλεια είναι το ιδεολογικό ψέμα που δικαιώνει τη βρωμιά του υπάρχοντος κόσμου. Στη συνηθέστερη περίπτωση η ανιδιοτέλεια, η εργαλειακή χρήση της ανθρωπιάς (η ιδεολογία του ανθρωπισμού) γίνεται το άλλοθι της διαιώνισης της πλέον ταπεινής μορφής απληστίας: της ατομικής ιδιοκτησίας, της γενικευμένης φτώχειας που μασκαρεύεται ως πλούτος. Η ανιδιοτέλεια και ο ανθρωπισμός δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν: “είναι ανήθικο να χρησιμοποιείς την ατομική ιδιοκτησία με σκοπό να ανακουφίσεις τα φοβερά δεινά που προκύπτουν από το θεσμό της ατομικής ιδιοκτησίας”. Σε μια κομμουνιστική κοινωνία γνήσιας αλληλεγγύης, χωρίς ανταλλακτικές σχέσεις, η ανιδιοτέλεια θα εξαφανιστεί ως άχρηστη. Γιατί από κάθε μας πράξη θα αντλούμε προσωπική ευχαρίστηση. Κι αυτό θα είναι το προσωπικό μας όφελος.

Στην πιο ειλικρινή της εκδοχή (και στην επαναστατική της εκδοχή, από τον κοινωνισμό μέχρι το νετσαγιεφισμό), η ανιδιοτέλεια γίνεται το αυτομαστίγωμα, ο ασκητισμός, η φιλοπονία, η αυτοθυσία, ο καλογερισμός. Παντού και πάντα είχε τα ίδια αποτελέσματα: τα βίαια ξεσπάσματα κατά του εαυτού, την τρέλα. Όπως στις καλόγριες, που η ερωτική στέρηση προκαλεί σεξουαλικές φαντασιώσεις με το Σατανά, έτσι και η ανιδιοτέλεια μετατρέπει την ανθρωπιά και την επανάσταση σε μια αποστειρωμένη και απονευρωμένη φαντασίωση. Δεν είναι ανθρωπιά, είναι η αναπαράστασή της. Δεν είναι επανάσταση, είναι μια απλή και ταπεινή ονείρωξη…

Ας βάλουμε τελεία στο ψεύδος της ανιδιοτέλειας, ας βάλουμε τέλος στον ψευδή τεμαχισμό της ατομικότητας και της συλλογικότητας. «Η αυθεντική κοινή ζωή», έλεγε ο Μαρξ, «προέρχεται από την ανάγκη και τον εγωισμό των ατόμων, δηλ. μέσα από την ενεργοποίηση της ίδιας τους της ύπαρξης».
«Ένας άνθρωπος που δε σκέφτεται τον εαυτό του δε σκέφτεται καθόλου». Η επανάσταση ξεκινάει από εμάς και καταλήγει πάλι σε εμάς. Εμείς είμαστε η αφετηρία της επανάστασης, εμείς είμαστε η ίδια η επανάσταση ( παρ’ όλα αυτά, δεν είμαστε και λήξη της επανάστασης, καθώς η επανάσταση δεν έχει λήξη…). Μοναδικό επαναστατικό υποκείμενο είναι ο εαυτός μας. Επαναστατούμε, όχι αποδεχόμενοι μια επιβαλλομένη -από τα πάνω- συλλογική ταυτότητα (προλετάριος, μετανάστης κλπ), αλλά αρνούμενοι τους επιβαλλόμενους ρόλους. Επαναστατούμε ως συλλογικότητα ατομικιστών.
Ανακεφαλαιώνοντας: στην υπάρχουσα αθλιότητα των ανταλλακτικών/εμπορευματικών σχέσεων, στην υπάρχουσα δικτατορία της κενότητας και της μετριότητας, η ιδιοτέλεια και η ανιδιοτέλεια είναι οι διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Είναι τα δύο πρόσωπα του Ιανού. Σκάψε βαθιά μέσα στην ανιδιοτέλεια και θα βγεις από την άλλη μεριά…
Οι παρούσες μορφές ανιδιοτέλειας διαλύονται, εντέλει, διότι αποδεικνύονται ελλιπώς ανιδιοτελείς…


4

Ο γνήσιος ατομικισμός, ο αυθεντικός εγωισμός πραγματώνεται μόνο μέσω της γνήσιας συλλογικότητας. « Ο “εαυτός” υπάρχει μόνο ως συνεταιρισμός εαυτών, ως μια σύνδεση με άλλους εαυτούς, ως σύμπραξη εαυτών, ως κοινωνία». Ο τεμαχισμός του ατόμου και της κοινωνίας υπάρχει μόνο στα μυαλά των ιδεολόγων (είτε του μεταφυσικού κοινωνισμού, είτε της αντανάκλασής του: του μεταφυσικού ατομικισμού). Δεν υπάρχει εξωκοινωνικό άτομο. Το άτομο πλάθεται από την κοινωνία και την πλάθει ταυτόχρονα: «σκάψε βαθιά μέσα στο άτομο και θα βρεις την κοινωνία. σκάψε βαθιά μέσα στην κοινωνία και θα βρεις το άτομο. Σκάψε βαθιά στο ένα και θα βγεις από την “άλλη” μεριά».
Και γι αυτόν ακριβώς το λόγο, ο αγώνας μας είναι αντικοινωνικός και ταυτόχρονα κοινωνικός. Γιατί θέλουμε να συντρίψουμε την υπάρχουσα κοινωνία της αλλοτρίωσης και της γενικευμένης φτώχειας. Γιατί θέλουμε να δραπετεύσουμε από το βασίλειο της αθλιότητας του υπάρχοντος και να δημιουργήσουμε την κοινωνία των ελεύθερων ατόμων και του γενικευμένου πλούτου.


5

Η υπάρχουσα μορφή του εγωισμού είναι κάτι παραπάνω από ελλιπής. Είναι η ιδιώτευση και η εξατομίκευση, είναι ο φιλοτομαρισμός και η θρησκεία της συσσώρευσης. Είναι η αποξένωση και η απομόνωση. Είναι η αρπαγή και η δίδυμη αδερφή της: η φιλανθρωπία. «Διότι απλούστατα ο καθένας κάτω από την επικράτηση του κεφαλαίου είναι καταδικασμένος να επιδιώκει την απληστία με αυτόν το στενό, περιορισμένο τρόπο». Η κοινωνία της ατομικής ιδιοκτησίας, είναι κοινωνία της μιζέριας, πλούσια μόνο σε φτώχεια (υλική και υπαρξιακή) Πρέπει από σήμερα κιόλας να κηρύξουμε το πόλεμο σ’ αυτόν ψευδο-εγωισμό:

«ο εξαθλιωμένος άνθρωπος, τυπικός στην καπιταλιστική κοινωνία, ο αποκαλούμενος “άπληστος”, είναι ένας άνθρωπος που ενθουσιάζεται μονάχα από το χρήμα, που ενδιαφέρεται μονάχα για αποσπάσματα, για θραύσματα άλλων ανθρώπων- να αγοράσει τις δεξιότητές τους, τις υπηρεσίες τους, τα προϊόντα τους, ενώ τα υπόλοιπα “δεν είναι δική του δουλειά”, δεν τον αφορούν. Ζει σε έναν κόσμο γεμάτο πόρνες, δηλαδή σε έναν κόσμο προλεταρίων. Είναι ο αφέντης της μερικής οικειοποίησης ανθρώπου από άνθρωπο. Δηλαδή, της εκμετάλλευσης».

Η άρνηση του υπάρχοντος κόσμού περνάει και από την άρνηση του υπάρχοντος ατομικισμού. Είναι ένας ατομικισμός φτωχός, χωλός, ανάπηρος. Ο κόσμος αυτός δε μας κάνει, το ίδιο και ο ατομικισμός του. Ο κομμουνισμός είναι το ανώτερο στάδιο του εγωισμού. Ένας γνήσιος ατομικισμός, μπορεί να πραγματωθεί μονάχα σε μια κοινωνία των από κοινού ηδονών, του κοινωνικού πλούτου (και όχι της πρωτογονιστικής σπάνης). Ο θάνατος του εμπορεύματος, της μισθωτής εργασίας, της αλλοτριωμένης/ εξουσιαστικής κοινωνίας, του κατακερματισμού, του κρατισμού, της πολιτικής, της ιδιωτικής ιδιοκτησίας θα σημάνει την ανατολή του πλήρους Ατομικισμού, του πλήρους Κομμουνισμού, της Αναρχίας…

Γιατί, Κομμουνισμός χωρίς Αναρχία και Ατομικισμό, σημαίνει γενικευμένη σκλαβιά. Γιατί, Αναρχία και Ατομικισμός, χωρίς Κομμουνισμό σημαίνει συνέχιση της παρούσας στέρησης και της φτώχειας, με άλλα μέσα, μια παλινδρόμηση. Γιατί, Ατομικισμός χωρίς Αναρχία και Κομμουνισμό, σημαίνει (ακόμα και όταν γίνονται ειλικρινείς απόπειρες ξεπεράσματος του ατομικισμού του υπάρχοντος κόσμου) περικύκλωση από τον κόσμο της ανελευθερίας. Η κατάρρευση αυτού του ατομικισμού είναι θέμα χρόνου.


6.

«στην αστική κοινωνία, όπου οι αντιθέσεις μεταξύ των ανθρώπων, είναι μόνο αντιθέσεις που δεν έχουν να κάνουν με τον ίδιο τον άνθρωπο, είναι ακριβώς οι πραγματικές αντιθέσεις, οι αντιθέσεις ποιότητας που δε διατηρούνται. Ο κομμουνιστής δε θέλει να χτίσει μια συλλογική ψυχή. Θέλει να δημιουργήσει μια κοινωνία όπου οι ψευδείς αντιθέσεις θα εξαφανιστούν. Κι όταν αυτές οι ψευδείς αντιθέσεις εξαφανιστούν, ανοίγουν όλες οι δυνατές πραγματικές αντιθέσεις»
Κάλεσμα


Και να το πούμε ξεκάθαρα. Ο κομμουνισμός και η αναρχία, δεν είναι κανένας παράδεισος κοινωνικής αρμονίας, δεν ταυτίζεται με τα χαζοχαρούμενα χιλιαστικά κηρύγματα, δε θα γίνουν ξαφνικά όλοι οι άνθρωποι αδέλφια. Ο χιλιασμός, η τελολογία, η εσχατολογία και η προνοιακή αντίληψη της ιστορίας, που μπαίνουν από το παράθυρο στο επαναστατικό κίνημα, πρέπει να πολεμηθούν λυσσαλέα από την επαναστατική θεωρία. Πρέπει να πετάξουμε όλη αυτή τη χριστιανική κληρονομιά του επαναστατικού κινήματος στις χωματερές της ιδεολογίας. Ο κομμουνισμός και η αναρχία είναι η δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινότητας πλούτου, γνήσιου πλούτου (υλικού και πνευματικού).
Ο πλούτος αυτός καμιά σχέση δεν έχει με τη σημερινή αγχώδη συσσώρευση χρημάτων και εμπορευμάτων (άχρηστων κατά 99%). Ο κομμουνισμός και η αναρχία είναι οι μοναδικές ικανές καταστάσεις που θα δημιουργήσουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο θα χτιστεί η ανώτερη μορφή του ατομικισμού.


7

«Ο ντετερμινισμός και ο νόμος αιτίου και αιτιατού, είναι νεκρός από καιρό. Τα επαναστατικά μέσα που χρησιμοποιούμε, ακόμα και η εξέγερση, δεν οδηγούν αναγκαστικά στην κοινωνική επανάσταση. Το μοντέλο, το τόσο αγαπητό στους θετικιστές του προηγούμενου αγώνα, δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Σ’ έναν κόσμο όπου τίποτα δεν είναι αληθινό, όλες οι ελπίδες επιτρέπονται. Το ιστορικό παιχνίδι δε θα μπορούσε ποτέ να είναι ένας νόμος κι ένας πόλεμος την ίδια στιγμή. Και άλλωστε, δε θα είχε κανένα ενδιαφέρον στην πρώτη περίπτωση»
Κύκλος Κόλαση- Λυσσασμένοι

Δεν γνωρίζουμε αν η Αναρχία και ο Κομμουνισμός θα πραγματωθούν κάποτε στο μέλλον. Ούτε και μας ενδιαφέρει. Δεν έχουμε καμιά διάθεση για μελλοντολογία. Ούτε πιστεύουμε σε επίγειους παραδείσους. Παρ’ όλα αυτά, αναγνωρίζουμε ότι ο αγώνας για την επαν-οικειοποίηση της ζωής (η “ουτοπία”, όπως χαρακτηρίζεται από τα απονευρωμένα ανθρωπάρια του σήμερα) δεν είναι κάτι μακρινό, υπάρχει και αναπνέει ακόμα και τώρα, στον παλιό κόσμο. Σε κάθε μας πράξη. Το μόνο που μας μένει είναι το γκρέμισμα του παλιού κόσμου, η αναβολή της αναβολής. Όλα τ’ άλλα είναι προφάσεις για αναβολές.



Περί εξουσίας (ακόμη ένα κολλάζ…)

«Η εξουσιαστική/ αυταρχική προσωπικότητα είναι κατ’ ουσίαν η προσωπικότητα σκλάβου, είναι η δουλοπρεπής προσωπικότητα, εκείνη που έχει ανάγκη την εξουσία, που δεν μπορεί να τα καταφέρει δίχως αυτήν. Αυτή η χαρακτηροδομή κρύβει την ουσία της στο ρόλο του αφέντη. Αποκαλύπτει την ουσία της στο ρόλο του δούλου. Η καπιταλιστική κοινωνία είναι θεμελιωμένη στη διευρυμένη και εκτεταμένη αναπαραγωγή της έξης της υποταγής, της αποξένωσης, της αλλοτρίωσης της υποκειμενικότητας, της μισθωτής εργασίας»
For ourselves

«Όλοι οι τρόποι διακυβέρνησης είναι αποτυχημένοι. Ο δεσποτισμός είναι άδικος για όλους, συμπεριλαμβανομένου και του δεσπότη, ο οποίος πιθανόν να είναι πλασμένος για καλύτερα πράγματα. Οι ολιγαρχίες είναι άδικες για τους πολλούς και οι οχλοκρατίες άδικες για τους λίγους. Μεγάλες προσδοκίες δημιουργήθηκαν κάποτε για τη δημοκρατία. Αλλά η δημοκρατία απλά σημαίνει ξυλοφόρτωμα του λαού από το λαό για το λαό. Και πρέπει να το πω ότι ήταν καιρός, γιατί κάθε εξουσία εξευτελίζει εντελώς. Εξευτελίζει αυτούς που την ασκούν και εξευτελίζει αυτούς πάνω στους οποίους ασκείται. Όταν χρησιμοποιείται βίαια, ολοκληρωτικά και αδίστακτα, παράγει ένα καλό αποτέλεσμα, δημιουργώντας ή αναδεικνύοντας σε κάποιο βαθμό, το πνεύμα της εξέγερσης και τον Ατομικισμό που θα τη σκοτώσει. Όταν εφαρμόζεται με κάποιο βαθμό ευγένειας και συνοδεύεται από δώρα και ανταμοιβές, διαφθείρει τρομερά. ο λαός, σ’ αυτήν την περίπτωση, έχει λιγότερη συναίσθηση της φρικτής πίεσης που του ασκείται και γι αυτό συνεχίζει τη ζωή του σε ένα είδος χυδαίου βολέματος, σα ζώο που το χαϊδεύουν, χωρίς ποτέ να αντιλαμβάνεται ότι πιθανώς σκέφτεται τις σκέψεις άλλων ανθρώπων, ότι ζει με τους κανόνες άλλων ανθρώπων…
“αυτός που θα ήθελε να είναι ελεύθερος”, λέει ένας ωραίος στοχαστής, “δεν πρέπει να προσαρμόζεται”. Και η εξουσία, δωροδοκώντας τους ανθρώπους για να προσαρμόζονται, παράγει ένα χονδροειδές είδος υπερτροφικής βαρβαρότητας ανάμεσά μας»
Όσκαρ Ουάιλντ


«Η δημοκρατία- κι αυτό ισχύει για όλες τις μορφές διακυβέρνησης- είναι μια αντίφαση, ένα ψέμα και στην ουσία μια καθαρή υποκρισία. Η πολιτική ελευθερία είναι μια φαινομενική ελευθερία και η χειρότερη μορφή σκλαβιάς, το πρόσχημα της ελευθερίας και άρα η χειρότερη υποδούλωση. Το ίδιο ισχύει και για την πολιτική ισότητα. Γι αυτό η δημοκρατία πρέπει να γίνει κομμάτια, όπως και κάθε άλλη μορφή διακυβέρνησης»
Φρίντριχ Ένγκελς

«Ο Σοσιαλισμός, ο Κομμουνισμός, ή όπως κανείς διαλέξει να τον ονομάσει, μετατρέποντας την ατομική ιδιοκτησία σε δημόσιο πλούτο και αντικαθιστώντας τον ανταγωνισμό με τη συνεργασία, θα επαναφέρει την κοινωνία στη σωστή κατάσταση ενός εξολοκλήρου υγιούς οργανισμού και θα διασφαλίσει την υλική ευμάρεια καθενός μέλους της κοινότητας. Θα αποδώσει, στην ουσία, στη Ζωή το σωστό θεμέλιο και το κατάλληλο περιβάλλον. Αλλά, για την πλήρη ανάπτυξη της Ζωής στο ύψιστο στάδιο της τελειότητας, χρειάζεται κάτι ακόμα. Αυτό που χρειάζεται είναι ο Ατομικισμός. Εάν ο σοσιαλισμός είναι αυταρχικό, εάν υπάρχουν κυβερνήσεις οπλισμένες με οικονομική ισχύ, εάν με μια λέξη, πρόκειται να έχουμε Βιομηχανικές Τυραννίες, τότε το τελευταίο στάδιο του ανθρώπου θα είναι χειρότερο από το πρώτο»
Όσκαρ Ουάιλντ


Πηγές:
For ourselves: Δικαίωμα στην απληστία, εκδ. Ερατώ/ Όσκαρ Ουάιλντ: Η ψυχή του ανθρώπου στο σοσιαλισμό, εκδ Στοχαστής/ Ρίχαρντ Χύλζενμπεκ: Εμπρός Νταντά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος/ Συμμορία με προλεταριακή μνήμη: Η εξέγερση του παρισινού προλεταριάτου και η ανακήρυξη της Κομμούνας του 1871/ Κύκλος Κόλαση-Λυσσασμένοι: επαναστατικό κίνημα και αυτοδιαχειριζόμενος καπιταλισμός/ Κάλεσμα / Ουτοπία/ Πανοπτικόν